Σαν σήμερα 12 Νοεμβρίου

Σαν σήμερα 12 Νοεμβρίου

Η Μάχη της Ισσού, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 333 π.Χ., υπήρξε η δεύτερη μεγάλη νίκη του Μεγάλου Αλεξάνδρου επί των Περσών, μετά τη μάχη του Γρανικού. Στη μάχη αυτή, αντίπαλός του ήταν ο ίδιος ο βασιλιάς των Περσών, Δαρείος Γ’, ο οποίος είχε συγκεντρώσει έναν στρατό με αριθμούς που κυμαίνονται από 100.000 έως 600.000 άνδρες, ανάλογα με την πηγή, για να αντιμετωπίσει τον Αλέξανδρο. Οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί εκτιμούν ότι ο στρατός του Δαρείου ήταν περίπου 100.000.

Η μάχη διεξήχθη στην πεδιάδα κοντά στην πόλη Ισσό (σημερινό Ισκεντερούν στην Τουρκία), όπου ο Αλέξανδρος χρησιμοποίησε την τακτική της λοξής φάλαγγας, παρατάσσοντας τις δυνάμεις του απέναντι από το στρατό του Δαρείου. Ο Δαρείος έκανε το ίδιο λάθος όπως και στη μάχη του Γρανικού, περιορίζοντας τον στρατό του σε έναν στενό χώρο χωρίς περιθώριο για ελιγμούς. Ο Αλέξανδρος κατάφερε να αποκόψει την αριστερή πτέρυγα των Περσών και να διαρρήξει το κέντρο τους, με αποτέλεσμα τον πανικό και την άτακτη φυγή του Δαρείου, ο οποίος εγκατέλειψε τη μάχη, αφήνοντας τη μητέρα και τη σύζυγό του αιχμάλωτες, μαζί με πολλά λάφυρα.

Η νίκη του Αλέξανδρου στη Μάχη της Ισσού είχε τεράστια στρατηγική σημασία, καθώς εδραίωσε τη φήμη του ως σπουδαίου στρατηγού και ηττημένο τον Δαρείο, καταρρακώνοντας το ηθικό των Περσών. Μετά από αυτή τη νίκη, ο Αλέξανδρος κατέλαβε τη Φοινίκη, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο, εξασφαλίζοντας τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου και προετοιμάζοντας τη νέα του πορεία προς το εσωτερικό της Ασίας, όπου θα αναμετρηθεί ξανά με τον Δαρείο στη Μάχη των Γαυγαμήλων το 331 π.Χ.
 

 

Ερνέστος Τσίλερ (1837 – 1923): Ο αναμορφωτής της Αθήνας

Ο Ερνέστος Τσίλερ, γερμανικής καταγωγής αρχιτέκτονας, είναι ευρέως αναγνωρισμένος για το διαρκές αποτύπωμά του στο αρχιτεκτονικό τοπίο της Αθήνας και άλλων πόλεων της Ελλάδας. Γεννημένος στις 22 Ιουνίου 1837 στο Ζέρκοβιτς της Σαξωνίας, ο Τσίλερ σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Δρέσδης, διακρίθηκε και βραβεύτηκε για τις επιδόσεις του, ενώ στη συνέχεια προσλήφθηκε από τον διάσημο Δανό αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν στην Βιέννη.

Το 1861 ήρθε στην Αθήνα για να επιβλέψει την κατασκευή του κτηρίου της Ακαδημίας Αθηνών και αργότερα ανέλαβε πολλά σημαντικά έργα. Μέσα από τη συνεργασία του με Έλληνες και την παντρεμένη ζωή του με την ελληνίδα Σοφία Δούδου, ο Τσίλερ απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα και εγκαταστάθηκε μόνιμα στη χώρα. Στην καριέρα του, σχεδίασε και επέβλεψε περίπου 500 κτίρια, μερικά από τα οποία αποτελούν εμβληματικά δείγματα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής στην Αθήνα.

Ενδεικτικά έργα του Τσίλερ στην Αθήνα περιλαμβάνουν το Μέγαρο Σλίμαν (Ιλίου Μέλαθρον), το Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, το Εθνικό Θέατρο, το Ορφανοτροφείο Χατζηκώνστα, τα Ανάκτορα της οδού Ηρώδου του Αττικού (νυν Προεδρικό Μέγαρο) και το Εθνικό Χημείο, ενώ έργα του βρίσκονται και σε άλλες ελληνικές πόλεις όπως η Πάτρα, η Θεσσαλονίκη και η Σύρος.

