Μάρθα Καραγιάννη (1939 – 2022)
Ελληνίδα ηθοποιός και χορεύτρια, που έλαμψε με την παρουσία και την ομορφιά της στη χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου.
Η Μάρθα Καραγιάννη έλαμψε με την παρουσία και την ομορφιά της στην χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου. Τα χρόνια του ’60 ήταν το πιο επιθυμητό πλάσμα στον άρρενα πληθυσμό της Ελλάδας. Δεν υπήρχε ανδρικό δωμάτιο, συνεργείο και βενζινάδικο που να μην έχει μια φωτογραφία της με μπικίνι, το «σήμα-κατατεθέν» της κινηματογραφικής της εικόνας εκείνα τα χρόνια.
Η Μάρθα Καραγιάννη γεννήθηκε στις 6 Νοεμβρίου 1939 στον Πειραιά. Ο πατέρας της Χαρίλαος Καραγιάννης καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Ρωσίας, που έχασε την περιουσία της κατά την διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης και η μητέρα της Δόμνα Τσιρίδου ήταν ποντιακής καταγωγής από το Μπακού, την πρωτεύουσα του σημερινού Αζερμπαϊτζάν. Οι γονείς της πρόσφυγες και οι δύο γνωρίστηκαν σε ένα ποντιακό χοροδιδασκαλείο της Δραπετσώνας, ερωτεύτηκαν και αποφάσισαν να ενώσουν τις τύχες τους το 1932.
Το μικρόβιο του χορού φαίνεται ότι εμφύσησαν στην κόρη τους. Σε ηλικία 8 ετών, η μικρή Μάρθα ξεκίνησε μαθήματα χορού και πολύ γρήγορα άρχισε τις εμφανίσεις με το μπαλέτο της Λουκίας Σακελλαρίου σε παραστάσεις στην Λυρική Σκηνή. Το 1955, σε ηλικία 16 ετών έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο στην δραματική ταινία του Ορέστη Λάσκου «Η άγνωστος», παίζοντας δίπλα σε σπουδαίους ηθοποιούς, όπως ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ο Γιώργος Παππάς, η Κυβέλη, η Ελένη Ζαφειρίου και ο Λάμπρος Κωνσταντάρας. Την σύστησε στον σκηνοθέτη, που ήταν φίλος του, ο Θάνος Τράγκας, καθηγητής της στο γυμνάσιο και σε δραματική σχολή, έχοντας εκτιμήσει το ταλέντο της από τις παραστάσεις που ανέβαζε στο σχολείο της.
Το 1957 πρωτοπάτησε το θεατρικό σανίδι στην επιθεώρηση «Ελέφαντες και Ψύλλοι», που ανέβασαν στο θέατρο «Περοκέ» της Αθήνας, ο Κώστας Χατζηχρήστος και η Καίτη Ντιριντάουα. Σε δραματική σχολή δεν φοίτησε, αλλά σπούδασε από μικρή το θέατρο και τον κινηματογράφο παίζοντας δίπλα σε σπουδαίους ηθοποιούς της επιθεώρησης και της κωμωδίας, όπως ο Βασίλης Αυλωνίτης, ο Κώστας Χατζηχρήστος, ο Ορέστης Μακρής, ο Ντίνος Ηλιόπουλος και η Ρένα Βλαχοπούλου. Έχοντας κάνει αίσθηση με την παρουσία της στα καλλιτεχνικά δρώμενα, το καλοκαίρι του 1957, η νεαρή στάρλετ φωτογραφήθηκε με μπικίνι για το εξώφυλλο του περιοδικού «Γυναίκα», του πρώτου σε κυκλοφορία γυναικείου περιοδικού εκείνα τα χρόνια.
Η γνωριμία της με τον Γιάννη Δαλιανίδη έμελλε να απογειώσει την καριέρα της. Το 1962 έπαιξε στο πρώτο ελληνικό μιούζικαλ «Μερικοί το προτιμούν κρύο» που σκηνοθέτησε ο Δαλιανίδης. Ήταν η τρίτη επιλογή του σκηνοθέτη, μετά την Άννα Φόνσου που αρνήθηκε τον ρόλο και την Πόπη Λάζου που καθυστερούσε στα γυρίσματα. Από εκεί και πέρα η Καραγιάννη έπαιξε σε όλα τα μιούζικαλ του Δαλιανίδη: «Κάτι και να καίει» (1964), «Κορίτσια για φίλημα» (1965), «Μια κυρία στα μπουζούκια» (1967), «Οι θαλασσιές οι χάντρες» (1967), «Μαριχουάνα Στοπ» (1971). Χόρεψε σε όλα, αλλά τραγούδησε σε ένα, παρότι ηθοποιός του μουσικού θεάτρου. Στο «Γοργόνες και Μάγκες» (1968) τραγούδησε το «Ο άντρας που θα παντρευτώ» σε μουσική Μίμη Πλέσσα και στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Το 1969, η Μάρθα Καραγιάννη δεν δίστασε να τσαλακώσει την εικόνα της για τις ανάγκες ενός δραματικού ρόλου, του μοναδικού στην κινηματογραφικής της καριέρα. Ο Νίκος Φώσκολος ήταν αυτός που την έπεισε να πρωταγωνιστήσει στην ταινία του «Πεθαίνω κάθε ξημέρωμα», δίπλα στη Νόρα Βαλσάμη, τη Μάρθα Βούρτση, τον Κώστα Καζάκο και τον Άγγελο Αντωνόπουλο. Η επόμενη ταινία της «Το ανθρωπάκι» σε σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη, που προβλήθηκε στα τέλη του 1969, ήταν μια σάτιρα των ταινιών μελό, που είχαν κατακλύσει εκείνη την περίοδο τον ελληνικό κινηματογράφο. Υποδύεται ένα λαϊκό κορίτσι που φιλοδοξεί να γίνει σταρ του σινεμά, ένας κωμικός ρόλος με δραματικές πινελιές. Η ίδια την θεωρεί την αγαπημένη της ταινία.
Οι εμφανίσεις της στον κινηματογράφο αραίωσαν μετά την κατάρρευση του εμπορικού κινηματογράφου από τα μέσα της δεκαετίας του’ 70 και είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Έπαιξε στις ταινίες «Πεθαίνω για σένα!» (2009) του Νίκου Καραπαναγιώτη, δίπλα σε νεότερους συναδέλφούς της, όπως η Ελένη Ράντου, ο Φάνης Μουρατίδης και ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος, καθώς και στην κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου του Θοδωρή Αθερίδη «Πεθαίνω από έρωτα» (2014), δίπλα στον σκηνοθέτη, την Σμαράγδα Καρύδη και την Παναγιώτη Βλαντή. Την δεκαετία του ‘80 πρωταγωνίστησε σε βιντεοταινίες, τις οποίες σίγουρα δεν θα θέλει να θυμάται.
Στην θεατρική της διαδρομή, ήδη από το 1962 άρχισε να στρέφεται και σε έργα πρόζας. Την ίδια χρονιά έπαιξε στην παράσταση «Όμορφη Πόλη», που ανέβηκε στο θέατρο «Παρκ» σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη και μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Τον χειμώνα του 1972, ανέβασε μια ιδιαίτερα φιλόδοξη παράσταση, το μιούζικαλ «Καμπαρέ» που εκείνη την περίοδο θριάμβευε στο Μπρόντγουεϊ με πρωταγωνίστρια τη Λάιζα Μινέλι. Το έργο ανέβηκε σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού, με συμπρωταγωνιστές της τους Ντίνο Ηλιόπουλο, τον Κώστα Πρέκα, τον Βαγγέλη Βουλγαρίδη και την Κατερίνα Γιουλάκη. Η παράσταση παρότι υμνήθηκε από την κριτική δεν είχε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία και κατέβηκε ύστερα από τρεις μήνες. Την δεκαετία του’80 έπαιξε στο κλασικό αμερικανικό μιούζικαλ «Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές», δίπλα στην Ζωή Λάσκαρη, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή. Την δεκαετία του ‘90 διακρίθηκε για τις ερμηνείες σε σημαντικά έργα πρόζας, όπως τα «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Λουίτζι Πιραντέλο (1992-1993), «Όταν οι γυναίκες το γλεντούν» του Κάρλο Γκολντόνι (1998) και «Αρσενικό και παλιά δαντέλα» του Τζόζεφ Κέσελρινγκ (1999-2000).
Τον Οκτώβριο του 1977 έκανε ντεμπούτο στην μικρή οθόνη με την κωμική σειρά του Κώστα Πρετεντέρη «Ο Δρόμος» που προβλήθηκε από την ΥΕΝΕΔ. Συνέχισε με τις δημοφιλείς σειρές «Ο Ανδροκλής και τα λιοντάρια του» (1985, ΕΡΤ2) και «Οι Μικρομεσαίοι» του Γιάννη Δαλιανίδη (1992, MEGA).
Στην προσωπική της ζωή, η Μάρθα Καραγιάννη συνδέθηκε με δυο πολύ δυνατούς έρωτες και οι δυο με ποδοσφαιριστές.Το 1959 παντρεύτηκε τον διεθνή ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Πειραιά Μίμη Στεφανάκο, ένας γάμος που αποτέλεσε πρώτης τάξεως κοσμικό γεγονός για την Αθήνα της εποχής εκείνης. Το ζευγάρι θα χωρίσει ένα χρόνο αργότερα. Το 1973, γνωρίστηκε με τον διεθνή τερματοφύλακα του Παναθηναϊκού Βασίλη Κωνσταντίνου. Η σχέση τους θα διαρκέσει δώδεκα χρόνια και διαλυθεί το 1985, λίγους μήνες προτού επισημοποιηθεί με γάμο.
