Μαρίνος Μητραλέξης (1916 – 1948: Ο έλληνας καμικάζι
Αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας, που έγραψε ιστορία κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, με τον εμβολισμό και την κατάρριψη εχθρικού αεροπλάνου.
Αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας, που έγραψε ιστορία κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, με τον εμβολισμό και την κατάρριψη εχθρικού αεροπλάνου.
O Μαρίνος Μητραλέξης γεννήθηκε το 1916 στο χωριό Μίλα Μεσσηνίας. Τον Οκτώβριο του 1935 εισήλθε στη Σχολή Αεροπορίας, από την οποία αποφοίτησε τον Αύγουστο του 1938 με το βαθμό του Ανθυποσμηναγού.
Με την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου υπηρετούσε στην 22η Μοίρα Διώξεως στη Μίκρα της Θεσσαλονίκης, η οποία διέθετε αεροπλάνα πολωνικής κατασκευής PZL P24 (Πε-Ζετ-Ελ). Το μεσημέρι της 2ας Νοεμβρίου 1940 εθεάθησαν πάνω από τη Βέροια σμήνη ιταλικών βομβαρδιστικών, συνοδευόμενα από καταδιωκτικά, με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη. Αμέσως σήμανε συναγερμός στη Μίκρα κι ένας σχηματισμός αεροπλάνων απογειώθηκε για να τα αναχαιτίσει. Το κατόρθωσαν με επιτυχία και αποσόβησαν το βομβαρδισμό της Θεσσαλονίκης.
Κατά τη διάρκεια των αερομαχιών, ο ανθυποσμηναγός Μητραλέξης διαπίστωσε ότι του σώθηκαν τα πυρομαχικά και τότε με ενέργεια καμικάζι επιτέθηκε σ’ ένα εχθρικό βομβαρδιστικό τύπου Savoia-Marchetti και με τον έλικα του κινητήρα του απέκοψε το ουραίο πηδάλιο και το κατέρριψε κοντά στον Λαγκαδά. Παρά τη σοβαρή βλάβη που υπέστη ο έλικας του αεροπλάνου του, κατόρθωσε να το προσγειώσει σ’ ένα χωράφι, στο σημείου που λίγο νωρίτερα είχαν προσγειωθεί με τα αλεξίπτωτά τους το πλήρωμα του καταρριφθέντος ιταλικού βομβαρδιστικού. Με τη βοήθεια χωρικών τούς συνέλαβε και τους μετέφερε στη Στρατιωτική Διοίκηση Θεσσαλονίκης. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχή διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου συνέχισε την πολεμική δράση του.
Ο Μαρίνος Μητραλέξης έμελλε να αφήσει την τελευταία του πνοή στα γαλανά νερά του Αιγαίου. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1948, κατά την εκτέλεση αποστολής αναγνώρισης, το αεροσκάφος τύπου Airspeed Oxford κατέπεσε λόγω μηχανής βλάβης στη θαλάσσια περιοχή κοντά στην Τήνο και βυθίστηκε. Τον επισμηναγό Μητραλέξη ακολούθησαν στο υγρό τάφο ο αντισμήναρχος Δημοσθένης Πολίτης και ο επισμηναγός Δημήτριος Γαλανάκος, που επέβαιναν του μοιραίου αεροπλάνου.
Κώστας Γεωργάκης (1948 – 1970)
Φοιτητής της Γεωλογίας από την Κέρκυρα, που αυτοπυρπολήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1970 στη Γένοβα, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας.
Φοιτητής της Γεωλογίας από την Κέρκυρα, που αυτοπυρπολήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1970 στη Γένοβα, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το στρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας.
Γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου 1948 και ήταν μέλος της ΕΔΗΝ, της Νεολαίας της Ενώσεως Κέντρου. Τον Ιούλιο του 1970 αποκάλυψε ανώνυμα ότι η Χούντα των Αθηνών είχε διεισδύσει με ανθρώπους της και διαβρώσει τις ελληνικές φοιτητικές οργανώσεις στην Ιταλία. Η ταυτότητά του γρήγορα έγινε γνωστή και ο ίδιος φοβούμενος για την τύχη της οικογένειάς του στην Ελλάδα αποφάσισε να κάνει μια εντυπωσιακή ενέργεια, που θα προκαλέσει την προσοχή της διεθνούς κοινής γνώμης για την κατάσταση στην Ελλάδα.
Το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου 1970, ο Γεωργάκης έγραψε ένα γράμμα στον πατέρα του, όπου ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ο γιος σου δεν είναι ήρωας, είναι ένας άνθρωπος σαν τους άλλους, ίσως μάλιστα να φοβάμαι και λίγο περισσότερο… Φίλα τη γη μας για μένα».
Αφού τελείωσε το γράμμα, βγήκε από το σπίτι και με το 500αράκι Φιατάκι του, που είχε κολλημένη μια φωτογραφία του Ανδρέα Παπανδρέου στο παρμπρίζ του, έφτασε στις 3 τα ξημερώματα στην Πλατεία Ματεότι της Γένοβας. Από το πορτ μπαγκάζ πήρε τρία μπουκάλια γεμάτα βενζίνη και ύστερα κατευθύνθηκε προς τα σκαλιά του Παλάτσο Ντουκάλε, στο οποίο στεγάζονταν τότε τα δικαστήρια της πόλης. Κάτω από τη μεγάλη στοά, άνοιξε τα μπουκάλια και έριξε τη βενζίνη στα ρούχα του. Μετά άναψε το σπίρτο...
Εκείνη την ώρα στην πλατεία ήταν μόνο μια ομάδα εργατών καθαριότητας, οι οποίοι έτρεξαν να βοηθήσουν τον έλληνα φοιτητή. Όταν έφθασαν κοντά του, οι φλόγες είχαν ήδη τυλίξει το σώμα του, ωστόσο ο Κώστας Γεωργάκης είχε ακόμη το κουράγιο να φωνάξει: «Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα». Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου δέκα ώρες αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή. Στο σημείο της θυσίας υπάρχει σήμερα μια μαρμάρινη στήλη με την επιγραφή στα ιταλικά: «Η Ελλάδα θα τον θυμάται για πάντα».
Η Χούντα αποσιώπησε το γεγονός κι επέτρεψε τη μεταφορά της σορού του στη γενέτειρά του με καθυστέρηση τεσσάρων μηνών, φοβούμενη τη λαϊκή αντίδραση. Η πράξη του αφύπνισε τη διεθνή κοινή γνώμη για την κατάσταση στην Ελλάδα, που στέναζε κάτω από την μπότα των Συνταγματαρχών.
