Σαν σήμερα 3 Αυγούστου

Σαν σήμερα 3 Αυγούστου

Έλληνας λογοτέχνης, ο εισηγητής και κύριος εκπρόσωπος της υπερρεαλιστικής (σουρεαλιστικής) ποίησης στην Ελλάδα και από τους πρωτοπόρους της ψυχανάλυσης στη χώρα μας.

Ανδρέας Εμπειρίκος (1901 – 1975)
Ανδρέας Εμπειρίκος (1901 – 1975)

Ο ποιητής και πεζογράφος Ανδρέας Εμπειρίκος είναι ο εισηγητής και κύριος εκπρόσωπος της υπερρεαλιστικής (σουρεαλιστικής) ποίησης στην Ελλάδα και από τους πρωτοπόρους της ψυχανάλυσης στη χώρα μας. Λογοτέχνης κατά βάση ερωτικός, διακρίνεται για το παιγνιώδες ύφος, την ειρωνική διάθεση και τον περίτεχνο λόγο του

  Μεγαλοαστικής καταγωγής, ο Ανδρέας Εμπειρίκος γεννήθηκε στη Βράιλα της Ρουμανίας στις 2 Σεπτεμβρίου 1901 και ήταν γιος του εφοπλιστή και πολιτικού Λεωνίδα Εμπειρίκου (1869-1948) από την Άνδρο και της ρωσικής καταγωγής συζύγου του Στεφανίας Κυδωνιέως. Το 1902 η οικογένειά του μετακόμισε στην Ερμούπολη της Σύρου και το 1908 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ο πατέρας του ίδρυσε την Εθνική Ατμοπλοΐα Ελλάδος.

Τα πρώτα ποιήματα

Ο Ανδρέας Εμπειρίκος σε νεαρή ηλικία
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος σε νεαρή ηλικία
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Αθήνα (Σχολή Μακρή) και υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία του στο Πολεμικό Ναυτικό (1917-1919). Το 1919 γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας, αλλά τον επόμενο χρόνο διέκοψε τις σπουδές του κι έφυγε για τη Λωζάνη, όπου επρόκειτο να εγκατασταθεί η μητέρα του μετά τον χωρισμό της από τον πατέρα του. Στο εκεί πανεπιστήμιο παρακολούθησε οικονομικά μαθήματα και άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα.
Η πρώτη επαφή με τη σουρεαλιστική ποίηση
Το 1921 εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου πραγματοποίησε σπουδές φιλοσοφίας και φιλολογίας στο King’s College, παράλληλα με την εργασία του στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις του πατέρα του. Το 1926, ύστερα από σύγκρουση με τον πατέρα του, εγκατέλειψε το Λονδίνο για το Παρίσι. Εκεί μυήθηκε στην ψυχανάλυση κοντά στον Ρενέ Λαφόργκ, ήρθε σε επαφή με τις θεωρίες του Χέγκελ, του Μαρξ και του Ένγκελς. Γύρω στο 1929 γνώρισε τον κύκλο των υπερρεαλιστών και μυήθηκε στην τεχνική της αυτόματης γραφής, που χαρακτηρίζει τη σουρεαλιστική ποίηση.

Το 1931 επέστρεψε στην Ελλάδα κι εργάστηκε ως διευθυντικό στέλεχος στα Ναυπηγεία Βασιλειάδη που ανήκαν στην οικογένειά του. Το 1935 παραιτήθηκε για ιδεολογικούς λόγους και αποφάσισε ν’ αφοσιωθεί οριστικά στη λογοτεχνία και την ψυχανάλυση. Στην Αθήνα σχετίστηκε στενά με τους επίσης προσανατολισμένους προς τον υπερρεαλισμό ποιητές Οδυσσέα Ελύτη, Νικόλαο Καλαμάρη (γνωστό με τα ψευδώνυμα Νικόλας Κάλας και Νικήτας Ράντος) και Νίκο Εγγονόπουλο.


Ο Ανδρέας Εμπειρίκος στην Άνδρο
Ο Ανδρέας Εμπειρίκος στην Άνδρο
«Υψικάμινος»

Στις 25 Ιανουαρίου 1935 πραγματοποίησε την πρώτη διάλεξη για τον υπερρεαλισμό στην Ελλάδα στην αίθουσα «Ατελιέ» της Λέσχης Καλλιτεχνών με τον τίτλο «Υπερρεαλισμός, μια νέα ποιητική Σχολή», ενώ οργάνωσε επίσης έκθεση με έργα υπερρεαλιστών ζωγράφων στο σπίτι του. Δύο μήνες αργότερα κυκλοφόρησε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο «Υψικάμινος», έργο ορόσημο για τον υπερρεαλισμό στην Ελλάδα.


Από το 1935 έως το 1951 ασχολήθηκε επαγγελματικά με την ψυχανάλυση και υπήρξε ιδρυτικό μέλος της πρώτης ελληνικής ψυχαναλυτικής ομάδας, η οποία έγινε δεκτή από τη Γαλλική Ψυχαναλυτική Εταιρεία. Το 1940 παντρεύτηκε την ποιήτρια Μάτση Χατζηλαζάρου (1914-1987), από την οποία πήρε διαζύγιο το 1946.