Ο Τσίλερ, επίσης, συνέβαλε στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, σχεδιάζοντας ναούς όπως η Φανερωμένη στο Αίγιο και ο Άγιος Αθανάσιος στον Πύργο. Σήμερα, πολλά από τα σχέδιά του φυλάσσονται σε σημαντικά μουσεία της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Ο Ερνέστος Τσίλερ πέθανε στην Αθήνα στις 12 Νοεμβρίου 1923, αφήνοντας πίσω του μια βαριά κληρονομιά στο αρχιτεκτονικό τοπίο της Ελλάδας.

Η Γκρέις Κέλι (1929–1982) υπήρξε μια από τις πιο εμβληματικές ηθοποιούς του Χόλιγουντ, με μια σύντομη αλλά σημαντική καριέρα. Πρωταγωνίστησε σε 11 ταινίες πριν αποσυρθεί από το κινηματογράφο για να παντρευτεί τον πρίγκιπα Ρενιέ του Μονακό και να γίνει πριγκίπισσα Γκρέις του Μονακό. Γεννήθηκε στη Φιλαδέλφεια και σπούδασε στη Δραματική Ακαδημία της Νέας Υόρκης.

Η καριέρα της απογειώθηκε με τον Τζον Φορντ και τον Άλφρεντ Χίτσκοκ. Κέρδισε το Όσκαρ για τον ρόλο της στην ταινία Η χωριατοπούλα (1954), ενώ υπήρξε μια από τις πιο αγαπημένες "χιτσκοκικές" ηρωίδες, με σημαντικούς ρόλους στις ταινίες Τηλεφωνήσατε Ασφάλεια Αμέσου Δράσεως (1954), Σιωπηλός Μάρτυς (1954) και Το Κυνήγι του Κλέφτη (1955).

Το 1955, γνώρισε τον πρίγκιπα Ρενιέ και το 1956 παντρεύτηκαν σε έναν γάμο που χαρακτηρίστηκε "Γάμος του Αιώνα". Η Γκρέις Κέλι αφοσιώθηκε στα πριγκιπικά της καθήκοντα και απέκτησε τρία παιδιά: την Καρολίνα, τον Αλβέρτο και τη Στεφανία.

Η ζωή της κόπηκε απότομα το 1982, όταν υπέστη σοβαρό τροχαίο, το οποίο προήλθε από εγκεφαλικό επεισόδιο ενώ οδηγούσε. Η πριγκίπισσα Γκρέις του Μονακό άφησε πίσω της μια κληρονομιά που συνδύαζε την ομορφιά, την κομψότητα και τη φιλανθρωπία.

Ο Όσιος Νείλος (γεννημένος Νικόλαος Τερζάκης) ήταν Ιερομόναχος από την Κυνουρία, της οποίας η μνήμη τιμάται κάθε χρόνο στις 12 Νοεμβρίου, ενώ η ανακομιδή των λειψάνων του γιορτάζεται στις 7 Μαΐου. Η μνήμη του είναι ιδιαίτερα σημαντική για την Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς υπήρξε μορφή ασκητική και ενάρετη, με μεγάλο έργο στην πνευματική ζωή.

Γεννήθηκε στον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας, στα τέλη του 16ου αιώνα, και το 1601 εισήλθε στο μοναστήρι της Παναγίας Μαλεβής, όπου χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος και αργότερα ιερομόναχος με το όνομα Νείλος. Στη συνέχεια, ασκήτευσε στο Άγιο Όρος, όπου ζούσε μια αυστηρή ζωή προσευχής και νηστείας στο σπήλαιο του Αγίου Πέτρου του Αθωνίτη.

Ο Όσιος Νείλος κοιμήθηκε ειρηνικά στις 12 Νοεμβρίου 1651. Στην ανακομιδή των λειψάνων του, η σπηλιά όπου ασκήτευε ανέβλυζε μύρο, γεγονός που του χάρισε τον τίτλο "Μυροβλύτης". Η κάρα του βρίσκεται στο μοναστήρι της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, ενώ ναοί αφιερωμένοι στη μνήμη του υπάρχουν στη γενέτειρά του και στον Πειραιά.

Η ζωή του Όσιου Νείλου αποτελεί παράδειγμα ασκητικής ζωής και αφοσίωσης στο Θεό, και η μνήμη του τιμάται με ιδιαίτερη ευλάβεια από τους πιστούς.