Ο τάφος του Κώστα Γεωργάκη βρίσκεται στο Α' Δημοτικό Νεκροταφείο της Κέρκυρας. Μια μικρή πλατεία της πόλης φέρει το όνομά του, ενώ έχει αναγερθεί ένα μνημείο προς τιμήν του.
Η αυτοθυσία του φοιτητή Κώστα Γεωργάκη είναι μοναδικό και ξεχωριστό γεγονός στην αντίσταση κατά της Χούντας, προάγγελος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Ο μεγάλος μας ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος απαθανάτισε τη θυσία του με τους στίχους από το ποίημά του «Η Θέα του Κόσμου»: «…ήσουν η φωτεινή περίληψη του δράματός μας…στην ίδια λαμπάδα τη μία, τ' αναστάσιμο φως κι ο επιτάφιος θρήνος μας…»
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/194?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19
Λέων ΣΤ’ ο Σοφός
Αυτοκράτορας του Βυζαντίου. Tου αποδόθηκε το προσωνύμιο Σοφός, λόγω της μεγάλης του μόρφωσης και του συγγραφικού του έργου.
Ψηφιδωτό στην Αγία Σοφία (Κωνσταντινούπολη), που απεικονίζει τον Λέοντα ΣΤ΄ (866 – 912) να αποτίει φόρο τιμής στον Χριστό.
Ψηφιδωτό στην Αγία Σοφία (Κωνσταντινούπολη), που απεικονίζει τον Λέοντα ΣΤ΄ (866 – 912) να αποτίει φόρο τιμής στον Χριστό.
Ο Λέων ΣΤ’ ο Σοφός ήταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου, που ανήκε στη Μακεδονική Δυναστεία. Βασίλεψε από το 886 έως το 912 και του αποδόθηκε το προσωνύμιο Σοφός, λόγω της μεγάλης του μόρφωσης και του συγγραφικού του έργου, παρότι οι ηγετικές του ικανότητες ήταν περιορισμένες και η αυτοκρατορία επί των ημερών του δεινοπάθησε από τους εχθρούς της.
Ο Λέων γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου του 866 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του αυτοκράτορα Βασιλείου Α’ του Μακεδόνος (867-886) και της δεύτερης συζύγου του Ευδοκίας Ιγγερίνας, η οποία ήταν προηγουμένως παλλακίδα του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’ του Μέθυσου (842-867). Έλαβε αξιόλογη μόρφωση στο Παλάτι από επίλεκτους δασκάλους, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο λόγιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος. Ωστόσο, παρουσίαζε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα που επέτειναν τις φήμες που κυκλοφορούσαν στην πρωτεύουσα ότι πραγματικός του πατέρας δεν ήταν ο Βασίλειος αλλά ο Μιχαήλ. Η αρνητική ψυχολογική φόρτιση έναντι του πατέρα του εκδηλωνόταν στις δημόσιες σχέσεις του, στις οποίες απέφευγε τους ευνοούμενους του Βασιλείου. Γι’ αυτό κατηγορήθηκε για συνωμοσία και τέθηκε σε τρίμηνο περιορισμό.
Ο Λέων ανήλθε στο θρόνο του Βυζαντίου στις 29 Αυγούστου 886, την ίδια μέρα με τον θάνατο του Βασιλείου. Πρώτο του μέλημα ήταν η αναδιοργάνωση των υπηρεσιών τού Παλατιού με νέα πρόσωπα. Ο Φώτιος απομακρύνθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο, καθώς οργίαζαν οι φήμες ότι συγγενείς του συνωμοτούσαν κατά του νέου αυτοκράτορα. Στον πατριαρχικό θρόνο προωθήθηκε ο 19χρονος αδελφός του αυτοκράτορα Στέφανος (867-893), παρά την απαγόρευση των εκκλησιαστικών κανόνων.
Η εξωτερική πολιτική του Λέοντος
Η έλλειψη ηγετικών ικανοτήτων από τον Λέοντα ή η αδιαφορία του για τις εξωτερικές σχέσεις της αυτοκρατορίας φάνηκαν σύντομα. Οι Σαρακηνοί (Άραβες της βορειοδυτικής Αφρικής) επέκτειναν την κυριαρχία τους στη Σικελία και την Κάτω Ιταλία, όταν κατατρόπωσαν τον βυζαντινό στόλο στις Μυλές το 889. Το 901 κυρίευσαν το Ρήγιο (το σημερινό Ρέτζιο Καλάμπρια) και το 902 το Ταυρομένιο (η σημερινή Ταορμίνα), τελευταίο βυζαντινό προπύργιο στη Σικελία. Μεγάλα δεινά υπέστησαν τα παράλια και τα νησιά του Αιγαίου από τους Σαρακηνούς πειρατές, ιδιαίτερα εκείνων της Κρήτης. Αυτοί επέδραμαν μέχρι την Προποντίδα και απείλησαν ακόμη και την Κωνσταντινούπολη. Στις 29 Ιουλίου 904 με αρχηγό τον Λέοντα τον Τριπολίτη, οι Σαρακηνοί της Κρήτης πολιόρκησαν τη Θεσσαλονίκη, την οποία ύστερα από δύο ημέρες κατέλαβαν από τη θάλασσα και τη λεηλάτησαν.
Την εποχή του Λέοντα στο θρόνο της Βουλγαρίας είχε ανέλθει ο Συμεών, ο οποίος ήταν κάτοχος ελληνικής παιδείας και είχε ως στόχο την κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας και την ίδρυση ελληνοβουλγαρικού κράτους. Νίκησε επανειλημμένα τους Βυζαντινούς, οι οποίοι σε προφανή αδυναμία ζήτησαν τη σύναψη ειρήνης.
Εκτός των επιδρομών των Αράβων και των Βουλγάρων, το Βυζάντιο υπέστη επίθεση και από τους Ρως (Ρώσους) το 907. Με αρχηγό τον Όλεγκ πολιόρκησαν ανεπιτυχώς την Κωνσταντινούπολη και η επιδρομή τους έληξε με τη σύναψη συμφωνίας, η οποία προέβλεπε μεταξύ άλλων τη σύναψη εμπορικών σχέσεων και τη δυνατότητα των Ρως να εισέρχονται άοπλοι στην Κωνσταντινούπολη και να εγκαθίστανται σε μία συγκεκριμένη συνοικία.
Το Νομοθετικό Έργο του Λέοντος
Παρά τις εμφανείς αδυναμίες του στην εξωτερική πολιτική της αυτοκρατορίας, ο Λέων άφησε πίσω του αξιόλογο νομοθετικό έργο, που μνημονεύεται ακόμη και σήμερα από τους ασχολούμενους με το Ρωμαϊκό Δίκαιο.