Το 1941, δύο μήνες πριν από το τέλος του ελληνοϊταλικού πολέμου και τη γερμανική κατοχή, επιστρατεύτηκε. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής διοργάνωνε στο σπίτι του τακτικές συναντήσεις με φίλους του. Εκεί πρωτοδιαβάστηκαν τα ποιήματα «Αμοργός» του Νίκου Γκάτσου, «Μπολιβάρ» του Νίκου Εγγονόπουλου, «Ursa Minor» του Τάκη Παπατσώνη και πολλά άλλα.


Στις 30 Δεκεμβρίου 1944, στη διάρκεια των «Δεκεμβριανών», συνελήφθη από τη διαβόητη ΟΠΛΑ, την πολιτοφυλακή του ΚΚΕ, πέρασε από Λαϊκό Δικαστήριο στο Περιστέρι και οδηγήθηκε ως όμηρος στην Κρώρα (σήμερα Στεφάνη) Βοιωτίας, απ’ όπου κατάφερε τελικά να δραπετεύσει και να επιστρέψει στην Αθήνα «ξιπόλητος με πληγές και κρυοπαγήματα στα πόδια».

Η αγάπη του για τη φωτογραφία
Το 1945 εξέδωσε τη δεύτερη ποιητική του συλλογή με τον τίτλο «Ενδοχώρα», πολλά ποιήματα της οποίας είχαν δημοσιευτεί προηγουμένως σε λογοτεχνικά περιοδικά. Το 1947 παντρεύτηκε τη Βιβίκα Ζήση, με την οποία απέκτησε ένα γιο, τον Λεωνίδα Εμπειρίκο (1957).

 

Μανιώδης φωτογράφος, εξέθεσε για πρώτη φορά έργα του το 1955 στην Αθήνα. Ο Ανδρέας Εμπειρίκος συγκαταλέγεται στους ελάχιστους λογοτέχνες που αντιμετώπισαν τη φωτογραφία όχι μόνο ως τεκμήριο μνήμης, αλλά και ως δημιουργική ανάπλαση και προέκταση της πραγματικότητας.
«Ο Μεγάλος Ανατολικός»

Η Άνδρος έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σε πολλά ποιήματά του, στην οποία επιστρέφει κάθε φορά που θέλει να αναγεννηθεί και να αποστάξει τις εμπειρίες του. Πέρασε τον περισσότερο καιρό στο νησί κατά τη περίοδο 1951-1957, όπου ολοκλήρωσε το πολυσέλιδο έργο του «Ο Μεγάλος Ανατολικός», το ερωτικό μυθιστόρημα-ποταμό, το πιο τολμηρό νεοελληνικό έργο, που ξεκίνησε να γράφει το 1946 κι εκδόθηκε τελικά το 1990 από την ΑΓΡΑ σε οκτώ τομίδια.

Το 1962 ταξίδεψε στη Ρωσία μαζί με τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Γιώργο Θεοτοκά και τον γιατρό Σπηλιόπουλο, ύστερα από πρόσκληση του συνδέσμου Ε.Σ.Σ.Δ. - Ελλάς. Από την επίσκεψή του αυτή προέκυψε το ποίημά του «Ες Ες Εσ Ερ Ρωσσία».

Το 1964 η δισκογραφική εταιρεία «Διόνυσος» κυκλοφόρησε στη σειρά «Ελληνικά ποιήματα», τον δίσκο «Ο Εμπειρίκος διαβάζει Εμπειρίκο», γεγονός που αποτελεί, όπως και στις ανάλογες περιπτώσεις δίσκων άλλων ποιητών, μία νέα προσέγγιση της ποίησής του, μέσα από την εκδοχή μιας «αυθεντικής» ερμηνευτικής ανάγνωσης. Ακούγονται ποιήματα από τις συλλογές «Υψικάμινος», «Ενδοχώρα» και «Οκτάνα».


Τα τελευταία χρόνια και ο θάνατός του
Στις 15 Φεβρουαρίου 1965 διαβάζει ποιήματά του στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, ενώπιον ενός πολυπληθούς νεανικού κοινού, που τον αποθεώνει. Η ποίηση του Ανδρέα Εμπειρίκου αρχίζει να αναγνωρίζεται ευρύτερα.

Ο Ανδρέας Εμπειρίκος πέθανε στις 3 Αυγούστου 1975 στην Κηφισιά από καρκίνο του πνεύμονα. Ένα μεγάλο μέρος του έργου του (ποιητικό και πεζό) παρέμεινε ανέκδοτο ως το θάνατό του και άρχισε να εκδίδεται μεταθανάτια με τη φροντίδα του γιου του Λεωνίδα και των εκδόσεων ΑΓΡΑ.

Άγγελος Τερζάκης (1907 – 1979)


Σημαντικός έλληνας πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δοκιμιογράφος. Εντάσσεται στη λεγόμενη «γενιά του ‘30», που έφερε τον αέρα της ανανέωσης στα ελληνικά γράμματα.

FacebookTwitterLinkedInMessengerViberWhatsAppΑνταλλαγή
Άγγελος Τερζάκης (1907 – 1979)
Σημαντικός Έλληνας πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δοκιμιογράφος. Εντάσσεται στη λεγόμενη «γενιά του ‘30», που έφερε τον αέρα της ανανέωσης στα ελληνικά γράμματα.