Η Μάρθα Καραγιάννη πέθανε στις 18 Σεπτεμβρίου 2022, σε ηλικία 82 ετών.
ζίμι Χέντριξ: Ο πιο σπουδαίος κιθαρίστας στην ιστορία της ροκ (1942 – 1970)
Αμερικανός τραγουδιστής, συνθέτης και βιρτουόζος κιθαρίστας. Με την τεχνική και τις καινοτομίες του, άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο παίζεται η ηλεκτρική κιθάρα.
Ο Τζίμι Χέντριξ (Jimi Hendrix) ήταν αμερικανός τραγουδιστής, συνθέτης και βιρτουόζος της ηλεκτρικής κιθάρας. Θεωρείται ο πιο σπουδαίος κιθαρίστας στην ιστορία της ροκ μουσικής και ο άνθρωπος που με την τεχνική του και τις καινοτομίες που επέφερε, άλλαξε τον τρόπο με τον οποίο παίζεται η ηλεκτρική κιθάρα.
Γεννήθηκε ως Τζόνι Αλεν Χέντριξ στο Σιάτλ στις 27 Νοεμβρίου 1942. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο πατέρας του Αλ Χέντριξ αλλάζει το όνομα του γιου του σε Τζέιμς Μάρσαλ και το νεαρό αγόρι γίνεται γνωστό στη γειτονιά του με το υποκοριστικό Τζίμι. Στα εννιά του χρόνια, οι γονείς του χωρίζουν και ο νεαρός Τζίμι ζει για μεγάλο διάστημα με τη γιαγιά του, από την πλευρά της μητέρας του, που ήταν κατά το ήμισυ ινδιάνα ΤσερόκΙ Στα 14 χρόνια του αποκτά την πρώτη του κιθάρα, που τη βρίσκει πεταμένη στα σκουπίδια και έχει μόνο μία χορδή. Του αρέσει να την κρεμά πίσω από την πλάτη του, όπως ο μοναχικός ήρωας του γουέστερν «Τζόνι Γκιτάρ». Ο νεαρός Χέντριξ θαυμάζει τον Έλβις Πρίσλεϊ και τον Λιτλ Ρίτσαρντ και ακούει μανιωδώς δίσκους του Μάντι Γουότερς και του Λάιτνινγκ Χόπκινς.
Στα 16 του χρόνια, ο Αλ του αγοράζει μια ηλεκτρική κιθάρα και ο νεαρός Τζίμι αρχίζει τη μεγάλη περιπέτειά του με το όργανο αυτό. Συμμετέχει σε πολλά τοπικά γκρουπάκια και τραβά αμέσως την προσοχή με το αστραφτερό του στυλ, αλλά και για το γεγονός ότι ως αριστερόχειρας παίζει με δεξιόχειρη κιθάρα.
Έχοντας μπλεχτεί σε μια κλοπή αυτοκινήτου, ο νεαρός Τζίμι ανταλλάσσει μια διετή ποινή φυλάκισης για μια ισόχρονη θητεία στο στρατό. Εκεί, γνωρίζεται με τον μπασίστα Μπίλι Κοξ και αναπτύσσουν μία δυνατή φιλία. Η θητεία του διαρκεί λιγότερο από ένα χρόνο, καθώς απολύεται λόγω κακής διαγωγής, όπως αποκαλύφθηκε πρόσφατα. Ο ίδιος ισχυριζόταν ότι η απόλυσή του οφειλόταν σ' ένα σπασμένο αστράγαλο, κατά τη διάρκεια μιας πτώσης του με αλεξίπτωτο. Στο Βιετνάμ δεν πήγε να πολεμήσει, όπως είχε εκφράσει την επιθυμία, αλλά τα τραγούδια του σιγοτραγουδιόνταν στα χείλη των φαντάρων.
Το Νοέμβριο του 1962 μπαίνει για πρώτη φορά σε στούντιο στο Νάσβιλ του Τενεσί. Παραμένει για ένα χρόνο στην περιοχή και συνεργάζεται με μουσικούς του ριδμ εν μπλουζ, όπως ο Σαμ Κουκ και ο Τζάκι Γουίλσον. Τον Ιανουάριο του 1964 μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και τον επόμενο μήνα κερδίζει ένα διαγωνισμό στο θέατρο «Apollo» για ερασιτέχνες μουσικούς. Στη συνέχεια συνεργάζεται με σπουδαία ονόματα, όπως οι Isley Brothers, ο Curtis Knight και το ίνδαλμά του Λιτλ Ρίτσαρντ, μία συνεργασία με πολλά προβλήματα.
Στο Royal Albert Hall του Λονδίνου
To 1966 σχηματίζει το δικό του γκρουπ, τους «Jimmy James and the Blues Flames» με έδρα τη Νέα Υόρκη. Την εποχή εκείνη γνωρίζει τον Φρανκ Ζάππα, ο οποίος του μιλά για το «πεταλάκι» wah-wah, που μόλις είχε ανακαλυφθεί. Ο Χέντριξ το ενσωματώνει στην κιθαριστική του παλέτα, μαζί με την «παραμόρφωση» και την «ανάδραση» (feedback). Από τότε θα γίνει ο αναμφισβήτητος μετρ των μουσικών εφέ.
Η καριέρα του θα πάρει την ανιούσα, όταν τον ανακαλύπτει ο Τσας Τσάντλερ, ο πρώην μπασίστας των «Animals», που ακολουθεί καριέρα παραγωγού εκείνη την περίοδο. Τον πείθει να εγκαταλείψει την Αμερική και να εγκατασταθεί στο Λονδίνο. Γίνεται ο μάνατζέρ του και τον βοηθά να σχηματίσει το γκρουπ «The Jimi Hendrix Experience», με τον Νόελ Ρέντιγκ στο μπάσο και τον Μιτς Μίτσελ στα ντραμς. Παίζουν σε μικρά κλαμπ της βρετανικής πρωτεύουσας και γρήγορα δημιουργούν αίσθηση, με τη δεξιοτεχνία του Χέντριξ στην κιθάρα και το σόου, που προσφέρει στο κοινό. Υπογράφουν στην Track Records, δισκογραφική εταιρεία των Who, και ηχογραφούν τρία σινγκλ, που όλα μπαίνουν στο Top-10: «Hey Joe», «The Wind Cries Mary» και το εμβληματικό Purple Haze, με τις παραμορφωμένες κιθάρες, που επηρέασε όσο λίγα τραγούδια τη ροκ συνθετική των επόμενων χρόνων.
Στις 12 Μαίου 1967 ο Χέντριξ κυκλοφορεί το πρώτο του άλμπουμ, με τίτλο «Are you experienced», που γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Μόνο το αριστουργηματικό «Sgt Peppers» των Beatles τού στέκεται εμπόδιο από το Νο1 του βρετανικού πίνακα των επιτυχιών. Λίγες μέρες αργότερα και συγκεκριμένα στις 31 Μαΐου θα βάλει για πρώτη φορά φωτιά επί σκηνής σε μια κιθάρα. Τη μανία του αυτή θα πληρώσουν στη συνέχεια ενισχυτές και άλλα μηχανήματα, μέχρις ότου οι διοργανωτές θα αποφασίσουν να του βάλουν φρένο. Αλλά αυτό θα αποτελέσει μέρος του σόου του Χέντριξ τα επόμενα χρόνια. Το καλοκαίρι του 1967 τον γνωρίζει επιτέλους και η πατρίδα του μέσα από το περίφημο Φεστιβάλ του Μοντερέι. Ο ροκ σκηνοθέτης Ντέιβιντ Μπενεμπέικερ απαθανάτισε το σπάσιμο και κάψιμο της κιθάρας στο φινάλε της παράστασής του, στην ταινία του «Monterey Pop».
Το 1967 ο Χέντριξ κυκλοφορεί το δεύτερο άλμπουμ του, με τίτλο «Axis as bold». Ακολουθεί τα χνάρια του πρώτου του άλμπουμ, αλλά είναι πιο μελωδικό και τεχνικά ώριμο. Το 1968 κυκλοφορεί το τρίτο του άλμπουμ «Electric Ladyland», το πρώτο που φέρει ολοκληρωτικά τη μουσική του σφραγίδα. Κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων, ο Τσας Τσάντλερ απογοητευμένος από την τελειοθηρία του Χέντρικς αποφασίζει να διακόψει τις επαγγελματικές του σχέσεις μαζί του. Ο Τσάντλερ, σε αντίθεση με τον Χέντριξ, ήθελε λίγες ώρες στο στούντιο και γρήγορη διεκπεραίωση των κομματιών και όχι να ηχογραφείται ένα κομμάτι 43 φορές, όπως έγινε με το «Gypsy Eyes».
Ο Τζίμι άρχισε τότε να πειραματίζεται με διαφορετικές ομάδες μουσικών, να χρησιμοποιεί νέα όργανα και ηλεκτρονικά εφέ. Τα τραγούδια του δεν είχαν τη φόρμα ενός ποπ κομματιού, είχαν μεγαλύτερη διάρκεια, μη αναγνωρίσιμη μελωδία και πολλά σόλο. Χαρακτηριστικά κομμάτια του δίσκου είναι το «Voodoo Child» και η αγνώριστη διασκευή «All along the Watchtower» του Μπομπ Ντίλαν. Ο ίδιος χαρακτηρίζει τη μουσική του «γήινη» για τις μπλουζ, τζαζ και φανκ καταβολές της και «διαστημική» για τους ψυχεδελικούς ήχους, που δημιουργούσε με την ηλεκτρική κιθάρα του.