Νιλ Γιανγκ (Neil Young)

Ο Νιλ Γιανγκ είναι Καναδός τραγουδοποιός και κιθαρίστας, από τις κορυφαίες προσωπικότητες της ροκ μουσικής. Το έργο του χαρακτηρίζεται από βαθιά προσωπικούς στίχους, ιδιαίτερο κιθαριστικό στυλ και τη χαρακτηριστική τενόρο φωνή του. Αν και πειραματίστηκε με διάφορα μουσικά είδη, το μεγαλύτερο μέρος του έργου του κινείται σε δύο κατευθύνσεις: την ακουστική φολκ/κάντρι και το δυνατό ηλεκτρικό ροκ.

Ο Νιλ Πέρσιβαλ Γιανγκ γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1945 στο Τορόντο του Καναδά. Ο πατέρας του ήταν αθλητικογράφος, ενώ η μητέρα του καταγόταν από την Αμερικανική Επανάσταση. Στην εφηβεία του, μετά το διαζύγιο των γονιών του, έζησε με τη μητέρα του στο Γουίνιπεγκ. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, άρχισε να μαθαίνει κιθάρα και να παίζει σε σχολικά συγκροτήματα.

Η μουσική του πορεία ξεκίνησε δυναμικά στα τέλη της δεκαετίας του 1960 με την μπάντα Buffalo Springfield και το σόλο άλμπουμ του «Neil Young» το 1968. Έγινε γνωστός για τις συνεργασίες του με τους Crosby, Stills, Nash & Young (CSNY), ενώ συνέχισε την καριέρα του με επιτυχία, κυκλοφορώντας άλμπουμ όπως το «Harvest» (1972) και το «Rust Never Sleeps» (1979).

Η δεκαετία του 1980 τον βρήκε να πειραματίζεται με διάφορους μουσικούς ήχους, ενώ στη δεκαετία του 1990 αναγνωρίστηκε ως ο "πατριάρχης του γκραντζ", συνεργαζόμενος με τους Pearl Jam. Παρά τη σταθερή καλλιτεχνική αξία των άλμπουμ του, δεν απέφυγε την εμπορική πτώση.

Ο Νιλ Γιανγκ είναι ενεργός ακτιβιστής, ιδρυτής του Farm Aid, και έχει αφιερωθεί στην ενίσχυση των μικροαγροτών και την καταγγελία των βιοτεχνολογικών εταιρειών. Η κοινωνική του δράση περιλαμβάνει επίσης την υποστήριξη παιδιών με ειδικές ανάγκες μέσω του Bridge School.

Αν και ζει στις ΗΠΑ, διατηρεί την καναδική υπηκοότητα και πρόσφατα τιμήθηκε με το ανώτατο παράσημο του Καναδά.
 

 Ογκίστ Ροντέν (1840–1917) ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς και επιδραστικούς γλύπτες της ιστορίας της τέχνης. Αν και αυτοδίδακτος, επηρέασε βαθιά τη γλυπτική του 20ού αιώνα, ιδιαίτερα με την ικανότητά του να αποτυπώνει την ανθρώπινη μορφή με μεγάλη ρεαλιστική ένταση και συναισθηματική φόρτιση.

Γεννημένος στο Παρίσι σε μια φτωχή οικογένεια, ο Ροντέν έδειξε από μικρή ηλικία ενδιαφέρον για τη ζωγραφική και τη γλυπτική. Παρά τις αποτυχίες του στην είσοδό του στη Σχολή Καλών Τεχνών, ο Ροντέν συνέχισε να εξελίσσεται ως καλλιτέχνης, δουλεύοντας αρχικά ως διακοσμητικός γλύπτης. Η προσωπική του πορεία άλλαξε ριζικά μετά την επίσκεψή του στην Ιταλία το 1875, όπου επηρεάστηκε από έργα του Μιχαήλ Άγγελου και του Ντονατέλο. Αυτή η επίδραση οδήγησε τον Ροντέν να αναπτύξει το μοναδικό στυλ του, με πιο ελεύθερη και εκφραστική προσέγγιση στην γλυπτική.

Το 1877, το έργο του «Η Εποχή του Χαλκού» προκαλεί σκάνδαλο, καθώς ο Ροντέν κατηγορήθηκε για υπερβολικό ρεαλισμό και την υποψία ότι χρησιμοποίησε ζωντανά μοντέλα. Παρά τις αντιφάσεις, ο Ροντέν απέκτησε φήμη και συνέχισε να δημιουργεί έργα που άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα στην τέχνη, όπως η «Πύλη της Κολάσεως», το «Σκεπτόμενος» και το «Οι Αστοί του Καλέ».