Γεννήθηκε στο Ναύπλιο στις 16 Φεβρουαρίου 1907 και ήταν γιος του δημάρχου της πόλης Δημητρίου Τερζάκη. Το 1915 μετακόμισε με την υπόλοιπη οικογένειά του στην Αθήνα, όταν ο πατέρας του εξελέγη βουλευτής με το κόμμα των Φιλελευθέρων.

Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναγορεύθηκε διδάκτορας σε πολύ νεαρή ηλικία και ακολούθησε καριέρα δικηγόρου, παράλληλα με την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία. Το 1931, με δύο συλλογές διηγημάτων στο ενεργητικό του και έχοντας στα σκαριά το πρώτο του μυθιστόρημα («Δεσμώτες», 1932), αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δικηγορία και να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη λογοτεχνία.

Το 1936 παντρεύεται τη Λουίζα Βογάσαρη και δύο χρόνια αργότερα έρχεται στη ζωή ο μοναχογιός του Δημήτρης, ο μετέπειτα γνωστός συνθέτης λόγιας μουσικής. Το 1937 καταξιώνεται με το μυθιστόρημά «Η Μενεξεδένια» Πολιτεία», που καταγράφει τις καθοριστικές εξελίξεις της μεσοπολεμικής Αθήνας και της κοινωνίας της «κατά την κρίσιμον φάσιν της μεταβολής της σε μεγαλούπολιν», όπως έγραφε σε μια παρουσίαση του βιβλίου στην Ακαδημία Αθηνών.

Τα περισσότερα πεζογραφήματα του Τερζάκη κινούνται σε αυτό το πλαίσιο. Είναι αστικά μυθιστορήματα, που απεικονίζουν την κοινωνία του μεσοπολέμου, όπως αυτή βγήκε τραυματισμένη από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Βασικά χαρακτηριστικά του έργου του είναι το καταθλιπτικό κλίμα, η ασφυκτική ατμόσφαιρα, οι ήρωες - δέσμιοι της οικονομικής στενότητας και των κοινωνικών προκαταλήψεων και η απαισιοδοξία.

Την ίδια χρονιά με τη «Μενεξεδένια Πολιτεία», το πρώτο θεατρικό έργο του, το ιστορικό δράμα «Αυτοκράτωρ Μιχαήλ», σημειώνει μεγάλη επιτυχία και ο Τερζάκης διορίζεται γενικός γραμματέας του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο υπηρέτησε από διάφορες θέσεις έως το 1971.

Το 1940 στρατεύεται και υπηρετεί στο Αλβανικό Μέτωπο. Παραμένει στη ζώνη του πυρός ως το τέλος του πολέμου. Το 1945 κυκλοφορεί το ιστορικό μυθιστόρημα «Πριγκιπέσα Ιζαμπώ», που θεωρείται το αρτιότερο πεζογράφημά του και ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ζωντανεύει την περίοδο της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο μέσα από τον έρωτα της φράγκισσας πριγκίπισσας Ιζαμπούς (κόρη του αυθέντη της Καλαμάτας Γουλιέλμου Βιλλαρδουίνου) και του Έλληνα επαναστάτη Νικηφόρου Σγουρού.

Ο Άγγελος Tερζάκης ασχολήθηκε και με τον κινηματογράφο. Στις αρχές της δεκαετίας του '50 παρακολούθησε μαθήματα κινηματογράφου στην Ιταλία και το 1954 σκηνοθέτησε τη μοναδική ταινία του, μια παραλλαγή της «Μενεξεδένιας Πολιτείας» με τίτλο «Νυχτερινή περιπέτεια», σε δικό του σενάριο. Τη μουσική έγραψε ο Mάνος Xατζιδάκις, ενώ πρωταγωνιστούσαν η Nταίζη Mαυράκη, μετέπειτα «Μις Υφήλιος», ο Βασίλης Διαμαντόπουλος, η Μαρία Αλκαίου, ο Νίκος Τζόγιας και ο Ντίνος Ηλιόπουλος. Η ταινία είχε μέτρια ανταπόκριση στο ταμείο, κόβοντας 33.379 εισιτήρια.

Μεταπολεμικά συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Καθημερινή» και «Το Βήμα», ενώ υπήρξε ακόμα διευθυντής του περιοδικού «Εποχές», ενός εντύπου που έπαιξε κομβικό ρόλο στο πολιτισμικό γίγνεσθαι της Ελλάδας τη δεκαετία του '60. Οι «Εποχές» κυκλοφόρησαν από το 1963 έως το 1967, οπότε και σταμάτησε η έκδοσή τους εξαιτίας της δικτατορίας. Το 1958, μαζί με τους Καραγάτση, Βενέζη και Μυριβήλη, γράφει το «Μυθιστόρημα των Τεσσάρων», που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Ακρόπολις» (2 Μαρτίου - 26 Απριλίου 1958).

Ο Τερζάκης τιμήθηκε με το Α' Κρατικό Βραβείο Θεάτρου για το κοινωνικό δράμα «Είλωτες» (1938) και την τραγωδία «Ο σταυρός και το σπαθί» (1939), με το Α' Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το μυθιστόρημά του «Μυστική Ζωή», με το Βραβείο της Ομάδας των 12 για τη συλλογή δοκιμίων του «Προσανατολισμός στον αιώνα» (1963) και με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών για τη θεατρική μελέτη «Το μυστήριο του Ιάγου»(1969). Έργα του έχουν μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες (Αγγλικά, Γερμανικά, Ρωσικά, Σουηδικά κ.ά.), ενώ θεατρικά του έργα έχουν ανεβεί σε σκηνές των ΗΠΑ.