Το 893 ολοκληρώθηκε η «Ανακάθαρσις των Παλαιών Νόμων» και εκδόθηκε με τον τίτλο «Βασιλικά». Πρόκειται για κωδικοποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας, η οποία διαιρέθηκε σε έξι τεύχη και εξήντα βιβλία, εξού και η ονομασία της «Εξάβιβλος» ή «Εξηκοντάβιβλος», που αποτελεί την κορυφαία συνεισφορά της Μακεδονικής Δυναστείας στην επιστήμη του δικαίου.
Πηγές των «Βασιλικών», των οποίων η γλώσσα είναι η ελληνική, υπήρξε κυρίως ο Ιουστινιάνειος Κώδικας, έργα βυζαντινών νομικών του έβδομου και όγδοου αιώνα και ο «Πρόχειρος Νόμος» του πατέρα του Βασιλείου Α’. Το έργο αυτό, το οποίο αναφέρεται στο Δημόσιο, το Εκκλησιαστικό, το Αστικό και το Ποινικό Δίκαιο, δεν διασώθηκε στην ολότητά του. Στις αρχές του 12ου αιώνα συντάχθηκε ευρετήριος πίνακας των «Βασιλικών» με τον τίτλο «Τιπούκειτος» (Τι; Πού; Κείται;), από τον οποίο έγινε γνωστό το περιεχόμενο των «Βασιλικών».
Στον Λέοντα οφείλεται και η συλλογή 113 Νεαρών (νέων νόμων), οι οποίοι αναφέρονται στη ρύθμιση των εκκλησιαστικών πραγμάτων και κοινωνικών σχέσεων, καθώς και εις το Δημόσιο και Αστικό Δίκαιο. Πολύτιμο είναι και το «Επαρχικόν Βιβλίον» (911-912), το οποίο διαφωτίζει πολλά σημεία του κοινωνικού και οικονομικού βίου του Βυζαντίου. Περιέχει διατάξεις που ρυθμίζουν τη λειτουργία των επαγγελματικών και εργατικών συντεχνιών, οι οποίες υπάγονταν στην εποπτεία του Επάρχου της πόλεως.
Η προσωπική ζωή του Λέοντος
Σε ηλικία 15 ετών ο Λέων αναγκάστηκε από τον πατέρα του να νυμφευθεί την ευσεβή Θεοφανώ Μαρτινιακή, παρά την ερωτική σχέση του με τη Ζωή Ζαούτσαινα, την κόρη του πανίσχυρου αυλικού Στυλιανού Ζαουτζή. Η Θεοφανώ πέθανε το 897, χωρίς να του χαρίσει ένα γιο που θα ήταν και ο διάδοχός του στο θρόνο του Βυζαντίου. Από τον γάμο τους γεννήθηκε μία κόμη, η Ευδοκία η Πορφυρογέννητη.
Ο θάνατος της Θεοφανούς άνοιξε το δρόμο για την επισημοποίηση της σχέσης του με την ερωμένη του Ζωή. Την παντρεύτηκε το 898, αλλά ένα χρόνο αργότερα πέθανε χωρίς να του χαρίσει τον διάδοχο του θρόνου. Το 900 νυμφεύθηκε την Ευδοκία Βαϊάνα από οικογένεια της Φρυγίας. Ωστόσο και ο τρίτος γάμος δεν απέδωσε τους αναμενόμενους καρπούς, αφού η Ευδοκία πέθανε τον επόμενο χρόνο μαζί με το παιδί της κατά τον τοκετό.
Αντίθετα, ο Λέων απέκτησε τον πολυπόθητο γιο και διάδοχό του από την παλλακίδα του Ζωή Καρβωνοψίνα (μαυρομάτα), η οποία γέννησε το 905 τον μετέπειτα αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ' τον Πορφυρογέννητο (912-959).
Η επιθυμία του Λέοντος να νομιμοποιήσει τον Κωνσταντίνο στη διαδοχή του θρόνου προϋπέθετε τη νομιμοποίηση της σχέσης του με τη Ζωή, αλλά ο τέταρτος γάμος απαγορευόταν αυστηρά από τους κανόνες της Εκκλησίας. Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νικόλαος ο Μυστικός, ανιψιός του Φωτίου, αντέδρασε σθεναρά στην επιθυμία του αυτοκράτορα και δέχθηκε μόνο να βαπτίσει τον Κωνσταντίνο, υπό τον όρο ότι θα απομακρυνόταν η Ζωή από το Παλάτι.
Ο Λέων δέχθηκε υποκριτικά τον όρο του πατριάρχη, ο οποίος τέλεσε το βάπτισμα στο ναό της Αγίας Σοφίας στις 6 Ιανουαρίου 906, αλλά μετά από μερικές ημέρες επανέφερε επίσημα στο Παλάτι τη Ζωή και παρά την αντίθεση του πατριάρχη, τη νυμφεύθηκε με τις ευλογίες του ιερέα του Παλατιού Θωμά.
Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε σύγκρουση αυτοκράτορα και πατριάρχη και δημιούργησε το σοβαρό ζήτημα της τετραγαμίας του Λέοντος. Ο πατριάρχης απαγόρευσε την είσοδο του αυτοκράτορα στο ναό, που ερμηνεύεται ως επιβολή της ποινής της εκκλησιαστικής ακοινωνησίας, αλλά ο Πάπας της Ρώμης, στον οποίο κατέφυγε ο Λέων, δέχθηκε τη δυνατότητα ιερολόγησης του τέταρτου γάμου, παρά την εκκλησιαστική απαγόρευση.
Ο πατριάρχης Νικόλαος κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε συνωμοσία, καθαιρέθηκε και εξορίστηκε (907), ο δε διάδοχός του Ευθύμιος δέχθηκε τη νομιμότητα του γάμου κι έστεψε σε επίσημη τελετή τον Κωνσταντίνο Ζ' συμβασιλέα το 908.
Ο Λέων ΣΤ’ ο Σοφός πέθανε στις 11 Μαΐου του 912 στην Κωνσταντινούπολη, σε ηλικία 45 ετών.Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/2439?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19
Τζέρεμι Άιρονς
Ο Τζέρεμι Άιρονς είναι ένας από τους σημαντικούς ηθοποιούς της γενιάς του, με κλασική θεατρική παιδεία, σπουδαία υποκριτικά προσόντα και εικόνα αντιστάρ.