Το 1968 ο μπασίστας Νόελ Ρέντιγκ αποχωρεί από το συγκρότημα, επειδή ήθελε να αφοσιωθεί στην κιθάρα. Σχηματίζει το συγκρότημα «Fat Mattress» και συχνά ανοίγει τις συναυλίες του Χέντριξ.
Στο Φεστιβάλ του Μόντερεϊ
Στις 3 Μαίου του 1969 ο Χέντριξ συλλαμβάνεται στο αεροδρόμιο του Τορόντο για κατοχή ναρκωτικών. Στις αποσκευές του βρέθηκαν μικροποσότητες ηρωίνης και χασίς και στο δικαστήριο ισχυρίστηκε ότι τα ναρκωτικά τού τα έβαλε κάποιος από τους οπαδούς του. Το δικαστήριο έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς του και τον αθώωσε. Πάντως, ήταν τοις πάσι γνωστό ότι ο Χέντριξ φλέρταρε έντονα με τα ναρκωτικά.
Ο Τζίμι Χέντριξ, παρά τη φήμη του, έπεφτε συχνά θύμα ρατσιστικών επιθέσεων, τόσο από τους λευκούς (πράγμα συνηθισμένο για την εποχή εκείνη) όσο και από τους αφροαμερικανούς. Οι ομόφυλοί του συχνά τον κατηγορούσαν ότι παίζει «λευκή μουσική», συνεργάζεται με λευκούς μουσικούς και ερωτεύεται λευκές γυναίκες. Οι πολιτικές του θέσεις ήταν αμφιλεγόμενες. Στην Αμερική συντασσόταν με το κίνημα κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, στην Ευρώπη εκνευριζόταν όταν έβλεπε τους διαδηλωτές να καταφέρονται κατά της πατρίδας του.
Στις 29 Ιουνίου 1968 οι «Experience» διαλύονται και στη θέση τους σχηματίζονται οι «Gypsy Sun and Rainbows». Η μόνη αλλαγή είναι ο παλιός του γνώριμος Μπίλι Κοξ στο μπάσο. Με τη σύνθεση αυτή εμφανίζονται ως πρώτο όνομα στο Φεστιβάλ του Γούντστοκ (18 Αυγούστου 1969) και κλέβουν την παράσταση με την εικονοκλαστική διασκευή του Εθνικού Ύμνου των ΗΠΑ «Star Spangled Banner».
Οι «Gypsy Sun and Rainbows» διαλύονται μετά το Γούντσοκ και ο Χέντριξ σχηματίζει ένα νέο τρίο τους «Band of Gypsies», με τον ίδιο στις κιθάρες, τον Μπίλι Κοξ στο μπάσο και τον Μπάντι Μάιλς στα ντραμς. Το γκρουπ κυκλοφόρησε ένα λάιβ άλμπουμ το 1970 με τίτλο το όνομά τους, στο οποίο περιέχεται το εκρηκτικό δωδεκάλεπτο αντιπολεμικό έπος «Machine Gun».
Ο Χέντριξ συνέχισε να ηχογραφεί με καταιγιστικούς ρυθμούς και το καλοκαίρι του 1970 πραγματοποιεί την τελευταία του περιοδεία στην Ευρώπη. Νωρίς το πρωί της 18ης Σεπτεμβρίου ο Τζίμι Χέντριξ βρίσκεται νεκρός στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου στο Λονδίνο. Ο σπουδαίος κιθαρίστας πέθανε κάτω από συνθήκες που δεν έχουν διευκρινιστεί απόλυτα μέχρι σήμερα. Το τελευταίο βράδυ της ζωής του το πέρασε με τη γερμανίδα φίλη του Μόνικα Ντάνεμαν και πιθανώς πέθανε από ένα θανατηφόρο συνδυασμό αλκοόλ και υπνωτικών χαπιών. Ένα μελαγχολικό ποίημα που βρέθηκε δίπλα στο κρεβάτι του έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι αυτοκτόνησε.
Ο Χέντριξ με τις αμέτρητες σχέσεις, άφησε πίσω του δύο παιδιά, την Ταμίκα (1966) από τον δεσμό του με την αμερικανίδα Νταϊάν Κάρπεντερ και τον Τζεϊμς (1969) από τον δεσμό του με τη σουηδέζα Εύα Σούντκβιστ. Ο ίδιος δεν τα αναγνώρισε εν ζωή, το έπραξε, όμως, αργότερα ο πατέρας του Αλ, ο οποίος ήταν διαχειριστής της κληρονομιάς του.
Ο Χέντριξ άφησε πίσω του και αμέτρητες ώρες ηχογραφημένου υλικού, μεταξύ των οποίων πολλά τραγούδια σε διάφορα στάδια παραγωγής. Τα νομικά προβλήματα που υπάρχουν ακόμη και σήμερα καθιστούν περίπλοκη και μπερδεμένη τη μεταθανάτια δισκογραφία του.
Παύλος Φύσσας (1979 – 2013)
Έλληνας μουσικός του χιπ-χοπ, γνωστός με το ψευδώνυμο Killah P. Δολοφονήθηκε από τον χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά κι έγινε σύμβολο του αντιφασιστικού κινήματος.
Ο Παύλος Φύσσας ήταν έλληνας μουσικός, γνωστός στους κύκλους της ελληνικής χιπ-χοπ (ραπ) σκηνής με το ψευδώνυμο Killah P. Η δολοφονία του από τον χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά τον Σεπτέμβριο 2013 τον κατέστησε σύμβολο του αντιφασιστικού κινήματος και αποκάλυψε ότι η «Χρυσή Αυγή» δεν ήταν απλώς ένα ακροδεξιό κόμμα, αλλά μία οργάνωση με χαρακτηριστικά εγκληματικής συμμορίας.
Ο Παύλος Φύσσας γεννήθηκε στις 10 Απριλίου 1979 στο Πέραμα, στους κόλπους μιας εργατικής οικογένειας. Ο πατέρας του δούλευε στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος και ο ίδιος μόλις τελείωσε το σχολείο είχε εργαστεί σε παρόμοιες δουλειές.
Ενασχόληση με τη μουσική και το χιπ-χοπ
Η μεγάλη του αγάπη όμως ήταν η μουσική. Έχοντας συνεργαστεί με γνωστούς καλλιτέχνες της χιπ-χοπ σκηνής, όπως ο Δημήτρης Μεντζέλος από τα «Ημισκούμπρια», είχε αρχίσει να διαμορφώνει το προσωπικό του στιλ στο συγκεκριμένο μουσικό είδος, μετέχοντας σε δισκογραφικές συλλογές, αλλά και σε συναυλίες στην Αθήνα και την περιφέρεια.
Μέσα από τους στίχους των τραγουδιών του μιλούσε για το προσφυγικό, για τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου στα Δεκεμβριανά του 2008 και του Κάρλο Τζουλιάνι στις διαδηλώσεις κατά της παγκοσμιοποίησης το 2001 στη Γένοβα. Είχε αναπτύξει αντιφασιστική δράση, αν και δεν ανήκε σε κάποιο κόμμα, όπως είχε δηλώσει ο πατέρας του. Δημοσιεύματα πάντως τον φέρουν να ήταν μέλος του πολιτικού σχηματισμού της ακροαριστεράς ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο Killah P. σήμαινε «Killer of the Past» («Φονιάς του Παρελθόντος»).
Η δολοφονία του
Το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου 2013, ο Παύλος Φύσσας είχε πάει μαζί με την κοπέλα του σε μία καφετέρια του Κερατσινίου για να παρακολουθήσουν τον αγώνα του Ολυμπιακού με την Παρί Σεν Ζερμέν για το Τσάμπιονς Λιγκ. Εκεί διαπληκτίστηκε με κάποια άτομα, τα οποία με τα κινητά τους κάλεσαν ενισχύσεις. Αυτό που αρχικά φάνηκε ως μία διαμάχη για το ποδόσφαιρο, στη συνέχεια έγινε αντιληπτό ότι είχε βαθύτερα πολιτικά κίνητρα, καθώς αυτοί που έσπευσαν στην καφετέρια ήταν μέλη των τοπικών οργανώσεων της «Χρυσής Αυγής».
Οι αστυνομικοί που κλήθηκαν να ερευνήσουν το περιστατικό είδαν τον Παύλο Φύσσα να κείται αιμόφυρτος στο οδόστρωμα με τραύματα από μαχαίρι στο στήθος. Διακομίστηκε στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας, όπου και διαπιστώθηκε ο θάνατός του τις πρώτες πρωινές ώρες της 18ης Σεπτεμβρίου 2013. Όσο είχε ακόμη τις αισθήσεις του, φέρεται να υπέδειξε τον 45χρονο Γιώργο Ρουπακιά, οδηγό φορτηγού, ως δράστη της εναντίον του επίθεσης, ο οποίος και συνελήφθη από τους αστυνομικούς.
Η «Δίκη της Χρυσής Αυγής» και η ιστορική απόφαση
Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα προκάλεσε την κινητοποίηση των αρχών (πολιτικών και δικαστικών). Ο Ρουπακιάς προφυλακίστηκε με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από πρόθεση και η δίκη του, που ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2015, αποτελεί ένα από τα κεφάλαια της μεγάλης «Δίκης της Χρυσής Αυγής», με τους συνολικά 69 κατηγορούμενος, από τους οποίους ξεχωρίζει ο αρχηγός του κόμματος Νίκος Μιχαλολιάκος. Κατηγορούνται μεταξύ άλλων για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση και απόπειρες ανθρωποκτονιών.