Το 1974 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην τάξη των Γραμμάτων. Πέθανε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου 1979, σε ηλικία 72 ετών. Ο Άγγελος Τερζάκης υπήρξε ίσως ο πιο φιλοσοφικά ανήσυχος της γενιάς του '30. Στο κέντρο των αναζητήσεών του βρέθηκε πάντοτε ο σύγχρονος άνθρωπος και τα αγωνιώδη προβλήματά του. Γι' αυτό ίσως είναι και εκείνος που καλλιέργησε ιδιαίτερα το δοκίμιο και αναζήτησε την προσφορότερη έκφρασή του και στο θέατρο.

Επιλεγμένη Εργογραφία
«Δεσμώτες» (Μυθιστόρημα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Η παρακμή των Σκληρών» (Μυθιστόρημα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Η μενεξεδένια πολιτεία» (Μυθιστόρημα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Η πριγκιπέσα Ιζαμπώ» (Μυθιστόρημα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Δίχως Θεό» (Μυθιστόρημα, ΕΣΤΙΑ)
«Η μυστική ζωή» (Μυθιστόρημα, ΕΣΤΙΑ)
«Το μυθιστόρημα των τεσσάρων» (μαζί με τους Σ. Μυριβήλη, Μ. Καραγάτση, Ηλ. Βενέζη, «ΕΣΤΙΑ»)
Απρίλης» (Διηγήματα, «ΕΣΤΙΑ»)
«Προσανατολισμός στον αιώνα» (Δοκίμια, «Οι εκδόσεις των φίλων»)
«Ένας μεταβαλλόμενος κόσμος» (Δοκίμια «Οι εκδόσεις των φίλων»)
«Η ελληνική εποποιία. Χρονικό του πολέμου 1940-41» (Ιστορία, «ΕΣΤΙΑ»)
«Θέατρο» (ΕΣΤΙΑ)
Βιβλιογραφία
«Αφιέρωμα στον Άγγελο Τερζάκη» (Περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τεύχος 1718)
«Προσφορά στον Άγγελο Τερζάκη» (Κείμενα για τον συγγραφέα από τους Κωνσταντίνο Τσάτσο, Νίκο Χατζηκυριάκο - Γκίκα και Μιχαήλ Στασινόπουλο, «ΕΥΘΥΝΗ»)
«Γυναικεία προσωπογραφία στο πεζογραφικό έργο του Άγγελου Τερζάκη» της Πολυξένης Μπίστα («Αρμός»)
«Η μέρα για τα γραπτά κι η νύχτα για το σώμα» του Μένη Κουμανταρέα («Κέδρος»)

Ηλίας Βενέζης
Έλληνας λογοτέχνης, από τους σημαντικότερους της γενιάς του ‘30. H ζωή του ακολούθησε τις περιπέτειες του μικρασιατικού ελληνισμού και τις αποτύπωσε στο έργο του.
Ο Ηλίας Βενέζης ήταν έλληνας πεζογράφος, από τους σημαντικότερους της λογοτεχνικής γενιάς του 1930. Από την παιδική του ηλικία, η ζωή του ακολούθησε τις περιπέτειες του μικρασιατικού ελληνισμού και τις αποτύπωσε στο έργο του. Έγινε ο ραψωδός της προσφυγιάς και του ξεριζωμού, αλλά μαζί και της ανθρωπιάς, της καρτερίας και της πίστης. Μείζονα έργα του τα μυθιστορήματα «Το Νούμερο 31328» (1931), «Γαλήνη» (1939) και «Αιολική Γη» (1943).

Ο Ηλίας Μέλλος, όπως ήταν το πατρικό επώνυμο (Βενέζης ήταν το επώνυμο του παππού του, το οποίο υιοθέτησε ως φιλολογικό ψευδώνυμο) γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου 1904 στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας. Για το έτος της γέννησής του η νεότερη έρευνα έχει αποδείξει, με βάση τη ληξιαρχική πράξη του θανάτου του, ότι είχε γεννηθεί το 1898.


Ο Ηλίας ήταν ένα από τα επτά παιδιά του κτηματία Μιχαήλ Μέλλου, με καταγωγή από την Κεφαλλονιά και της Βασιλικής Μπιμπέλα, κόρης του μεγαλοτσιφλικά Γιαννακού Μπιμπέλα. Με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η οικογένειά του κατέφυγε στη Μυτιλήνη, τόπο καταγωγής της μητέρας του, όταν οι Τούρκοι άρχισαν διωγμούς κατά των χριστιανών. Εκεί ο Βενέζης πέρασε τα πρώτα γυμνασιακά του χρόνια με σκληρές στερήσεις, σπουδάζοντας την ημέρα και εργαζόμενος τη νύχτα.

 

 
Μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψε στο Αϊβαλί και άρχισε να μελετά ανώτερα μαθηματικά για να σπουδάσει μηχανικός στη Γαλλία. Όμως, η Μικρασιατική Καταστροφή και η έξοδος των Ελλήνων της Μικράς Ασίας ανέτρεψαν τα σχέδια του. Όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν το Αϊβαλί, τον συνέλαβαν μαζί με άλλους 3.000 Έλληνες και τον οδήγησαν αιχμάλωτο στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας για να εργασθεί στα διαβόητα «Τάγματα Εργασίας».  
  