Ο Τζέρεμι Άιρονς είναι ένας από τους σημαντικούς ηθοποιούς της γενιάς του, με κλασική θεατρική παιδεία, σπουδαία υποκριτικά προσόντα και εικόνα αντιστάρ. Έχει βραβευτεί με Όσκαρ για τον ρόλο του στην ταινία μυστηρίου του Μπαρμπέτ Σρέντερ «Το γύρισμα της τύχης» (1990).
Ο Τζέρεμι Άιρονς γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1948 στη νήσο Γουάιτ της Μεγάλης Βρετανίας, o νεώτερος γιός ενός λογιστή και μιας νοικοκυράς. Από μικρός έδειξε την καλλιτεχνική του κλίση παίζοντας ντραμς και φυσαρμόνικα στην σχολική μπάντα «The Four Pillars of Wisdom».
Μετά την αποφοίτησή του στράφηκε στην υποκριτική και σπούδασε στην δραματική σχολή του Ολντ Βικ στο Μπρίστολ. Από τις αρχές τιης δεκαετίας του '70 άρχισε τις εμφανίσεις του στην τηλεόραση, κυρίως σε σειρές του BBC, και στο θέατρο με τον Βασιλικό Σεξπιρικό Θίασο. Το 1984 τιμήθηκε με Τόνι για την ερμηνεία του στο θεατρικό έργο του Τομ Στόπαρντ «The Real Thing» («Το πιο αληθινό», όπως έχει παιχτεί στην Ελλάδα).
Το 1980 έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στην ταινία «Νιζίνσκι» («Nijinsky») και έγινε ευρύτερα γνωστός τον επόμενο χρόνο με την ταινία η «Η Ερωμένη του Γάλλου Υπολοχαγού» («The French Lieutenant's Woman») και την τηλεοπτική σειρά «Επιστροφή στο Μπράιτσχεντ» («Brideshead Revisited»), βασισμένη στο μυθιστόρημα του Ίβλιν Γουό. Συνέχισε με ρόλους «κακού» στις ταινίες «Οι Διχασμένοι» ( «Dead Ringers, 1988) και «Γύρισμα της Τύχης»(«Reversal of Fortune», 1990). Στην τελευταία ταινία, η οποία βασιζόταν σε πραγματικά γεγονότα, υποδύθηκε τον Κλάους φον Μπίλοβ, ένα ξεπεσμένο αριστοκράτη που δικάστηκε και αθωώθηκε για την απόπειρα δολοφονίας της πάμπλουτης συζύγου του. Για την απεικόνιση του αινιγματικού «ήρωα» της ταινίας κέρδισε το Όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου το 1990.
Ο Άιρονς εμφανίστηκε στη συνέχεια στο αισθηματικό δράμα «Μοιραίο Πάθος» («Damage»,1992), στην ταινία δράσης «Πολύ Σκληρός για να Πεθάνει: Η Εκδίκηση» («Die Hard: With a Vengeance, 1995) και ως καθηγητής Χάμπερτ στην «Λολίτα» («Lolita», 1997), μια αμφιλεγόμενη προσαρμογή του μυθιστορήματος του Βλαντιμίρ Νάμποκοφ από τον σκηνοθέτη Άντριαν Λιν. Στην ταινία κινουμένων σχεδίων «Ο βασιλιάς των Λιονταριών» («The Lion King», 1994), δάνεισε την φωνή του σε ένα μοχθηρό λιοντάρι.
Η κινηματογραφική του παρουσία στις αρχές του 21ου αιώνα, περιλάμβαναν υποστηρικτικούς ρόλους στις ταινίες «Η τελευταία λέξη της Τζούλια» («Being Julia», 2004) του σπουδαίου ούγγρου σκηνοθέτη Ίστβαν Σάμπο, «Βασίλειο του Ουρανού»(«Kingdom of Heaven», 2005) του Ρίντλεϊ Σκοτ, «Appaloosa» (2008), «Ο Δρόμος του Χρήματος» («Margin Call», 2011), «Οι Λέξεις» («The Words», 2012), «Ο άνθρωπος που ταπείνωσε το Χίτλερ» («Race», 2016), «Batman v Superman: Η Αυγή της Δικαιοσύνης («Batman v Superman: Dawn of Justice, 2016») και «Justice League» (2017).
To 2015, συμπρωταγωνίστησε ως μαθηματικός Χάρντι στο βιογραφικό δράμα του Ματ Μπράουν «Ο Ανθρωπος που γνώριζε το άπειρο» («Τhe Man Who Knew Infinity», 2015) , ως αρχιτέκτονας ενός πύργου που μετατρέπεται σε πεδίο μάχης στην ταινία επιστημονικής φαντασίας «High-Rise (2015), μια προσαρμογή του ομώνυμου μυθιστορήματος του Τζέιμς Μπάλαρντ και ως κακοποιός στην περιπέτεια φαντασίας «Assassin's Creed» (2016), βασισμένη στο ομώνυμο βιντεοπαιχνίδι. Το 2018 εμφανίσθηκε στο θρίλερ κατασκοπίας «Το Κόκκινο Σπουργίτι» («Red Sparrow»).
Συνέχισε να παίζει σε τηλεοπτικές σειρές και το 2005 τιμήθηκε με Έμμυ για τον ρόλο του Κόμη του Λέστερ στο έργο «Elizabeth I». Στη σειρά «Οι Βοργίες» («Τhe Borgias», 2011-2013), υποδύθηκε τον Πάπα Αλέξανδρο ΣΤ', μια αμφιλεγόμενη μορφή της Αναγέννησης.
Ο Τζέρεμι Άιρονς αναπτύσσει εδώ και πολλά χρόνια πλούσια κοινωνική και πολιτική δραστηριότητα. Είναι υπέρμαχος της κατάργησης της θανατικής ποινής και συμμετέχει σε καμπάνιες της Διεθνούς Αμνηστίας, υποστηρίζει τις προσπάθειες για την καταπολέμηση του AIDS και είναι υποστηρικτής και χρηματοδότης του Εργατικού Κόμματος, αλλά και μεμονωμένων υποψηφίων του κόμματος των Πρασίνων της Μεγάλης Βρετανίας. Από το 2011 είναι πρεσβευτής καλής θελήσεως του Οργανισμού Γεωργίας και Τροφίμων του ΟΗΕ (FAO).