Η απόφαση του δικαστηρίου ανακοινώθηκε στις 7 Οκτωβρίου 2020.
Εγκληματική οργάνωση η “Χρυσή Αυγή”
Η “Χρυσή Αυγή” κρίθηκε εγκληματική οργάνωση σε μια ιστορική απόφαση- κόντρα στην πρόταση που είχε υποβάλει η εισαγγελέας Αδαμαντία Οικονόμου ότι δεν υφίσταται εγκληματική οργάνωση και πως όλες οι ενέργειες είναι μεμονωμένα περιστατικά, που δεν συνδέονται μεταξύ τους, αφαιρώντας δηλαδή την πολιτική κατεύθυνση στις εγκληματικές δράσεις της Χρυσής Αυγής.
Ένοχοι για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης κρίθηκαν οι: Μιχαλολιάκος, Λαγός, Κασιδιάρης, Παππάς, Ματθαιόπουλος, Παναγιώταρος, Γερμενής και ένοχοι για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση κρίθηκαν οι υπόλοιποι 11 κατηγορούμενοι βουλευτές και οι δυο πυρηνάρχες.
Νωρίτερα ο Γιώργος Ρουπακιάς είχε κριθεί ένοχος για την ανθρωποκτονία από πρόθεση με θύμα τον Παύλο Φύσσα. Από τους υπόλοιπους 17 για την ίδια υπόθεση, οι 15 κρίθηκαν ένοχοι για συνέργεια (Αναστάσιος -Μάριος Αναδιώτης, Γεώργιος Δήμου, Ελπιδοφόρος Καλαρίτης, Ιωάννης Βασίλειος Κομιανός, Κωνσταντίνος Κορκοβίλης, Αναστάσιος Μιχάλαρος, Γεώργιος Πατέλης, γραμματέας της ΤΟ Νίκαιας- πυρηνάρχης της οργάνωσης, Γεώργιος Σκάλκος, Γέωργιος Σταμπέλος, Λέων Τσαλίκης Αθανάσιος Τσόρβας, Νικόλαος Τσόρβας, και Αριστοτέλης Χρυσαφίτης).
Μάγδα Φύσσα: «Ο Παύλος τα κατάφερε... Γιε μου»
Με το άκουσμα της απόφασης η Μάγδα Φύσσα ξέσπασε σε λυγμούς και το ακροατήριο σε χειροκροτήματα. «Ο Παύλος τα κατάφερε... Γιε μου», είπε μετά την ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου.
Αγία Αριάδνη
Μάρτυρας της Χριστιανικής Εκκλησίας, η μνήμη της οποίας τιμάται στις 18 Σεπτεμβρίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και την 1η Νοεμβρίου από την Καθολική Εκκλησία.
Μάρτυρας της Χριστιανικής Εκκλησίας, η μνήμη της οποίας τιμάται στις 18 Σεπτεμβρίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και στις 17 Σεπτεμβρίου από την Καθολική Εκκλησία. Την ημέρα αυτή γιορτάζουν όσες φέρουν το όνομα Αριάδνη.
Σύμφωνα με τους συναξαριστές, η Αριάδνη ήταν δούλη του άρχοντα Τέρτυλου, ενός από τους ισχυρότερους παράγοντες της πόλης των Προμισέων, που βρισκόταν στο θέμα της Φρυγίας Σαλουταρίας. Είχε μεταστραφεί στον χριστιανισμό, αλλά όταν το έμαθε ο κύριός της την πίεσε να επανέλθει στην ειδωλολατρία. Αυτή επέμενε στην πίστη της και προκάλεσε τον Τέρτυλο, όταν αρνήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, κατά την ήμερα μάλιστα που γιόρταζε τα γενέθλιά του γιου του. Τότε τη βασάνισαν σκληρά και τις έγδαραν τις σάρκες.
Την άφησαν προσωρινά ελεύθερη, αλλά ο Τέρτυλος συνέχισε την καταδίωξή της. Για να φυλαχτεί από τους διώκτες της, πλησίασε σε μία πέτρα και προσευχήθηκε. Ο Θεός άκουσε την προσευχή της, η πέτρα άνοιξε και τη δέχτηκε στους «κόλπους» της. Την ίδια ώρα, οι διώκτες της θανατώθηκαν από φοβερούς Αγγέλους, οι οποίοι πάνω σε άλογα τους λόγχισαν με τα δόρατά τους.
Απολυτίκιο
Τη του Χριστού κυβερνωμένη παλάμη, ουκ εδουλώθης την ψυχήν Αριάδνη, αλλά ελευθέρα γνώμη ηνδραγάθησας, πάσαν γαρ επίνοιαν, του εχθρού καθελούσα, στέφος χαριτόπλοκον, εκ Θεού εκομίσω, ον εκδυσώπει Μάρτυς εκτενώς, ελεηθήναι, τους σε μακαρίζοντας.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/967?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-18
Γιάννης Γκιωνάκης (1922 – 2002)
Μεγάλος έλληνας κωμικός. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1922 και σπούδασε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του...
Ο μεγάλος έλληνας κωμικός Γιάννης Γκιωνάκης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 18 Σεπτεμβρίου 1922. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του, που ήταν γιατρός. Πολύ γρήγορα, όμως, εγκατέλειψε την Ιατρική για να γίνει ηθοποιός και τελείωσε τη Δραματική Σχολή του Κάρολου Κουν.
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1944, στην παράσταση «Τελευταίος Ασπροκόρακας». Ακολούθησαν ο «Βυσσινόκηπος» του Τσέχωφ, ο «Βυθός» και «Η Ζωή ξαναρχίζει», ενώ μεγάλες θεατρικές επιτυχίες του ήταν η «Σπασμένη Στάμνα» του Κλάιστ, ο «Κοριός» του Μαγιακόφσκι, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού και ο «Αρχοντοχωριάτης» του Μολιέρου. Επίσης, υπήρξε κλασσικός ερμηνευτής του Ψαθά, του Σακελάριου και του Γιαννακόπουλου.
Στην επιθεώρηση εμφανίστηκε στον «Έγκμοντ», τον «Πειρασμό», το «Βίρα τις άγκυρες», «Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται», «Καινούργια Αθήνα», «Άνθρωποι του '60», «Ζητείται τεμπέλης» και άλλα.
Στον κινηματογράφο έκανε το ντεμπούτο του το 1946, στο «Παπούτσι από τον τόπο σου». Ως τα μέσα της δεκαετία του '80 ακολούθησαν άλλες 100 ταινίες, από τις οποίες ξεχωρίζουν: «Το κορίτσι με τα παραμύθια» (1957), «Παιδί του δρόμου» (1957), «Τα κίτρινα γάντια» (1960), «Η ωραία του κουρέα» (1969), «Ένα αγόρι αλλιώτικο από τα άλλα» (1971), «Ο άνθρωπος που έσπαγε πλάκα» (1972).
Πέθανε στις 25 Αυγούστου του 2002.
Γκρέτα Γκάρμπο
Σουηδή ηθοποιός του κινηματογράφου, μία από τις πιο γοητευτικές και διάσημες σταρ της μεγάλης οθόνης.
Η Γκρέτα Γκάρμπο ήταν σουηδή ηθοποιός του κινηματογράφου, μία από τις πιο γοητευτικές και διάσημες σταρ της μεγάλης οθόνης. Η αινιγματική ιδιωτική ζωή της έλαβε θρυλικές διαστάσεις.
Η Γκρέτα Λοβίζα Γκούσταφσον, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1905 στη Στοκχόλμη από πολύ φτωχούς γονείς. Ως το 1923, χρονιά κατά την οποία πήρε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Γκάρμπο, με το οποίο έμελλε να γίνει διάσημη στον κόσμο του κινηματογράφου, πέρασε δύσκολα χρόνια. Στα δεκατέσσερά της θα δουλέψει σε μπαρμπέρικο, μετά πωλήτρια και μοντέλο.
Εμφανίστηκε για πρώτη φορά ως ηθοποιός σε διαφημιστικό φιλμ για ένα φούρνο, όπου γνωρίστηκε με τον σκηνοθέτη Έρικ Πέτσλερ, ο οποίος της εμπιστεύθηκε ένα μικρό ρόλο στην ταινία του «Πέτερ ο αλήτης» («Luffar-Petter», 1922). Μεταξύ 1922 και 1924 μαθήτευσε στο Βασιλικό Θέατρο της Στοκχόλμης. Στο διάστημα αυτό γνωρίστηκε με τον διάσημο εκείνη την εποχή σκηνοθέτη Μάουριτς Στίλερ, ο οποίος της προσέφερε ένα σημαντικό ρόλο στο φιλμ «Ο θρύλος του Γκέστα Μπέρλινγκ» («Gösta Berling's Saga»,1924), από το γνωστό μυθιστόρημα της νομπελίστριας συγγραφέως Σέλμα Λάνγκερλεφ.
Ο Στίλερ τής έδωσε τότε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Γκρέτα Γκάρμπο και την εκπαίδευσε στην υποκριτική του κινηματογράφου. Όταν το 1925 ο σουηδός σκηνοθέτης πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να συνεργαστεί με την MGM, ζήτησε με επιμονή να παραχωρηθεί και στην Γκάρμπο ένα συμβόλαιο.
Με την MGM, η Γκρέτα Γκάρμπο θα γυρίσει 24 ταινίες, οι σημαντικότερες από τις οποίες είναι: «Ο Χείμαρρος («The Torrent»,1926), «Σαρξ και Διάβολος» («Flesh and the Devil», 1927) και «Αγάπη» («Love», 1927), με τον δημοφιλέστερο τότε ηθοποιό Τζον Γκίλμπερτ, ο οποίος συνέδεσε το όνομά του με το δικό της σ’ ένα ειδύλλιο, το οποίο πήρε μεγάλη δημοσιότητα.