Εκεί, ο Βενέζης υπέστη επί 14 μήνες αφάνταστα βάσανα, τα οποία περιέγραψε στο βιβλίο του «Το Νούμερο 31328», που εκδόθηκε το 1931. Το νούμερο αυτό ήταν ο αριθμός με τον οποίο ήταν καταχωρημένος στα «Τάγματα Εργασίας». Οι απάνθρωπες συνθήκες της αιχμαλωσίας (ήταν ένας από τους μόλις 23 συμπολίτες του που επέζησαν) και ο ξεριζωμός από την πατρώα γη άφησαν ανεξίτηλα τα ίχνη τους στο νεαρό τότε Βενέζη και σημάδεψαν με καίριο τρόπο τη θεματογραφία του έργου του.


Μετά τη διάσωσή του, κατέφυγε και πάλι στη Μυτιλήνη, όπου εγκαταστάθηκε και άρχισε να εργάζεται στην Εθνική Τράπεζα. Εκεί γνωρίστηκε με τον Στράτη Μυριβήλη και την ομάδα των λογοτεχνών και καλλιτεχνών του νησιού, τη γνωστή με την ονομασία «Λεσβιακή Άνοιξη». Το 1930 μετατάχθηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος και το 1932 πήρε μετάθεση για το Κεντρικό Κατάστημα της Αθήνας, όπου υπηρέτησε ως το 1957 και συνταξιοδοτήθηκε με το βαθμό του Υποδιευθυντή.

Στα αθηναϊκά γράμματα πρωτοεμφανίστηκε το 1928, μετά την βράβευσή του στο διαγωνισμό του περιοδικού «Νέα Εστία» για το διήγημά του «Ο θάνατος». Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε στη Μυτιλήνη το πρώτο του βιβλίο, τη συλλογή διηγημάτων «Ο Μανώλης Λέκκας και άλλα διηγήματα», το οποίο έγινε ευμενώς δεκτό από τους κριτικούς των Αθηνών.

Το 1938 παντρεύτηκε τη Σταυρίτσα Μολυβιάτη με καταγωγή από το Αϊβαλί, με την οποία απέκτησε μία κόρη, την Άννα. Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα «Γαλήνη». Είναι, ίσως, το πρώτο βιβλίο που αντιμετωπίζει με λογοτεχνική επάρκεια το θέμα της εγκατάστασης των προσφύγων στην Ελλάδα. Οι δυσκολίες για να συνυπάρξουν δύο διαφορετικοί ουσιαστικά κόσμοι και οι αναπόφευκτες συγκρούσεις τους εξιστορούνται τόσο μέσα από την ομαδική περιπέτεια του πλήθους, όσο και μέσα από τα ιδιωτικά περιστατικά της οικογενειακής ζωής του κεντρικού ήρωα, του γιατρού Δημήτρη Βένη. Για τη «Γαλήνη» τιμήθηκε το 1940 με το Α’ Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας και τον Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών.


 

 Ζάππειο 1933. Από αριστερά: Θράσος Καστανάκης, Στρατής Μυριβήλης, Άγγελος Τερζάκης, Ηλίας Βενέζης
Στις 28 Οκτωβρίου 1943 οι υπάλληλοι της Τράπεζας της Ελλάδας είχαν συγκεντρωθεί στη μεγάλη αίθουσα του κτιρίου για να τιμήσουν την επέτειο του «ΟΧΙ», αλλά και τη μνήμη των συναδέλφων τους που έπεσαν μαχόμενοι. Οι Γερμανοί εισέβαλαν στην αίθουσα και συνέλαβαν τον διοικητή και μερικούς υπαλλήλους, μεταξύ των οποίων και τον Βενέζη. Τον απομόνωσαν στο «Μπλοκ C» των φυλακών Αβέρωφ και θα τον εκτελούσαν, αν δεν επενέβαινε συντονισμένα ο πνευματικός κόσμος της χώρας και ζητούσε την απελευθέρωσή του. Από τη νέα αυτή τραγική εμπειρία θα προκύψει το μοναδικό θεατρικό του έργο «Μπλοκ C», που ανέβηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1945 από το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Πέλου Κατσούλη και πρωταγωνιστές τον Θάνο Κωτσόπουλο και τον Ιορδάνη Μαρίνο. 

Στα τέλη του 1943 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του «Αιολική Γη», το δημοφιλέστερο και περισσότερο μεταφρασμένο από τα έργα του Βενέζη. Το μυθιστόρημα αυτό, γραμμένο από την οπτική ενός μικρού παιδιού, αποτελεί έναν ύμνο για τον χαμένο παράδεισο των παιδικών του χρόνων και, ταυτόχρονα, ένα χρονικό του ελληνισμού της Μικράς Ασίας πριν από τον ξεριζωμό.

Από το 1946 χρονολογείται και η πρώτη μετάφραση βιβλίων του στο εξωτερικό, σε πολλές γλώσσες, που είχαν μεγάλη απήχηση. Εκτός από τα τρία μείζονα έργα του, για τα οποία κατέχει περίοπτη θέση στο σώμα της ελληνικής λογοτεχνίας, ο Ηλίας Βενέζης δημοσίευσε συλλογές διηγημάτων, μυθιστορήματα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις και ιστορικά έργα. Το 1958 συμμετείχε στο «Μυθιστόρημα των 4», που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Ακρόπολις» και το οποίο έγραψαν κατά σειρά ο Στράτης Μυριβήλης, ο Μ. Καραγάτσης, ο Άγγελος Τερζάκης και ο ίδιος.