Στην προσωπική του ζωή έχει νυμφευτεί δύο φορές. Ο πρώτος γάμος με την ηθοποιό Τζούλι Χάλαμ διάρκεσε λίγους μήνες το 1969. Από το 1978 είναι παντρεμένος με την επίσης ηθοποιό Σινέιντ Κιούζακ με την οποία έχει αποκτήσει δύο παιδιά.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/2096?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19
Ένωσις Κέντρου
Κομματισμός σχηματισμός, που δέσποσε στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας τη δεκαετία του 1960 και μέχρι την επιβολή της Δικτατορίας.
Οι ιδρυτές της Ενώσεως Κέντρου, (όρθιοι) Ηλ. Τσιριμώκος, Στ. Στεφανόπουλος, Σ. Παπαπολίτης, Στ. Κωστόπουλος, Αλεξ. Μπαλτατζής, (καθήμενοι) Π. Κατσώτας, Γ. Παπανδρέου, Γ. Αθανασιάδης- Νόβας
Οι ιδρυτές της Ενώσεως Κέντρου, (όρθιοι) Ηλ. Τσιριμώκος, Στ. Στεφανόπουλος, Σ. Παπαπολίτης, Στ. Κωστόπουλος, Αλεξ. Μπαλτατζής, (καθήμενοι) Π. Κατσώτας, Γ. Παπανδρέου, Γ. Αθανασιάδης- Νόβας
Η Ένωσις Κέντρου, σύμφωνα με την καθαρεύουσα της εποχής, υπήρξε ένας κομματισμός σχηματισμός που δέσποσε στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας τη δεκαετία του 1960 και μέχρι την επιβολή της Δικτατορίας.
Ιδρύθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1961, λίγο πριν από τις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου, οπότε κατατέθηκε και το έμβλημά του, που ήταν τα αρχικά Ε.Κ., πλαισιωμένα από στάχυ και κλάδο δάφνης. Ένα χρόνο αργότερα, στις 27 Σεπτεμβρίου 1962, ψηφίστηκε το καταστατικό του νέου κόμματος, που όριζε ότι η Ένωσις Κέντρου είναι «κόμμα εθνικόν και επιδιώκει την πραγματοποίησιν της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής Δημοκρατίας».
Η Ένωση Κέντρου προερχόταν από τη μήτρα του Κόμματος των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου και ήταν ένας ετερόκλητος συνασπισμός προσωπικοτήτων, που ξεκινούσαν ιδεολογικά από τη Δεξιά (Στέφανος Στεφανόπουλος) και έφθαναν μέχρι την Αριστερά (Ηλίας Τσιριμώκος).
Αναμφισβήτητος αρχηγός του νέου κόμματος ήταν ο Γεώργιος Παπανδρέου και ηγετικά του στελέχη ο Σοφοκλής Βενιζέλος, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο Γεώργιος Μαύρος, ο Ιωάννης Ζίγδης, ο Σταύρος Κωστόπουλος, ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής, ο Ηλίας Τσιριμώκος και αργότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου, όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική.
Άμεσος στόχος του νέου πολιτικού σχηματισμού ήταν η υπερκέραση της ΕΔΑ, που ήταν αξιωματική αντιπολίτευση από το 1958 και η εκδίωξη της Δεξιάς από την εξουσία και συγκεκριμένα της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή, που κυβερνούσε από το 1955.
Στις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου 1961, η Ένωσις Κέντρου έλαβε το 33,34% των ψήφων (83 έδρες) και κατέλαβε τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η εκ νέου επικράτηση της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή αμφισβητήθηκε έντονα (εκλογές «βίας και νοθείας») και τις επόμενες μέρες ο Γεώργιος Παπανδρέου κήρυξε τον γνωστό ως «ανένδοτο αγώνα».
Στις επόμενες εκλογές, που έγιναν στις 3 Νοεμβρίου 1963, η Ένωση Κέντρου αναδείχθηκε πρώτο κόμμα (42,04% των ψήφων και 138 έδρες), χωρίς όμως την απόλυτη πλειοψηφία. Σχημάτισε έτσι κυβέρνηση μειοψηφίας, στην οποία η ΕΔΑ προσέφερε την ανοχή της, η οποία δεν έγινε αποδεκτή από τον Γεώργιο Παπανδρέου.
Στις αναπόφευκτα νέες εκλογές που διεξήχθησαν στις 16 Φεβρουαρίου 1964, η Ένωση Κέντρου θριάμβευσε, συγκεντρώνοντας το 52,72% των ψήφων και 171 έδρες. Έχοντας έτσι κατακτήσει την απόλυτη πλειοψηφία, σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση, της οποίας όμως οι αντιφάσεις έγιναν γρήγορα αισθητές. Η ομοιογένεια του κόμματος εξακολουθούσε να είναι το ζητούμενο και οι προσωπικές φιλοδοξίες και ιδεολογικές αντιθέσεις βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη, με κυρίαρχη την αντιπαράθεση ανάμεσα στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Η ρήξη των Ανακτόρων με τον Γεώργιο Παπανδρέου, που οδήγησαν στην παραίτησή του από την πρωθυπουργία στις 15 Ιουλίου 1965 («Ιουλιανά»), αποτέλεσε κομβικό σημείο στην πορεία του κόμματος. Ακολούθησε η διάσπαση του κόμματος με την αποχώρηση κυβερνητικών και κομματικών στελεχών («Αποστασία»), οι οποίοι σχημάτισαν τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις (Γεωργίου Αθανασιάδη -Νόβα, Ηλία Τσιριμώκου και Στέφανου Στεφανόπουλου).
Η Ένωση Κέντρου παρέμεινε ως κόμμα της αντιπολίτευσης με μικρότερη κοινοβουλευτική ομάδα γύρω από τον Γεώργιο Παπανδρέου, ώσπου διαλύθηκε, ύστερα από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967.
Επανεμφανίσθηκε μετά την επάνοδο της Δημοκρατίας και στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974 κατήλθε σε σύμπραξη με πολιτικούς που είχαν αναδειχθεί κατά τη διάρκεια της δικτατορίας με την επωνυμία Ένωση Κέντρου - Νέες Δυνάμεις (ΕΚ-ΝΔ), με επικεφαλής τον Γεώργιο Μαύρο. Απέσπασε το 20,42% των ψήφων και εξέλεξε 60 βουλευτές, κατακτώντας τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης Η αριστερή πτέρυγα της προδικτατορικής Ένωσης Κέντρου ακολούθησε τον Ανδρέα Παπανδρέου στην ίδρυση του ΠΑΣΟΚ.