Η μεγάλη της επιτυχία, όμως, θα έρθει το 1930, με το «Άννα Κρίστι», όταν θα ακουστεί για πρώτη φορά μέσα τις σκοτεινές αίθουσες η βαθιά, βραχνή φωνή της. Ήταν η πρώτη ομιλούσα ταινίας της μεγάλης σταρ. Ένα χρόνο αργότερα θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία «Μάτα Χάρι», η οποία θα της χαρίσει τον τίτλο της πιο αινιγματικής σταρ του Χόλιγουντ.
Τον Ιούνιο του 1931 η Γκάρμπο θα γνωρίσει την Μερσέντες ντε Ακόστα. Οι δύο γυναίκες θα συνδεθούν με μακροχρόνια φιλία, που θα τελειώσει πικρά το 1960, όταν η Ακόστα, περιγράφοντας στην αυτοβιογραφία της τη σχέση τους, θα ισχυριστεί ότι είχαν δεσμό και θα δημοσιεύσει μία γυμνόστηθη φωτογραφία της Γκάρμπο από ένα ταξίδι που είχαν κάνει μαζί στη Σιέρα Νεβάδα.
Τη δεκαετία του 1930 το άστρο της Γκρέτα Γκάρμπο συνεχίζει να λάμπει πάνω από το Χόλιγουντ, εξασφαλίζοντάς της δόξα, δύναμη και χρήμα. Χαρισματική μπροστά στην κάμερα, η Γκάρμπο θα συγκινήσει βαθιά το κοινό, ενσαρκώνοντας το 1937 τη Μαργαρίτα Γκτιέ στο «Η κυρία με τις καμέλιες», τόσο ώστε κάποιοι θα ομολογήσουν ότι, παρακολουθώντας το θάνατο της σταρ στην οθόνη, είδαν την ψυχή της να αποχωρίζεται από το κορμί της. Το ίδιο κοινό που συνέπασχε με το δράμα της Μαργαρίτας, θα γελάσει με την ψυχή του δύο χρόνια μετά, στην άλλη μεγάλη επιτυχία της Γκάρμπο, την κλασική «Νινότσκα».
Παρ’ όλα αυτά, θα χάσει για τρίτη φορά το Όσκαρ μέσα από τα χέρια της, αυτή τη φορά από τη Βίβιαν Λι και το επικό «Όσα παίρνει ο άνεμος». Το Χόλιγουντ, όμως, δεν την ξεχνά και το 1954 της απονέμει ειδικό Όσκαρ για τις «αξέχαστες ερμηνείες της», το οποίο η Γκάρμπο δεν μπήκε καν στον κόπο να παραλάβει αυτοπροσώπως.
Το 1941, σε ηλικία μόλις 36 ετών, εγκατέλειψε το χώρο του θεάματος. Αν και διάσημοι άνδρες μπαινόβγαιναν στη ζωή τής Γκάρμπο, κανένας δεν κατάφερε να σπάσει το φράγμα της μοναξιάς, που τη συντρόφευε ως τα βαθιά της γεράματα. Στις 15 Απριλίου 1990 πέθανε στη Νέα Υόρκη, σε ηλικία 84 ετών.
Η Γκρέτα Γκάρμπο διέθετε, κατά την άποψη των σκηνοθετών της (Στίλερ, Παμπστ, Κιούκορ), αλλά και των κριτικών, το τέλειο ένστικτο του να κάνει τη σωστή κίνηση πάντα όποτε έπρεπε μπροστά στην κάμερα. Το ταλέντο της, η εντυπωσιακή ομορφιά της και η αδιαφορία της για την κοινή γνώμη έκαναν την καριέρα της μοναδική στην ιστορία του κινηματογράφου.
Το στυλ της περιείχε μυστήριο και απροσδιόριστο μαγνητισμό, πράγματα που αντιπροσώπευαν ό,τι ακριβώς ζητούσε το κοινό τής εποχής της. Το πρόσωπό της ενέπνευσε χιλιάδες απομιμήσεις. Το ειδικότερο ταλέντο της, να ενσαρκώνει τη μοιραία ηρωίδα που τα θυσιάζει στο τέλος όλα για τον έρωτα, βρήκε άμεση απήχηση στο κοινό.
Λέοναρντ Όιλερ (1707 – 1783)
Ελβετός φυσικομαθηματικός, ένας από τους θεμελιωτές των καθαρών μαθηματικών. Θεωρείται ο «πατέρας» του γνωστού παιχνιδιού σουντόκου...
Ελβετός φυσικομαθηματικός, ένας από τους θεμελιωτές των καθαρών μαθηματικών. Θεωρείται ο «πατέρας» του γνωστού παιχνιδιού σουντόκου, αφού διατύπωσε τους πρώτους κανόνες του.
Ο Λέοναρτ Όιλερ (Leonhard Euler) γεννήθηκε στη Βασιλεία της Ελβετίας στις 15 Απριλίου 1707. Ο πατέρας του, Πάουλ Όιλερ, ήταν πάστορας της Προτεσταντικής Εκκλησίας και η μητέρα του Μαργκερίτε Μπρούκερ, κόρη πάστορα. Σχεδόν αμέσως μετά τη γέννησή του, η οικογένειά του μετακόμισε στη γειτονική πόλη Ρίχεν, όπου ο Λέοναρντ πέρασε τα παιδικά του χρόνια, μαζί με τις δύο μικρές αδελφές του, την Άννα Μαρία και τη Μαρία Μαγκνταλένα.
Σε ηλικία μόλις 13 ετών εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας και σε ηλικία 16 ετών υποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή, με θέμα τις ομοιότητες της φιλοσοφίας του Καρτέσιου και του Νεύτωνα. Την ίδια περίοδο σπουδάζει Ελληνικά, Εβραϊκά και Θεολογία, ενώ λαμβάνει ιδιαίτερα μαθήματα από τον μεγάλο μαθηματικό της εποχής Γιόχαν Μπερνούλι (1667-1748), φίλο του πατέρα του. Ο Πάουλ Όιλερ ήθελε να κάνει τον γιο του πάστορα, αλλά ο Μπερνούλι ήταν αυτός που διέκρινε το απίστευτο ταλέντο του νεαρού στα μαθηματικά κι έπεισε τον πατέρα του ότι ο Λέοναρντ επέπρωτο να γίνει ένας μεγάλος μαθηματικός. Το 1726 υποστήριξε μία δεύτερη διατριβή, με θέμα την ταχύτητα του ήχου.
Την επόμενη χρονιά, αφού είχε αποτύχει να καταλάβει μία θέση πανεπιστημιακού καθηγητή στη Βασιλεία, συμμετείχε στον διαγωνισμό της Γαλλικής Ακαδημίας Επιστημών, με θέμα το πώς μπορούμε να τοποθετήσουμε με τον καλύτερο τρόπο τα ιστία πάνω σ' ένα πλοίο και κέρδισε το δεύτερο βραβείο, χάνοντας μόνο από τον Γάλλο φυσικομαθηματικό Πιερ Μπουγκέ, τον θεωρούμενο ως «πατέρα της ναυπηγικής». Την ίδια χρονιά δέχθηκε πρόσκληση από την τσαρίνα Αικατερίνη Α' να αναλάβει την έδρα της Φυσιολογίας στην Ακαδημία Επιστημών της Αγίας Πετρούπολης, μετά τον θάνατο του Νικολάους Μπερνούλι (1695-1726), γιου του Γιόχαν Μπερνούλι. Στη συνέχεια μεταπήδησε στο τμήμα μαθηματικών και το 1733 ανέλαβε τη διεύθυνσή του. Στις 7 Ιανουαρίου 1734 νυμφεύθηκε τη συμπατριώτισσά του Καταρίνα Γκσελ (1707-1773). Το ζευγάρι απέκτησε 13 παιδιά, από τα οποία μόνο τα πέντε επέζησαν.
Το 1741, λόγω της έκρυθμης κατάστασης στη Ρωσία, μετακόμισε στο Βερολίνο, αποδεχόμενος πρόσκληση του ηγεμόνα της Πρωσίας Φρειδερίκου Β' του Μεγάλου (1712-1786). Δούλεψε για 25 χρόνια στην τοπική Ακαδημία και δημοσίευσε πάνω από 300 επιστημονικά άρθρα. Στο Βερολίνο εξέδωσε δύο από τα σπουδαιότερα βιβλία του. Το 1748 την «Εισαγωγή στην Απειροστική Ανάλυση» («Introductio in analysin infinitorum») και το 1755 τις «Αρχές του διαφορικού λογισμού» (Institutiones calculi differentialis). Με τα χρόνια ο Όιλερ περιέπεσε σε δυσμένεια, ιδιαίτερα όταν απέτυχε να σχεδιάσει ένα συντριβάνι, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Φρειδερίκου. Ο Πρώσος μονάρχης αμφισβήτησε τις ικανότητες του Όιλερ ως μηχανικού, αλλά και τη φιλοσοφική του συγκρότηση. Στην πρωσική αυλή κυριαρχούσε η πληθωρική προσωπικότητα του επικοινωνιακού Βολταίρου, που βρισκόταν στον αντίποδα του συνεσταλμένου χαρακτήρα του Όιλερ.