 
Το 1948, εν μέσω Εμφυλίου Πολέμου, συμμετείχε στην ίδρυση της αντικομουνιστικής Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και τον επόμενο χρόνο με πρόσκληση του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών περιόδευσε επί εξάμηνο στις ΗΠΑ, όπου έδωσε διαλέξεις και συνεντεύξεις.

Κατά τη μεταπολεμική περίοδο συνεργάστηκε για πολλά χρόνια (1954-1970) με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ) σε εκπομπές λόγου, ενώ υπήρξε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου, της Λυρικής Σκηνής, της Κοινότητας Ευρωπαίων Συγγραφέων, της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης και ιδρυτι­κό μέλος της λογοτεχνικής «Ομάδας των 12».

Τον Ιανουάριο του 1957 η Ακαδημία Αθηνών εξέλεξε τον Ηλία Βενέζη τακτικό μέλος της στην τάξη των Γραμμάτων και Καλών Τεχνών και το 1959 του απενεμήθη ο Ταξιάρχης του Τάγματος Γεωργίου Α.

Ο Ηλίας Βενέζης πέθανε στις 3 Αυγούστου 1973, καταβεβλημένος από τον καρκίνο του λάρυγγα, με τον οποίο είχε διαγνωστεί πριν από δύο χρόνια.

Αγία Σαλώμη

Μία από τις Μυροφόρες, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Μάρκο (ιστ’,1), αδελφή ή εξαδέλφη της Θεοτόκου, σύζυγος του Ζεβεδαίου και μητέρα των αποστόλων Ιωάννη και Ιακώβου. Η μνήμη της τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 3 Αυγούστου και την Κυριακή των Μυροφόρων. Την ημέρα αυτή γιορτάζουν όσες φέρουν το όνομα Σαλώμη. Η Καθολική Εκκλησία τιμά τη μνήμη της Αγίας Σαλώμης στις 22 Οκτωβρίου.

Πανουργιάς
Κλεφταρματολός των Σαλώνων και αγωνιστής του 1821. Συμμετείχε στα πρώτα στάδια της Επανάστασης στην Ανατολική Στερεά και ως πολιτικός στις Εθνοσυνελεύσεις.

Ο Πανουργιάς ήταν κλεφταρματολός των Σαλώνων (Άμφισσας) και αγωνιστής του 1821. Συμμετείχε στα πρώτα στάδια της Ελληνικής Επανάστασης στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και ως πολιτικός στις Εθνοσυνελεύσεις εκπροσωπώντας την πατρίδα του. Σύμφωνα με τον ιστορικό Διονύσιο Κόκκινο, «είχε τα χαρίσματα των λαμπροτέρων αρματολών της Ρούμελης, χωρίς τα ελαττώματά τους. Ήταν γενναίος, ευφυής, αγνός, με ηγετικά προσόντα. Με επιβλητικό παράστημα, με ωραίο κεφάλι και αυστηρή έκφραση, οξύνους και ετοιμόλογος, ήταν γεννημένος να διοικεί».

 
Ο Πανουργιάς γεννήθηκε το 1759 στο χωριό Δρέμισα  της Φωκίδας και ήταν γιος του βοσκού Δημητρίου Ξηρού ή Ξεροδημήτρη, με καταγωγή από τον Άγιο Γεώργιο Παρνασσίδας. Το όνομά του Πανουργιάς οφείλεται σε παρανόηση. Ο νονός του ευρισκόμενος σε σύγχυση νόμιζε ότι ήταν κορίτσι και τον βάφτισε Πανωραία. Ο πατέρας του από ευσέβεια αρνήθηκε να τού αλλάξει το όνομα, το οποίο μετέτρεψε σε αρσενικό, Πανώριας, και κατά παραφθορά Πανουργιάς. Αργότερα το υιοθέτησε και ως επίθετο και υπέγραφε ως Πανουργιάς Δ. Πανουργιάς.


Στα εφηβικά του έγινε κλέφτης, είτε λόγω μιας ερωτικής περιπέτειας, είτε επειδή σκότωσε δύο μπέηδες της περιοχής. Αργότερα, το 1813, ο Αλή Πασάς εκτιμώντας τις ικανότητές του τον διόρισε αρματολό στα Σάλωνα. Όταν όμως αντικαταστάθηκε έγινε και πάλι κλέφτης και τότε ο Αλή έστειλε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο για να τον καταδιώξει. Ο Ανδρούτσος συνέλαβε την οικογένειά του, οπότε αναγκάστηκε και ο Πανουργιάς να παραδοθεί και στη συνέχεια να σταλεί στα Γιάννινα (1817). Με μεσολάβηση του Ανδρούτσου δεν τιμωρήθηκε, αλλά έμεινε υπό επιτήρηση έως το 1820, οπότε ο Αλή πασάς αποστάτησε από τον σουλτάνο Μαχμούτ Β’.