Το 1976,η ΕΚΝΔ μετονομάστηκε σε Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου (ΕΔΗΚ) και στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977 αναδείχθηκε τρίτο κόμμα με το 11,95% των ψήφων και 16 έδρες. Η φθίνουσα πορεία της συνεχίστηκε μέχρι εξαφανίσεως, καθώς τα επόμενα χρόνια συντρίφθηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/1270?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19
Μαριάντζελα Μελάτο (1941 – 2013)
Μία από τις σημαντικότερες ιταλίδες ηθοποιούς της γενιάς της και από τις πιο αστραφτερές ξανθιές του ιταλικού κινηματογράφου.
Η Μαριάντζελα Μελάτο (Mariangela Melato) υπήρξε μία από τις σημαντικότερες ιταλίδες ηθοποιούς της γενιάς της και από τις πιο αστραφτερές ξανθιές του ιταλικού κινηματογράφου, η φήμη της οποίας ξεπέρασε τα ιταλικά σύνορα. «Θεωρώ τον εαυτό μου ηθοποιό με την παλιά σημασία της λέξης. Και μια ηθοποιός πρέπει να ξέρει να παίζει τα πάντα, από το θέατρο, μέχρι τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Πρέπει να καταφέρνει να συγκινεί και να κάνει να γελά το κοινό της» αυτοσυστηνόταν σε μία συνέντευξή της.
Η Μαριάντζελα Μελάτο γεννήθηκε στο Μιλάνο στις 19 Σεπτεμβρίου 1941 και ήταν κόρη ενός αστυνομικού και μιας μοδίστρας. Ακολούθησε για λίγο το επάγγελμα της μητέρας της για να χρηματοδοτήσει τις θεατρικές της σπουδές.
Από τη δεκαετία του ‘60 εμφανιζόταν στο θέατρο και συνεργάστηκε με προσωπικότητες, όπως οι Ντάριο Φο, Λουκίνο Βισκόντι και Λούκα Ρονκόνι. Στον κινηματογράφο πρωτόπαιξε το 1969 στην ταινία του Πούπι Αβάτι «Thomas e gli indemoniati» («Ο Θωμάς και οι δαιμονισμένοι»).
Απέκτησε διεθνή φήμη χάρη στη συνεργασία της με τη σκηνοθέτιδα Λίνα Βερτμίλερ και στη μοναδική της «χημεία» με τον ηθοποιό Τζανκάρλο Τζανίνι, σε ταινίες όπως «Μίμης ο σιδεράς» (1972), «Ιστορία έρωτα και αναρχίας» (1973) και «Η Κυρία και ο ναύτης» (1974). Είχε πρωταγωνιστήσει, επίσης, στην ταινία του Έλιο Πέτρι «Η εργατική τάξη πάει στον παράδεισο» (1971).
Εκμεταλλευόμενη τη διεθνή της επιτυχία έπαιξε σε αμερικανικές παραγωγές, όπως την κακιά στρατηγό Κάλα στον «Φλας Γκόρντον», ενώ πρωταγωνίστησε στη ρομαντική κωμωδία «So Fine» (1981) δίπλα στον Ράιαν Ο' Νιλ.
Στην προσωπική της ζωή διατηρούσε πολύχρονο δεσμό με τον σόουμαν Ρέντσο Άρμπορε.
Η Μαριάντζελα Μελάτο πέθανε στις 11 Ιανουαρίου 2013, σε ηλικία 71 ετών. Είχε εισαχθεί σε κλινική της Ρώμης, όπου και έδωσε την τελευταία μάχη της κατά του καρκίνου.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/2095?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19
Αμάλια Ερνάντες (1917 – 2000
Διακεκριμένη μεξικανίδα χορεύτρια, χορογράφος και παιδαγωγός, που ειδικεύτηκε στη μελέτη των μεξικάνικων χορών και του μεξικάνικου φολκλόρ.
Η μεξικανίδα Αμάλια Ερνάντες (Amalia Hernández ) υπήρξε διακεκριμένη χορεύτρια, χορογράφος και παιδαγωγός που ειδικεύτηκε στη μελέτη των μεξικάνικων χορών και του μεξικάνικου φολκλόρ.
Γεννήθηκε στην Πόλη του Μεξικού στις 19 Σεπτεμβρίου 1917 και καταγόταν από πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας της Λαμπέρτο Ερνάντες ήταν επιχειρηματίας, στρατιωτικός και πολιτικός και ενθάρρυνε τις καλλιτεχνικές ανησυχίες της κόρης του.
Η Αμάλια Ερνάντες σπούδασε στην Εθνική Σχολή Χορού του Μεξικού και ειδικεύτηκε στη μελέτη τών μεξικάνικων χορών και του φολκλόρ της πατρίδας της. Έγινε καθηγήτρια στο Εθνικό Ινστιτούτο Καλών Τεχνών, αλλά άφησε αυτήν τη θέση για να δημιουργήσει μια χορευτική ομάδα με την ονομασία «Ballet Folklorico de Mexico» («Φολκλορικό Μπαλέτο του Μεξικού», η οποία εμπνεύστηκε από την πλούσια μεξικάνικη παράδοση.
Με το μπαλέτο της περιόδευε συχνά σε όλο τον κόσμο γνωρίζοντας την καταξίωση τόσο από το κοινό όσο και από τους ομοτέχνους της.
Η Αμάλια Ερνάντες πέθανε στις 5 Νοεμβρίου 2000 στην Πόλη του Μεξικού, σε ηλικία 83 ετών. To χορευτικό της συγκρότημα συνεχίζει την καλλιτεχνική του δράση έως τις μέρες μας.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1835?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19
Εμίλ Ζάτοπεκ (1922 – 2000): Ο «άνθρωπος - ατμομηχανή»
Αθλητής - θρύλος των δρόμων αντοχής. Κατέκτησε τέσσερα χρυσά ολυμπιακά μετάλλια και ένα αργυρό με τα χρώματα της Τσεχοσλοβακίας και δημιούργησε 18 παγκόσμια ρεκόρ.
Αθλητής - θρύλος των δρόμων αντοχής, ο επονομαζόμενος «άνθρωπος - ατμομηχανή». Κατέκτησε τέσσερα χρυσά ολυμπιακά μετάλλια κι ένα αργυρό στα 5.000 μ, 10.000 μ. και τον Μαραθώνιο, με τα χρώματα της Τσεχοσλοβακίας, ενώ κατά τη διάρκεια της καριέρας του δημιούργησε 18 παγκόσμια ρεκόρ.