Όταν δέχθηκε την πρόσκληση από τη Μεγάλη Αικατερίνη το 1766 επέστρεψε χωρίς δεύτερη σκέψη στα παλιά του «λημέρια». Όμως, η υγεία του διαρκώς χειροτέρευε. Έχοντας χάσει την όραση από το ένα του μάτι το 1735, προσεβλήθη από καταρράκτη στο υγιές μάτι του και με την πάροδο του χρόνου σχεδόν τυφλώθηκε. Παρά την τραγωδία αυτή, η παραγωγικότητά του συνεχίστηκε αμείωτη, επιβοηθούμενη από μία σπάνια μνήμη και μία αξιοσημείωτη ικανότητα για νοερούς υπολογισμούς. Το 1773 έχασε τη γυναίκα του, μετά από 40 χρόνια γάμου και τρία χρόνια αργότερα παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την ετεροθαλή αδελφή της Ζαλόμε Γκσελ (1723-1794).
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1783, κατά τη διάρκεια γεύματος στο σπίτι του κι ενώ συζητούσε με τον συνάδελφό του φυσικό Άντερς Λέξελ σχετικά με την πρόσφατη ανακάλυψη του πλανήτη Ουρανού, υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και λίγες ώρες αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή. Ενταφιάστηκε στο προτεσταντικό κοιμητήριο της Αγίας Πετρούπολης, δίπλα στην πρώτη σύζυγό Καταρίνα. Ο μαθηματικός και φιλόσοφος Νικολά Ντε Κοντορσέ, στον επικήδειο που εκφώνησε ενώπιον της Γαλλικής Ακαδημίας, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ο Όιλερ σταμάτησε να υπολογίζει και να ζει». Το 1956 και με αφορμή την επικείμενη 250η επέτειο από τη γέννησή του, τα λείψανά του μεταφέρθηκαν κι ενταφιάστηκαν στο Μοναστήρι του Αλεξάντερ Νέφσκι στην Αγία Πετρούπολη.
Το έργο του Όιλερ, που εκτείνεται σε κάθε πεδίο των μαθηματικών, αποτελείται από 75 τόμους και συνολικά 45.000 σελίδες. Επίσης, έχουν διασωθεί 4.000 χειρόγραφα αλληλογραφίας του με διάσημους σύγχρονούς του μαθηματικούς. Ο Ελβετός φυσικομαθηματικός είχε αποφασιστική και σημαντική συμβολή στη γεωμετρία, στην ανάλυση, στη μηχανική και τη θεωρία των αριθμών. Ανέπτυξε, επίσης, μεθόδους για τη λύση προβλημάτων στην αστρονομία κι έδωσε χρήσιμες εφαρμογές των μαθηματικών στην τεχνολογία. Πολλοί μαθηματικοί όροι φέρουν το όνομά του, όπως η Σταθερά του Όιλερ και ο Αριθμός του Όιλερ (το γνωστό e).
Σαντιάγο Καρίγιο (1915 – 2012)
Ισπανός κομμουνιστής ηγέτης. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ισπανίας από το 1960 έως το 1982.
Ισπανός κομμουνιστής ηγέτης. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ισπανίας από το 1960 έως το 1982. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, τόσο στη μετάβαση της χώρας του προς τη δημοκρατία μετά το θάνατο του δικτάτορα Φράνκο, όσο και στη γέννηση και ανάπτυξη του «Ευρωκομμουνισμού».
Ο Σαντιάγο Χοσέ Καρίγιο Σολάρες (Santiago Jose Carillio Solares) γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1915 στην πόλη Χιχόν της Βορειοδυτικής Ισπανίας. Ήταν γιος του Βενθεσλάο Καρίγιο, σημαίνοντος στελέχους του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ισπανίας (PSOE) και του εργατικού συνδικάτου Γενική Ένωση Εργατών (UGT), και της Μαρίας Ροζαλίας Σολάρες. Σε ηλικία έξι ετών μετακόμισε με την οικογένειά του στη Μαδρίτη.
Από πολύ μικρός αναμείχθηκε στην πολιτική. Στα 13 του εργαζόταν στην εφημερίδα του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ο Σοσιαλιστής (El Socialista), ενώ την ίδια περίοδο εντάχθηκε στη νεολαία του κόμματος και στη σοσιαλιστική συνδικαλιστική οργάνωση UGT. Στα 17 του συμμετείχε στην εκτελεστική επιτροπή της Σοσιαλιστικής Νεολαίας και ανέλαβε εκδότης του περιοδικού της οργάνωσης Renovacion (Ανανέωση). Ανήκε στην αριστερή πτέρυγα της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, η οποία γινόταν όλο και πιο ριζοσπαστική. Από τον Οκτώβριο του 1934 έως τον Φεβρουάριο του 1936 φυλακίστηκε για τη συμμετοχή του στην αποτυχούσα εξέγερση της 6ης Οκτωβρίου 1934.
Αμέσως μετά την αποφυλάκισή του μετέβη στη Μόσχα, με στόχο να συνενώσει τη Σοσιαλιστική και την Κομμουνιστική Νεολαία της Ισπανίας. Η προσπάθειά του κέρδισε την υποστήριξη του Στάλιν, με αποτέλεσμα την ίδρυση της Ενωμένης Σοσιαλιστικής Νεολαίας (JSU), της οποίας ανέλαβε την καθοδήγηση. Με την έκρηξη του Εμφυλίου Πολέμου στην Ισπανία (17 Ιουλίου 1936) εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα (PCE) και επέδειξε μια άκρως φιλοσοβιετική στάση. Δραστηριοποιήθηκε στη Μαδρίτη, όπου εκλέχτηκε σύμβουλος δημόσιας τάξης και μέλος της Επιτροπής Αμύνης της πολιορκούμενης από τους φρανκιστές ισπανικής πρωτεύουσας (7 Νοεμβρίου 1936). Ως εκ της θέσεώς του θεωρήθηκε υπεύθυνος για τη σφαγή χιλιάδων δεξιών αντιφρονούντων στο Παρακουέγιος της Μαδρίτης (Νοέμβριος - Δεκέμβριος 1936), αν και ο ίδιος πάντοτε υποστήριζε πως αυτή η πράξη υπήρξε έργο ανεξέλεγκτων στοιχείων του στρατοπέδου των Δημοκρατικών.
Μετά την επικράτηση του στρατηγού Φράνκο και τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου (1 Απριλίου 1939), ο Καρίλιο διέφυγε στο Παρίσι, όπου έζησε τα περισσότερα χρόνια της 37χρονης εξορίας του, προσπαθώντας να αναδιοργανώσει το εκτός νόμου ΚΚΙ. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Φράνκο ίδρυσε τις Εργατικές Επιτροπές (Comissiones Obreras), που κατόρθωσαν σταδιακά να εισχωρήσουν στα επίσημα συνδικάτα και να αποτελέσουν τον πυρήνα για την επανασύσταση του κόμματος στη μεταφρανκική περίοδο. Σήμερα, οι Εργατικές Επιτροπές (CCOO) είναι το μεγαλύτερο συνδικάτο στην Ισπανία. «Δελφίνος» της Ντολόρες Ιμπαρούρι (της θρυλικής «Πασιονάρια» του Εμφυλίου Πολέμου), ο Καρίγιο εξελέγη γενικός γραμματέας του κόμματος στις 3 Ιουλίου 1960, κατά τη διάρκεια του 6ου Συνεδρίου του ΚΚΙ, που συνήλθε στην Πράγα.
Ο Καρίγιο υπήρξε ένας από τους διαπρύσιους υποστηρικτές της απεξάρτησης του κόμματος από το ΚΚΣΕ, ιδίως μετά τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968 και την καταστολή της Άνοιξης της Πράγας. Με ιδιαίτερη θέρμη διακήρυττε την αυτονομία των δυτικοευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων στην πορεία τους προς τον σοσιαλισμό, μία τάση που έγινε γνωστή ως Ευρωκομουνισμός.
Μετά τον θάνατο του Φράνκο (20 Νοεμβρίου 1975), ο Καρίγιο επέστρεψε μυστικά στην Ισπανία και άσκησε κάθε δυνατή πολιτική πίεση, προκειμένου να επιτύχει τη νομιμοποίηση του ΚΚΙ. Στις 2 Μαρτίου 1977 υπέγραψε τη ληξιαρχική πράξη γέννησης του Ευρωκομμουνισμού στη Μαδρίτη με τους Ζορζ Μαρσέ (γ.γ. του Κ.Κ. Γαλλίας) και τον Ενρίκο Μπερλιγκουέρ (γ.γ. του Κ.Κ. Ιταλίας). Λίγο πριν από τις πρώτες δημοκρατικές εκλογές του Ιουνίου 1977, στις οποίες ο Καρίγιο εκλέχτηκε βουλευτής Μαδρίτης, το ΚΚΙ νομιμοποιήθηκε (9 Απριλίου 1977) από την κυβέρνηση του Αδόλφο Σουάρεθ.
Η συμβολή του ΚΚΙ και προσωπικά του Καρίγιο στην εμπέδωση της δημοκρατίας στην Ισπανία ήταν σημαντική. Στη μαύρη σελίδα του αποτυχημένου πραξικοπήματος του συνταγματάρχη Τεχέρο στις 23 Φεβρουαρίου 1979, ο Καρίγιο ήταν ο ένας από τους τρεις πολιτικούς, μαζί με τον πρωθυπουργό Αδόλφο Σουάρεθ και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης στρατηγό Γκουτιέρεθ Μεγιάδο, που παρέμειναν καθιστοί στα έδρανά τους, μη υπακούοντας στις διαταγές των πραξικοπηματιών.