Όταν τα στρατεύματα του Χουρσίτ Πασά πολιόρκησαν τα Γιάννινα, ο Πανουργιάς διέφυγε στην πατρίδα του και πήρε πάλι το αρματολίκι των Σάλωνων. Μάλιστα, οργάνωσε σώμα από 60 ενόπλους με πειθαρχία και ομοιόμορφη εμφάνιση, με πρωτοπαλίκαρα τον Γιάννη Γκούρα, τον Θανάση Μανίκα και Παπαντρέα Κουκοβιστιανό.  «Ο Πανουργιάς κυριεύων τον Ακροκόρινθον», πίνακας του Πέτερ φον Ες (Πινακοθήκη Μονάχου)
Στις 30 Ιανουαρίου 1821, έχοντας μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, πήρε μέρος στη σύσκεψη των οπλαρχηγών της Ρούμελης, που έγινε στη Λευκάδα με σκοπό την προετοιμασία της εξέγερσης. Στις 24 Μαρτίου, όταν πληροφορήθηκε για τις πρώτες συγκρούσεις στην Πελοπόννησο, κάλεσε τους προκρίτους της περιοχής στη Μονή του Προφήτη Ηλία, κοντά στα Σάλωνα και αποφάσισαν μαζί την κήρυξη της Επανάστασης. Στις 27 Μαρτίου μπήκε με το σώμα του στην πόλη και μετά από σύντομη μάχη υποχρέωσε τους Τούρκους να καταφύγουν στο κάστρο των Σαλώνων και να παραδοθούν τελικά στις 10 Απριλίου. 


Στη συνέχεια συνέπραξε με τον Αθανάσιο Διάκο στην απόκρουση του στρατού του Ομέρ Βρυώνη και πολέμησε στη Μάχη της Χαλκομάτας (23 Απριλίου 1821), όπου έπεσε η ηρωικά μαχόμενος ο Σαλώνων Ησαΐας και ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά. Μετά την ήττα των ελληνικών δυνάμεων την ίδια ημέρα στη Μάχη της Αλαμάνας και τον μαρτυρικό θάνατο του Αθανασίου Διάκου, ο Πανουργιάς ακολούθησε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στο Χάνι της Γραβιάς για να εμποδίσουν την προέλαση του Ομέρ Βρυώνη.

Ο Ανδρούτσος πρότεινε να δώσουν τη μάχη στο Χάνι, ενώ οι Δυοβουνιώτης και Πανουργιάς το έκριναν ακατάλληλο, επειδή ήταν πλινθόκτιστο και βρισκόταν σε ανοικτό πεδίο. Τελικά αποφάσισαν ο μεν Δυοβουνιώτης με τον Πανουργιά να πιάσουν τις γύρω περιοχές, ο δε Ανδρούτσος να χτυπήσει τον εχθρό από το χάνι σε μία οπωσδήποτε παράτολμη ενέργεια. Εκ του αποτελέσματος, ο Ανδρούτσος δικαιώθηκε, καθώς πριν από την ιστορική μάχη της 8ης Μαΐου 1821, ο Πανουργιάς και ο Δυοβουνιώτης με τους άνδρες τους δέχτηκαν επίθεση από τον τουρκικό στρατό και διασκορπίστηκαν στις γύρω περιοχές.

 
Τον Σεπτέμβριο του 1821, ο Πανουργιάς προσπάθησε να αποτρέψει την καταστροφή του Γαλαξιδίου από τους Τούρκους, αλλά την κρίσιμη στιγμή οι άνδρες του τρομοκρατημένοι από τον σφοδρό κανονιοβολισμό του τουρκικού ναυτικού αποχώρησαν, με αποτέλεσμα να επικρατήσει σύγχυση και πανικός μεταξύ του άμαχου πληθυσμού. Το πρωί της 23ης Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι αποβίβασαν δυνάμεις στη στεριά και το Γαλαξίδι να παραδόθηκε στις φλόγες. Τον Νοέμβριο του 1821 συμμετείχε στη Συνέλευση των Σαλώνων που αποσκοπούσε στην πολιτική οργάνωση της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας με τη δημιουργία του θνησιγενούς Αρείου Πάγου.

 
Τον επόμενο χρόνο, ο Πανουργιάς συνέπραξε στη διακοπή του εφοδιασμού της στρατιάς του Δράμαλη, συντελώντας έτσι στην καταστροφή του που επακολούθησε στα Δερβενάκια. Τον Ιανουάριο του 1822, ευρισκόμενος στην Κόρινθο, πληροφορήθηκε ότι οι πολιορκούμενοι Τούρκοι στον Ακροκόρινθο ζήτησαν να παραδοθούν σ’ αυτόν. Η σκηνή της παράδοσης απαθανατίστηκε στον πίνακα του Πέτερ φον Ες «Ο Πανουργιάς κυριεύων τον Ακροκόρινθον» που κοσμούσε το ανάκτορο του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου, πατέρα του Όθωνα και σήμερα εκτίθεται στην Πινακοθήκη του Μονάχου.

Ο Πανουργιάς εκπροσώπησε την ιδιαίτερη πατρίδα του στις Εθνοσυνελεύσεις, ενώ πολιτικά ήταν αντίπαλος του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και πίστευε ότι ενόσω διαρκούσε ο πόλεμος έπρεπε να επικρατεί η παράταξη των «στρατιωτικών». Ο ίδιος, από το 1823, είχε αποσυρθεί από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τον αντικατέστησε ο γιος του Νάκος (Ιωάννης) Πανουργιάς. Μετά την πτώση τού Μεσολογγίου τον Απρίλιο του 1826 και τον προσωρινό τερματισμό της Επανάστασης στη Δυτική Στερεά Ελλάδα, αποσύρθηκε στην Κέρκυρα για λίγο διάστημα.