Ο Εμίλ Ζάτοπεκ γεννήθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1922 στην πόλη Κοπρίβνιτσε της τότε Τσεχοσλοβακίας και νυν Τσεχίας. Από 16 χρονών δούλευε σε εργοστάσιο κατασκευής υποδημάτων, ενώ παράλληλα συμμετείχε σε αγώνες δρόμου. Τη διεθνή προσοχή κίνησε για πρώτη φορά το 1946, όταν διέτρεξε με το ποδήλατό του την απόσταση Πράγα - Βερολίνο για να πάρει μέρος σε αγώνα δρόμου 5.000 μέτρων των Συμμαχικών Δυνάμεων Κατοχής, στον οποίο πρώτευσε. Την περίοδο εκείνη υπηρετούσε τη θητεία του στον τσεχοσλοβακικό στρατό.
Στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου το 1948 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στα 10.000 μ. και το αργυρό στα 5.000 μ. Στους επόμενους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι (1952) θα γράψει ιστορία, καθώς θα γίνει ο μοναδικός αθλητής που έχει κερδίσει χρυσά μετάλλια στην ίδια διοργάνωση στα 5.000 μ, 10.000 μ. και τον Μαραθώνιο, με ολυμπιακά ρεκόρ. Στους ίδιους αγώνες, η απόλυτα συνομίληκη σύζυγός του Ντάνα Ζατόπκοβα κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στον ακοντισμό, λίγα λεπτά αφότου ο ίδιος είχε κερδίσει το χρυσό στα 5.000 μ. Το μοναδικό αυτό γεγονός συνέβη στις 24 Ιουλίου 1952.
Στους Ολυμπιακούς της Μελβούρνης το 1956 επιχείρησε να επαναλάβει τον θρίαμβό του στο Μαραθώνιο, αλλά ένας σοβαρός τραυματισμός τον έριξε στην 6η θέση. Τον επόμενο χρόνο εγκατέλειψε τους στίβους, αφού είχε κατακτήσει 2 χρυσά στα 10.000 μ. και ένα χρυσό κι ένα αργυρό στα 5.000 μ. στους Πανευρωπαϊκούς Αγώνες Στίβου των Βρυξελλών (1950) και της Βέρνης (1954).
Σε όλη τη σταδιοδρομία του δημιούργησε συνολικά 18 παγκόσμια ρεκόρ. Το ρεκόρ των 10.000 μ. το κράτησε από το 1949 έως το 1954, με καλύτερο χρόνο 28:54:2. Παγκόσμια ρεκόρ δημιούργησε επίσης στα 5.000 μ. (13:57:2), στα 10 μίλια, στην κούρσα μίας ώρας, στα 20.000 μ, στα 15 μίλια, στα 25.000 μ. και στα 30.000 μ.
Το 1968 υποστήριξε τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες του κομμουνιστή ηγέτη Αλεξάντρ Ντούμπτσεκ («Άνοιξη της Πράγας») και μίλησε ανοιχτά κατά της σοβιετικής επέμβασης στην Τσεχοσλοβακία, με αποτέλεσμα, τον επόμενο χρόνο, να καθαιρεθεί από το βαθμό τού συνταγματάρχη του τσεχοσλοβάκικου στρατού και να διαγραφεί από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Έτσι, αναγκάστηκε να εργαστεί για τα προς το ζην ως εργάτης σε ορυχεία ουρανίου, οικοδόμος και σκουπιδιάρης.
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 αποκαταστάθηκε εν μέρει και συνεργάστηκε με τον Οργανισμό Σωματικής και το Εθνικό Ινστιτούτο Αθλητισμού. Πλήρως αποκαταστάθηκε μετά την πτώση του κομμουνισμού, με απόφαση του Προέδρου Βάτσλαβ Χάβελ στις 9 Μαρτίου 1990.
Ο Εμίλ Ζάτοπεκ πέθανε στις 21 Νοεμβρίου 2000 στην Πράγα, σε ηλικία 78 ετών.Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/1719?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19
Ο Χέρμις Παν (δεξιά) με τον Φρεντ Αστέρ
Ελληνοαμερικανός χορογράφος και χορευτής, που άφησε εποχή με τις χορογραφίες του σε δεκάδες κινηματογραφικά μιούζικαλ ως συνεργάτης του Φρεντ Αστέρ και της Τζίντζερ Ρότζερς.
Ο ελληνοαμερικανός χορογράφος Χέρμις Παν (Hermes Pan, Ερμής Παναγιωτόπουλος το ελληνικό ονοματεπώνυμό του) άφησε εποχή στο Χόλιγουντ με τις χορογραφίες του σε δεκάδες κινηματογραφικά μιούζικαλ και ιδιαίτερα από τη συνεργασία του με τον Φρεντ Αστέρ, στον οποίο έμοιαζε καταπληκτικά.
Ο Χέρμις Τζόζεφ Παν γεννήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 1909 στο Μέμφις της πολιτείας Τενεσί των ΗΠΑ και ήταν ο νεότερος από τα τρία παιδιά του Παντελή Παναγιωτόπουλου και της αμερικανίδας Μαίρης Χιούστον. Ο πατέρας του καταγόταν από επιφανή οικογένεια του Αιγίου και ήταν ζαχαροπλάστης. Το 1895 εκπροσώπησε την ακμάζουσα τότε πρωτεύουσα της Αιγιαλείας (λόγω σταφίδας) στη διεθνή έκθεση του Τενεσί. Εκεί γνώρισε τη μέλλουσα γυναίκα του και αποφάσισε να παραμείνει στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα στο Μέμφις, όπου άνοιξε εστιατόριο. Το 1903 έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα, αλλά το 1922 πέθανε από φυματίωση.
Τον επόμενο χρόνο η χήρα του με τα τρία παιδιά τους εγκαταστάθηκαν στη Νέα Υόρκη, όπου ο νεαρός Ερμής άρχισε να ασχολείται με τον χορό, έχοντας ως πηγή έμπνευσης τους αφροαμερικανούς χορευτές της γενέτειράς του. Στα 19 του ήταν ήδη ένας φτασμένος χορευτής και τα επόμενα χρόνια συμμετείχε σε πλήθος παραστάσεων στο Μπρόντγουεϊ.
Η συνεργασία του με τον Φρεντ Αστέρ ξεκίνησε το 1933, όταν είχε πλέον εγκατασταθεί στην Καλιφόρνια, με την ταινία «Καριόκα» («Flying Down to Rio»). Η φιλία τους ήταν ανέφελη και κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του σπουδαίου αμερικανού χορευτή.
Ο Παν χορογράφησε τα εννέα από τα δέκα φημισμένα μιούζικαλ της συνεργασίας Φρεντ Αστέρ και Τζίντζερ Ρότζερς, από τα οποία ξεχώρισαν «Η εύθυμη ζωντοχήρα» («The Gay Divorcee», 1934), «Ρομπέρτα» («Roberta», 1935), «Τοπ Χατ» («Top Hat», 1935), «Δεν χορεύω πια» («Swing Time», 1936) και «Το Βαλς του χωρισμού» («The Story of Vernon and Irene Castle», 1939).