Μετά την αποτυχία στις εκλογές του 1982, στις οποίες θριάμβευσαν οι Σοσιαλιστές του PSOE υπό τον Φελίπε Γκονζάλεζ και την εσωκομματική κριτική που δέχτηκε, ο Καρίγιο παραιτήθηκε από την ηγεσία του ΚΚΙ στις 6 Δεκεμβρίου 1982. Στις 15 Απριλίου 1985 εγκατέλειψε οριστικά το ΚΚΙ, ιδρύοντας ταυτόχρονα το Κόμμα των Εργατών - Κομμουνιστική Ενότητα (PTE-UC). Ο νέος κομματισμός σχηματισμός απέτυχε να κάνει αισθητή την παρουσία του στην ισπανική πολιτική σκηνή και τελικά εντάχθηκε ως συνιστώσα στο Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSOE) στις 27 Οκτωβρίου 1991, χωρίς τον Καρίγιο, που αποχώρησε από την πολιτική και αφιερώθηκε στη συγγραφή βιβλίων, άρθρων και σε σποραδικές εμφανίσεις στα μέσα ενημέρωσης. Στις 20 Οκτωβρίου 2005 αναγορεύτηκε σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Μαδρίτης, προκαλώντας την έντονη αντίδραση των φοιτητών της Δεξιάς, που μποϋκόταραν την τελετή.
Ο Σαντιάγο Καρίγιο πέθανε στις 18 Σεπτεμβρίου 2012 στη Μαδρίτη, σε ηλικία 97 ετών. Ήταν νυμφευμένος με την Κάρμεν Μενέντεθ, με την οποία απέκτησε τρεις γιούς, τον Σαντιάγο, τον Χόρχε και τον Χοσέ.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1964 η Αθήνα γνώρισε στιγμές μεγαλείου και χλιδής με τον γάμο του βασιλιά των Ελλήνων Κωνσταντίνου Β’ και της Δανής πριγκίπισσας Άννας Μαρίας...
FacebookTwitterLinkedInMessengerViberWhatsAppΑνταλλαγή
Το βασιλικό ζεύγος στη γαμήλια πομπή στους δρόμους της Αθήνας.
Το βασιλικό ζεύγος στη γαμήλια πομπή στους δρόμους της Αθήνας.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1964 η Αθήνα γνώρισε στιγμές μεγαλείου και χλιδής με τον γάμο του βασιλιά των Ελλήνων Κωνσταντίνου Β’ και της Δανής πριγκίπισσας Άννας Μαρίας. Ήταν ο πρώτος και ο τελευταίος επίσημος γάμος εν ενεργεία μονάρχη που έγινε στην Ελλάδα και προσήλκυσε το γενικό ενδιαφέρον.
Και οι δύο μελλόνυμφοι ανήκαν στην ίδια δυναστεία (Σλέσβιχ - Χολστάιν - Ζόντερμπουργκ - Γκλίσμπουργκ) και ήταν μακρινοί συγγενείς. Ο Κωνσταντίνος ήταν μόλις 24 ετών και είχε διαδεχθεί στον ελληνικό θρόνο τον πατέρα του Παύλο, που είχε πεθάνει στις 6 Μαρτίου 1964. Η Άννα Μαρία μόλις είχε συμπληρώσει τα 18 της χρόνια και ήταν η τριτότοκη κόρη του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου του 9ου και της βασίλισσας Ίνγκριντ.
Το ζευγάρι είχε γνωριστεί το 1959 στη Δανία και αμέσως αναπτύχθηκε μεταξύ τους ένα τρυφερό αίσθημα, που εξελίχθηκε σε έρωτα. Όταν έγιναν οι αρραβώνες του ζεύγους τον Ιανουάριο του 1963, η Άννα Μαρία είχε δηλώσει: «Δεν ονειρεύτηκα ποτέ να παντρευτώ ένα Βασιλιά. Ήθελα απλά να είμαι μία γυναίκα ευτυχισμένη με το σύζυγό της. Ναι, αγαπώ εδώ και καιρό τον Κωνσταντίνο, και εύχομαι ο χρόνος να μας επιτρέψει να ζήσουμε μερικά χρόνια όπως όλος ο κόσμος».
Δέκα ημέρες πριν από τη γαμήλια τελετή, η Αθήνα σημαιοστολίζεται και πανηγυρίζει, καθώς στις 11 Σεπτεμβρίου υποδέχεται τη μελλοντική βασίλισσα και τις επόμενες ημέρες πλήθος γαλαζοαίματων, που καταφθάνουν στην ελληνική πρωτεύουσα για το κοσμικό αυτό γεγονός.
Η γαμήλια τελετή ξεκίνησε στις 10 το πρωί της Παρασκευής 18 Σεπτεμβρίου στη Μητρόπολη των Αθηνών, που είχε διακοσμηθεί με 10.000 κόκκινες γλαδιόλες. Την παρακολούθησαν 1.200 προσκεκλημένοι, ανάμεσά τους 18 βασιλείς (Μποντουέν και Φαμπιόλα του Βελγίου, Φουμιφόν και Σιρικίτ της Ταϊλάνδης, Χουσεΐν και Μόνα της Ιορδανίας και όλα τα σκανδιναβικά βασιλικά ζεύγη), 7 διάδοχοι θρόνων, 2 βασιλικοί σύζυγοι, 103 πρίγκιπες και πριγκίπισσες, καθώς και 20 δούκες και κόμητες.
Το μυστήριο του γάμου τέλεσε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Β’, συνεπικουρούμενος από τον πρωθιερέα των ανακτόρων, αρχιμανδρίτη Ιερώνυμο Κοτσώνη, τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών επί δικτατορίας. Από εκκλησιαστικής πλευράς, στη γαμήλια τελετή παρέστησαν 104 πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι και αρχιερείς της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τα χρυσοΰφαντα άμφιά τους. Η καθολική συμμετοχή των ηγετών της ορθοδοξίας προσέδωσε πανορθόδοξο χαρακτήρα στο γεγονός, επειδή ο Κωνσταντίνος ήταν ο μοναδικός εν ενεργεία ορθόδοξος βασιλιάς.
Στις 11:10 π.μ. η τελετή έληξε και οι νεόνυμφοι υπό τους ήχους πανηγυρικών κανονιοβολισμών επιβιβάστηκαν σε άμαξα, που την έσερναν 6 γκριζόλευκα άλογα. Εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου είχε κατακλύσει τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας για να παρακολουθήσουν τη βασιλική πομπή με τους νεόνυμφους. Δεν ήταν μόνο το θέαμα που τράβηξε τον κόσμο. Το νεαρό ζευγάρι προκαλούσε συμπάθεια. Ιδιαίτερα στον «δημοκρατικό» (μη Δεξιό) κόσμο είχε καλλιεργηθεί η πεποίθηση ότι ο γάμος του Κωνσταντίνου με τη Δανέζα πριγκίπισσα, που διακρινόταν για την απλότητά της, και ο παραμερισμός της πολυπράγμονος βασιλομήτορος Φρειδερίκης, θα σήμανε τον εκδημοκρατισμό της Αυλής και την αποφυγή ανάμειξής της στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Γρήγορα, όμως, όσοι καλλιεργούσαν αυτή την πεποίθηση, θα διαψευστούν πανηγυρικά...
Ο Εθνικός Εναέριος Χώρος της Ελλάδας και το FIR Αθηνών
Τι είναι, ποια τα όρια, πώς καθορίστηκαν και γιατί η Τουρκία τα παραβιάζει συστηματικά στο Αιγαίο από το 1974 και μετά.
Ο χάρτης του FIR Αθηνών
Από την εισβολή του «Αττίλα» στην Κύπρο (20 Ιουλίου 1974) και εντεύθεν η Τουρκία εφαρμόζει μία αναθεωρητική πολιτική στο χώρο του Αιγαίου, η οποία στο ζήτημα του εναερίου χώρου εκφράζεται με παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και παραβάσεις στην Περιοχή Πληροφοριών Πτήσης (Flight Information Region), γνωστή στα καθ’ ημάς με το αγγλικό αρκτικόλεξο FIR.
O Εθνικός Εναέριος Χώρος (ΕΕΧ) είναι ο αέρας πάνω από το έδαφος και την αιγιαλίτιδα ζώνη (χωρικά ύδατα) ενός κράτους, στην οποία αυτό ασκεί απόλυτη κυριαρχία.
Η αιγιαλίτιδα ζώνη της Ελλάδας είναι έξι ναυτικά μίλια από της ακτές της (ηπειρωτικές και νησιωτικές), οπότε και ο εναέριος χώρος της θα έπρεπε να ταυτίζεται, σύμφωνα με τα διεθνώς κρατούντα. Όμως, με το προεδρικό διάταγμα της 18ης Σεπτεμβρίου 1931 της κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου η Ελλάδα όρισε τον εναέριο χώρο της στα 10 ναυτικά μίλια, σε μία εποχή που η αιγιαλίτιδα ζώνη ήταν μόλις 3 ν.μ. (Στα 6 ν.μ θα οριστεί το 1936). Η έκταση του ελληνικού εναερίου χώρους στα 10 ν.μ. επαναβεβαιώθηκε από το ελληνικό κράτος και το 1988 με την κύρωση του κώδικα αεροπορικού δικαίου (Ν.1815 της 11ης Νοεμβρίου 1988).
Όλες οι χώρες, από τότε μέχρι σήμερα σέβονται αυτό το «ελληνικό παράδοξο», όπως έχει χαρακτηρισθεί, εκτός από την Τουρκία. Η γείτων μέχρι το 1974 δεν είχε κι αυτή εγείρει καμία αμφισβήτηση του καθεστώτος των 10 ναυτικών μιλίων. Από τότε διαρκώς αμφισβητεί το εύρος του εναερίου χώρου από τα 6 στα 10 ναυτικά μίλια και με την πάροδο του χρόνου τον παραβιάζει όλο και περισσότερο με τα πολεμικά της αεροπλάνα, καθώς τον θεωρεί διεθνή εναέριο χώρο.