Η προσωπική του ζωή ήταν γεμάτη αντιφάσεις, με πολλούς ερωτικούς δεσμούς, κυριότερος από αυτούς με την μαθήτριά του Καμίγ Κλοντέλ. Παρά τις δυσκολίες στην προσωπική του ζωή, η καλλιτεχνική του πορεία συνεχίστηκε με επιτυχίες και παγκόσμια αναγνώριση.

Η περίοδος από το 1900 και έπειτα ήταν μια περίοδος θριάμβου για τον Ροντέν, με αναγνώριση σε διεθνείς εκθέσεις και μεγάλες παραγγελίες από διάφορες χώρες. Το 1908, συμφώνησε να δωρίσει τα έργα του στο γαλλικό κράτος, και το Μέγαρο Μπιρόν μετατράπηκε σε Μουσείο Ροντέν, όπου και παραμένει μέχρι σήμερα ως ένας από τους πιο δημοφιλείς χώρους τέχνης στο Παρίσι.


 

Η Ντολόρες Ιμπαρούρι, γνωστή με το ψευδώνυμο «Λα Πασιονάρια», υπήρξε μια από τις πιο εμβληματικές φιγούρες του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου και του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Γεννημένη το 1895 στη Βασκωνία, ανέπτυξε πολιτική συνείδηση σε νεαρή ηλικία και έγινε μέλος του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος το 1920. Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, η Ιμπαρούρι έγινε σύμβολο αντίστασης με τη φλογερή της ομιλία και το διάσημο σύνθημα «No Pasaran!» («Δεν θα περάσουν!»), το οποίο έμεινε στην ιστορία ως η κραυγή μάχης των Δημοκρατικών κατά των Εθνικιστών του Φράνκο.

Η Ιμπαρούρι, αφού υπηρέτησε ως ηγέτης του Ισπανικού Κομμουνιστικού Κόμματος για πολλές δεκαετίες, διέφυγε στη Σοβιετική Ένωση το 1938, όπου συνέχισε την πολιτική της δράση. Παρά τις εσωτερικές διαφωνίες του κομμουνιστικού κινήματος, υπήρξε μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του 20ού αιώνα, με ισχυρή επιρροή και διεθνή αναγνώριση. Το 1977, επιστρέφοντας στην Ισπανία μετά τη πτώση του Φράνκο, επανεκλέχθηκε βουλευτής, αν και παραιτήθηκε λόγω ηλικίας. Πέθανε το 1989, σε ηλικία 94 ετών.

Η Ντολόρες Ιμπαρούρι παραμένει μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες της ισπανικής και παγκόσμιας ιστορίας, με το έργο και τη δράση της να αναγνωρίζονται ακόμη και από τους πολιτικούς της αντιπάλους.
 
 
  

Ο θρύλος του τέρατος του Λοχ Νες, γνωστός και ως «Νέσι», έχει μαγέψει και προβληματίσει γενιές και γενιές για περίπου 80 χρόνια. Η ιστορία ξεκινά τον 6ο αιώνα, με αναφορές σε ένα μεγάλο θαλάσσιο θηλαστικό που λέγεται ότι ζει στα βάθη της λίμνης του Λοχ Νες, στη βόρεια Σκωτία. Ωστόσο, οι πιο έντονες μαρτυρίες για την ύπαρξή του εμφανίζονται το 1933, όταν ένα ζευγάρι υποστήριξε πως είδε ένα τεράστιο, γλιστερό ζώο με ουρά να εξαφανίζεται στα νερά της λίμνης.

Από τότε, η αναζήτηση για το τέρας ενισχύθηκε με φωτογραφίες και βίντεο που υποτίθεται απεικόνιζαν το μυθικό πλάσμα. Παρά τις πολλές επιστημονικές έρευνες και αναλύσεις, τα αποτελέσματα ήταν ασαφή και δεν απέδειξαν ή απέκλεισαν την ύπαρξή του. Μια από τις πιο δημοφιλείς θεωρίες είναι ότι πρόκειται για θαλάσσιο ερπετό, παρόμοιο με αυτά που εξαφανίστηκαν πριν από εκατομμύρια χρόνια, το οποίο βρήκε καταφύγιο στη λίμνη όταν αυτή απομονώθηκε από τη θάλασσα.

Η Νέσι, πάντως, παραμένει ένα παγκόσμιο φαινόμενο, με την εικόνα της να εμφανίζεται σε αναμνηστικά και τουριστικά προϊόντα, παρά την έλλειψη επιστημονικών αποδείξεων για την ύπαρξή της.
 