Το 1937 κέρδισε το Όσκαρ χορογραφίας για τη μουσική κωμωδία του Τζορτζ Στίβενς «Ένα ευαίσθητο κορίτσι» («Damsel in Distress») με τη χαρακτηριστική διασκεδαστική σκηνή στο λούνα παρκ, όπου ο Φρεντ Αστέρ έρχεται αντιμέτωπος μεταξύ άλλων με περιστρεφόμενα βαρέλια και παραμορφωτικούς καθρέφτες.
Εκτός από τις χορογραφίες του για περίπου 50 μιούζικαλ, ο Παν χόρευε ο ίδιος σε ταινίες όπως οι «Moon over Miami» (1941), «Ανοιξιάτικο χτυποκάρδι» («My Gal Sal», 1942) και «Φίλησέ με, Κέιτ» («Kiss Me, Kate», 1953). Το 1961 βραβεύτηκε με Έμμυ για τη χορογραφία του τηλεοπτικού προγράμματος «An Evening with Fred Astaire».
Ο Χέρμις Παν πέθανε στο Μπέβερλι Χιλς της Καλιφόρνιας στις 19 Σεπτεμβρίου 1990, σε ηλικία 80 ετών.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/2714?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19
Ίταλο Καλβίνο (1923 – 1985)
Δημοσιογράφος, διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος, ένας από τους πιο σημαντικούς και ξεχωριστούς ιταλούς πεζογράφους του 20ού αιώνα.
Ο δημοσιογράφος, διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος Ίταλο Καλβίνο (Italo Calvino) έγινε παγκοσμίως γνωστός για τις παράξενες και ευφάνταστες ιστορίες του, που τον ανέδειξαν ως έναν από τους πιο σημαντικούς και ξεχωριστούς ιταλούς πεζογράφους του 20ού αιώνα.
Ο Ίταλο Καλβίνο γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1923 στην Αβάνα της Κούβας, όπου οι γονείς του εργάζονταν ως γεωπόνοι. Η οικογένεια Καλβίνο επέστρεψε στην Ιταλία και ο πατέρας του βρήκε δουλειά στον βοτανικό κήπο του Σαν Ρέμο, όπου ο Ίταλο πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια.
Το 1940 εντάχθηκε στη νεολαία του Φασιστικού Κόμματος και συμμετείχε στην κατοχή της Γαλλικής Ριβιέρας. Δύο χρόνια αργότερα αυτομόλησε και βρήκε καταφύγιο στις Άλπεις, όπου έγινε δεκτός στις κομμουνιστικές αντιστασιακές ομάδες που μάχονταν τον Μουσολίνι.
Μετά τον πόλεμο απέκτησε πτυχίο φιλολογίας, ενώ εργαζόταν στo δημοσιογραφικό όργανο του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος «L' Unità» και στον εκδοτικό οίκο «Einaudi». Από το 1959 έως το 1966 διηύθυνε, με τον Έλιο Βιτορίνι, το αριστερό περιοδικό «Il Menabò di Letteratura».
Δύο από τα πρώτα μυθοπλαστικά έργα του Ίταλο Καλβίνο ήταν εμπνευσμένα από τη συμμετοχή του στην Ιταλική Αντίσταση: Tο νεορεαλιστικό μυθιστόρημα «Το μονοπάτι με τις αραχνοφωλιές» («Il sentiero dei nidi di ragno», 1947), το οποίο βλέπει την Αντίσταση μέσα από τις εμπειρίες ενός εφήβου και τη συλλογή διηγημάτων «Ultimo viene il corvo» (1949).
Ο Καλβίνο στράφηκε αποφασιστικά στη φαντασία και την αλληγορία τη δεκαετία του ‘50, δημιουργώντας τρεις φανταστικές ιστορίες που του χάρισαν διεθνή αναγνώριση. Η πρώτη είναι «Ο διχασμένος υποκόμης» («Il visconte dimezzato», 1952), μία αλληγορική ιστορία ενός ανθρώπου που χωρίζεται στα δύο - ένα καλό μισό κι ένα κακό μισό - από τη βολή ενός κανονιού και γίνεται πάλι ολόκληρος από την αγάπη του για μια αγρότισσα.
Η δεύτερη είναι «Ο αναρριχώμενος βαρώνος» («Il barone rampante», 1957), μία ιδιότροπη ιστορία ενός ευγενή του 19ου αιώνα, ο οποίος μια μέρα αποφασίζει να σκαρφαλώσει στα δέντρα και δεν πατάει ποτέ ξανά στο έδαφος. Ωστόσο, από τα δέντρα συμμετέχει πλήρως στις υποθέσεις των συνανθρώπων του.. Η τρίτη ιστορία «Ο ανύπαρκτος ιππότης» («Il cavaliere inesistente», 1959) είναι ένα ψεύτικο επικό ιπποτικό παραμύθι.
Στα μεταγενέστερα έργα του Καλβίνο περιλαμβάνονται και «Τα Κοσμοκωμικά» («Le cosmicomiche, 1965), «Οι αόρατες πόλεις» («Le città invisibili», 1972), «Το κάστρο των διασταυρωμένων πεπρωμένων» («Il castello dei destini incrociate», 1973), «Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης» («Se una notte d'inverno un viaggiatore», 1979) και «Πάλομαρ» («Palomar», 1983). Ο συγγραφέας τους χρησιμοποιεί με παιγνιώδη τρόπο καινοτόμες δομές και μεταβαλλόμενες απόψεις για να εξετάσει τη φύση της τύχης, της σύμπτωσης και της αλλαγής.
Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 1985, ο Ίταλο Καλβίνο ετοίμαζε μία σειρά διαλέξεων που θα έδινε στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ το φθινόπωρο. Στις 6 Σεπτεμβρίου εισήχθη επειγόντως στο νοσοκομείο της Σιένα, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 19 Σεπτεμβρίου από εγκεφαλική αιμορραγία. Οι ομιλίες του εκδόθηκαν μεταθανάτια με τον τίτλο «Τα αμερικάνικα μαθήματα: Έξι προτάσεις για την νέα χιλιετία» («Lezioni americane: Sei proposte per il prossimo millenio», 1988).
Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/2730?utm_source=newsletter&utm_medium=email&utm_campaign=sinevi_san_simera&utm_term=2024-09-19