Πολλές φορές οι τουρκικές παραβιάσεις αφορούν και το εύρος των έξι μιλίων στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, στο πλαίσιο της πολιτικής των «γκρίζων ζωνών», ενώ ακόμη τα αεροπλάνα της προβαίνουν σε υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά.
Η Ελλάδα από την πλευρά της απορρίπτει τους τουρκικούς ισχυρισμούς και προβάλλει τρία επιχειρήματα:
Η άσκηση κυριαρχίας στον εναέριο χώρο μέχρι τα 10 ν.μ. είναι απόλυτα νόμιμη, αφού δεν υπερβαίνει τα 12 ν.μ, που ορίζει το δίκαιο της θάλασσας ως ανώτατο όριο της αιγιαλίτιδας ζώνης και του εθνικού εναερίου χώρου, σύμφωνα και με το νομικό επιχείρημα «εκ του μείζονος το έλασσον» (argumentum a majori ad minus), δηλαδή όταν το δίκαιο επιτρέπει το μείζον έπεται ότι πολύ περισσότερο επιτρέπει και το έλασσον.
Η Τουρκία για σχεδόν 44 χρόνια αποδεχόταν το εύρος των 10 ν.μ του ελληνικού εναέριου χώρου χωρίς ουδεμία διαμαρτυρία ή αμφισβήτηση, γεγονός που θεμελιώνει σιωπηρή αποδοχή του κατά το διεθνές δίκαιο.
Έχει προβεί σε γνωστοποίηση της νομοθεσίας της.
Η Περιοχή Πληροφόρησης Πτήσεων (FIR)
Η ανάπτυξη των αεροπορικών μεταφορών μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οδήγησε στην ανάγκη να προσδιοριστούν από τη διεθνή κοινότητα κανόνες και κανονισμοί της εναέριας κυκλοφορίας. Την αποστολή αυτή ανέλαβε ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO), που εδρεύει στο Μόντρεαλ του Καναδά.
H λύση που υιοθετήθηκε ήταν η κατανομή του συνόλου του εναερίου χώρου της υφηλίου σε ζώνες επίγειας ευθύνης, που ονομάστηκαν Περιοχές Πληροφόρησης Πτήσεων (FIR) και διαμορφώθηκαν με το εξής σκεπτικό: Κάθε κράτος αναλαμβάνει τον έλεγχο και τον συντονισμό του αέρα πάνω από το έδαφός του, ενώ στην περίπτωση που το κράτος είναι παράκτιο μπορεί να αναλάβει και τμήμα του διεθνούς εναερίου χώρου που γειτνιάζει με τον εθνικό του εναέριο χώρο. Στην περίπτωση αυτή το κράτος δεν ασκεί εθνική κυριαρχία επί του διεθνούς εναερίου χώρου, αλλά έχει μόνο την αρμοδιότητα που του απονέμεται από τον ICAO για τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας. Δηλαδή, με μία λέξη ασκεί καθήκοντα τροχονόμου.
Το FIR Αθηνών, που καθορίστηκε κατά τα έτη 1950, 1952 και 1958 περιλαμβάνει:
Όλη την ελληνική επικράτεια και όλο το Αιγαίο (ελληνικά και διεθνή ύδατα) μέχρι τη μέση γραμμή μεταξύ των ανατολικών ακτών των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και των απέναντι τουρκικών παραλίων, εκκινώντας από τις εκβολές του Έβρου και φθάνοντας ως το Καστελόριζο.
Προς Νότο, μέχρι τη μέση γραμμή μεταξύ Κρήτης και των απέναντι αφρικανικών ακτών.
Προς δυσμάς, μέχρι τη μέση γραμμή με τις απέναντι ιταλικές ακτές.
Την ευθύνη του FIR Αθηνών έχει η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας και καθήκοντα «τροχονόμου» ασκεί η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία, η οποία προβαίνει σε διαδικασίες αναγνώρισης των αγνώστων στις αρμόδιες αρχές εναέριας κυκλοφορίας ιχνών αεροσκαφών, που έχουν εισέλθει στο FIR Αθηνών χωρίς να έχουν υποβάλει σχέδιο πτήσεως, καθώς και σε αναχαιτίσεις, όταν αυτά παραβιάζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο.
Το πρόβλημα με το FIR Αθηνών εντοπίζονται στον διεθνή εναέριο χώρο του Αιγαίου και στην αμφισβήτησή του από την Τουρκία, όπου σχεδόν καθημερινά τα τελευταία χρόνια τα πολεμικά της αεροσκάφη προβαίνουν σε παραβάσεις των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας, μη υποβάλλοντας σχέδια πτήσεως, όπως απαιτεί η Ελλάδα, για λόγους ασφαλείας των πολιτικών πτήσεων, επικαλούμενη τους κανόνες του ICAO και τη διεθνή πρακτική. Από την πλευρά της, η Τουρκία θεωρεί ότι ενεργεί νόμιμα, ισχυριζόμενη ότι τα κρατικά αεροπλάνα εξαιρούνται από τη Σύμβαση του Σικάγου του 1944 «περί διεθνούς πολιτικής αεροπορίας».
Ένας από τους διακηρυγμένους στόχους της Τουρκίας είναι να επεκτείνει τη δικαιοδοσία της εντός του FIR Αθηνών μέχρι το μέσο του Αιγαίου (25ος Μεσημβρινός), διχοτομώντας έτσι το Αιγαίο και θέτοντας τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου υπό τη δικαιοδοσία του FIR Κωνσταντινουπόλεως. Το επιχείρησε στις 8 Αυγούστου 1974, εκδίδοντας εντελώς αυθαίρετα τη ΝΟΤΑΜ 714 («ειδοποίηση προς αεροναυτιλομένους»). Η Ελλάδα απάντησε με την ΝΟΤΑΜ 1157, που κήρυσσε το Αιγαίο επικίνδυνη περιοχή, με αποτέλεσμα να κλείσει ο εναέριος χώρος του Αιγαίου για έξι χρόνια. Το 1980 η Άγκυρα ανακάλεσε τη ΝΟΤΑΜ 714, κάτω από τη διεθνή πίεση και όταν διαπίστωσε ότι το μέτρο έβλαπτε τα συμφέροντά της και ιδίως τον τουρισμό της. Η Ελλάδα απέσυρε αμέσως τη δική της ΝΟΤΑΜ, με αποτέλεσμα να ξανανοίξει ο εναέριος του Αιγαίου.
Θανατηφόρες αερομαχίες στο Αιγαίο
22 Ιουλίου 1974: Δύο ελληνικά F-5 εμπλέκονται σε αερομαχία με ένα ζευγάρι τουρκικών F-102 στην περιοχή του Αγίου Ευστρατίου. Το ένα τουρκικό θα καταρριφθεί από πύραυλο και το άλλο θα συντριβεί, λόγω εξαντλήσεως των καυσίμων του.
18 Ιουνίου 1992: Σημειώνεται σοβαρό ελληνοτουρκικό επεισόδιο στο Αιγαίο. Στρατιωτικό αεροσκάφος Μιράζ συντρίβεται, ενώ αναχαιτίζει τουρκικά μαχητικά νοτιοανατολικά του Άη- Στράτη. Σκοτώνεται ο χειριστής του, υποσμηναγός Νίκος Σιαλμάς.
8 Φεβρουαρίου 1995: Τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος F-16 συντρίβεται στη θαλάσσια περιοχή νότια της Ρόδου, εξαιτίας βλάβης, αλλά ο χειριστής του διασώζεται, περισυλλέγεται από ελληνικό στρατιωτικό ελικόπτερο και μεταφέρεται την Τουρκία. Το τουρκικό αεροσκάφος μετείχε σε σμήνος τεσσάρων F-16 που παραβίασαν τον ελληνικό εναέριο χώρο και αναχαιτίστηκαν από ελληνικά μαχητικά αεροσκάφη.
28 Φεβρουαρίου 1995: Ένα από τα δύο τουρκικά αεροσκάφη τύπου F-4 που παραβίασαν τον ελληνικό εναέριο χώρο συντρίβεται δυτικά της Λέσβου, ύστερα από αναχαίτισή του από ελληνικά αεροσκάφη. Ο ένας χειριστής σκοτώθηκε, ενώ σώθηκε ο συγκυβερνήτης του.
8 Οκτωβρίου 1996: Τουρκικό αεροσκάφος τύπου F-16 συντρίβεται 15 μίλια νοτιοδυτικά της Χίου. Όπως γίνεται γνωστό, δύο ελληνικά Μιράζ 2000 είχαν αναγνωρίσει και αναχαιτίσει δύο τουρκικά F-16 και τέσσερα F-4 που εισήλθαν στο FIR Αθηνών. Νεκρός ανασύρεται ο ένας εκ των δύο ανδρών του πληρώματος, σμηναγός Ναΐλ Ερντογάν.
23 Μαΐου 2006: Αερομαχία στο Αιγαίο. Ένα τουρκικό κι ένα ελληνικό F-16 συγκρούονται κατά τη διάρκεια εμπλοκής πάνω από την Κάρπαθο, με αποτέλεσμα να καταπέσουν αμφότερα στη θάλασσα. Σώος ανασύρεται ο τούρκος πιλότος, νεκρός ο σμηναγός Κωνσταντίνος Ηλιάκης.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/1385?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-18