Ο Μίμης Χρυσομάλλης (1938 – 2004) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ηθοποιούς, με μακρά και διαρκώς εξέχουσα πορεία στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Γεννημένος στην Αθήνα, ξεκίνησε την καριέρα του ως παιδί-θαύμα και στη συνέχεια, σπούδασε στη σχολή του "Θεάτρου Τέχνης" με δάσκαλο τον Κάρολο Κουν, όπου καθιερώθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του θεάτρου στην Ελλάδα.

Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο ήταν το 1963, στο έργο «Μπαλκόνι» του Ανούιγ, και συνέχισε να συνεργάζεται με πολλές σπουδαίες θεατρικές ομάδες και θιάσους, όπως το Εθνικό Θέατρο, το ΚΘΒΕ, το «Αμφιθέατρο» και η «Ελεύθερη Σκηνή». Ερμήνευσε έναν εξαιρετικά ευρύ φάσμα ρόλων, από επιθεώρηση μέχρι δράμα και από αρχαία κωμωδία μέχρι μοντέρνα πρόζα.

Στον κινηματογράφο, ο Χρυσομάλλης πρωταγωνίστησε σε αξιόλογες ταινίες, όπως «Βαρύ Πεπόνι», «Αρπα Colla», και «Safe Sex». Ειδικά για την ερμηνεία του στο «Βαρύ Πεπόνι», τιμήθηκε το 1977 με το βραβείο Α' Ανδρικού Ρόλου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Στην τηλεόραση, συμμετείχε σε πολλές σειρές, με αξιόλογη παρουσία και στη σειρά «Λίστα γάμου» το 2003. Το 2004, κατά τη διάρκεια της παράστασης «Το παράξενο ζευγάρι», ο Μίμης Χρυσομάλλης έφυγε από τη ζωή από ανακοπή καρδιάς.

Η κηδεία του, η οποία πραγματοποιήθηκε με δαπάνη του Υπουργείου Πολιτισμού, συγκέντρωσε πλήθος ανθρώπων της τέχνης, ενώ ο συμπρωταγωνιστής του, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, τον αποχαιρέτησε με συγκινητικά λόγια.

Η φιλμογραφία του περιλαμβάνει σημαντικούς ρόλους σε ταινίες όπως «Το κλάμα βγήκε απ' τον Παράδεισο», «Ένας κι ένας» και «Οξυγόνο», καθώς και συμμετοχές σε τηλεοπτικές σειρές όπως «Τα χρώματα της αγάπης: Η μικρή Δανάη» και «Λίστα γάμου».

Ο Παγκόσμιος Ιστός (WWW) είναι η εφεύρεση που άλλαξε την ιστορία του διαδικτύου και τη ζωή μας, προσφέροντας απεριόριστη πρόσβαση σε πληροφορίες και συνδέοντας τον κόσμο με νέους τρόπους. Την πρόταση για την ανάπτυξή του έκανε ο Τιμ Μπέρνερς-Λι στις 12 Μαρτίου 1989, όταν ήταν 33 ετών και εργαζόταν στο CERN. Ο Μπέρνερς-Λι, με τη βοήθεια του Ρομπέρ Καγιό, συνέχισε την έρευνά του και παρουσίασε το πρώτο του λειτουργικό μοντέλο το 1990, το οποίο περιλάμβανε τη γλώσσα HTML, το πρωτόκολλο HTTP και το πρώτο πρόγραμμα περιήγησης.

Ο Παγκόσμιος Ιστός είναι μια εφαρμογή που λειτουργεί πάνω από το Ίντερνετ και επιτρέπει στους χρήστες να περιηγούνται εύκολα μέσω συνδέσμων υπερκειμένου. Από την ανάπτυξή του μέχρι σήμερα, έχει εξελιχθεί σε μια τεράστια, αποκεντρωμένη κοινότητα, με σχεδόν 2 δισεκατομμύρια ιστοσελίδες, επηρεάζοντας κάθε τομέα της ζωής μας.

Παρά τη μεγάλη του επιτυχία, ο Μπέρνερς-Λι προειδοποιεί για την ανάγκη να αναστραφούν οι αρνητικές τάσεις, όπως η εμπορευματοποίηση και η χειραγώγηση των προσωπικών δεδομένων, και καλεί για παγκόσμια δράση ώστε το διαδίκτυο να παραμείνει ένας θετικός και χρήσιμος πόρος για την ανθρωπότητα.
 
Πηγή: Σαν σήμερα.