Ο Γιάννης Παπαϊωάννου υπήρξε ένας από τους θεμελιωτές και κύριους εκφραστές του λαϊκού μας τραγουδιού. Γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 1913 στην Κίο της Προποντίδας. Σε ηλικία δυο ετών ορφάνεψε από πατέρα κι επτά χρόνια αργότερα έζησε τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Αρχικώς εγκαταστάθηκε με τη μητέρα και τη γιαγιά του στη Σαμοθράκη και λίγο αργότερα μετακόμισαν στον Πειραιά, στις Τζιτζιφιές, όπου ζούσαν οι θείοι του και η υπόλοιπη οικογένεια. Στη δουλεία μπήκε από μικρός. Εργάστηκε ως ψαράς, ως μαραγκός, σε συνεργείο αυτοκινήτων και σε οικοδομές. Η σκληρή βιοπάλη του απαγόρευσε να συνεχίσει το σχολείο.

Το 1928 ξεκίνησε να παίζει μουσική με μια φυσαρμόνικα, αλλά η σχέση του με τη μουσική θα παρέμενε σε εκείνο το επίπεδο αν δεν ήταν το ποδόσφαιρο. Έπειτα από έναν σοβαρό τραυματισμό του, η μητέρα του τού έκανε δώρο ένα μαντολίνο για να σταματήσει να παίζει. Η ζωή του άλλαξε, όταν μια μέρα άκουσε σε μια ταβέρνα Το μινόρε του τεκέ του Γιάννη Χαλκιά. Ήταν η πρώτη φορά που άκουγε μπουζούκι. Το ερωτεύτηκε και το υπηρέτησε πιστά μέχρι το τέλος της ζωής του.

Στο πάλκο πρωτανέβηκε το 1933. Στη σαραντάχρονη πορεία του έγραψε πάνω από 800 τραγούδια, περιόδευσε σε Ελλάδα και Αμερική, και ανέδειξε μια ολόκληρη γενιά καλλιτεχνών, μουσικών και τραγουδιστών. Η Φαλιριώτισσα, Βαδίζω και παραμιλώ, Καπετάν Αντρέα Ζέππο, Πριν το χάραμα, Σβήσε το φως να κοιμηθούμε, είναι μερικά μόνο από τα διαχρονικά τραγούδια του που άφησε ως κληρονομιά.

Ο Γιάννης Παπαϊωάννου σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα τα χαράματα της 3ης Αυγούστου 1972, καθώς μετά τη δουλειά πήγαινε για ψάρεμα στα Βασιλικά της Σαλαμίνας. Στη μνήμη του, ο Βασίλης Τσιτσάνης -κουμπάρος, φίλος και συνεργάτης του για πολλά χρόνια- έγραψε Το τραγούδι του Γιάννη που τραγουδά η Πόλη Πάνου.

ρήστος Ευθυμίου (1900 – 1971)
Κωμικός ηθοποιός του θεάτρου, που διακρίθηκε σε κλασικούς και νεώτερους ρόλους. Έπαιξε στον κινηματογράφο και συνεργάστηκε με το ραδιόφωνο.

Γεννήθηκε στο Κωσταλέξι Φθιώτιδας στις 3 Αυγούστου 1900 και ήταν γιος θεατρίνου. Τέλειωσε το γυμνάσιο στη Λαμία και η στρατιωτική του θητεία συνέπεσε με τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Η μονάδα του Ευθυμίου ήταν από τις πρώτες που αποβιβάστηκε στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν πληροφορίες από εκείνη την περίοδο. Αργότερα, πάντως, του απονεμήθηκε μετάλλιο ανδρείας.


Ο Χρήστος Ευθυμίου σπούδασε νομικά, αλλά τον κέρδισε η υποκριτική. Γράφτηκε χωρίς εξετάσεις στη νεοϊδρυθείσα Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου το 1925, ως εξαιρετικό ταλέντο, πείθοντας τους αρμόδιους της σχολής μόνο με την εμφάνισή του, τις γκριμάτσες και τον τρόπο που τόνιζε τις λέξεις. Μετά από τετραετείς θεατρικές σπουδές, με δασκάλους τον Φώτο Πολίτη, τον Σπύρο Μελά και τον Αιμίλιο Βεάκη, αποφοίτησε με άριστα το 1929 και αμέσως προσελήφθη στον θίασο της Κυβέλης.

Το 1931 εντάχθηκε στο δυναμικό του Βασιλικού Θεάτρου (νυν Εθνικό Θέατρο), στο οποίο παρέμεινε έως το 1955 και αναδείχθηκε ως ένας εκ των πρωταγωνιστών του. Ηθοποιός με κωμική κατασκευή, κατόρθωνε να επιβάλλεται με την τέχνη του και τις εξαίσιες διακυμάνσεις του κωμικού τόνου. Διέπρεψε σε έργα του Μολιέρου και το 1952 παρασημοφορήθηκε από τη Γαλλική Κυβέρνηση για την εξαίρετη ερμηνεία του των έργων του σπουδαίου γάλλου θεατρικού συγγραφέα.

Έπαιξε με άνεση Σαίξπηρ, Γκολντόνι, Αριστοφάνη, αλλά και Μελά, Σακελλάριο ακόμη και επιθεώρηση. Μετά τον θάνατο του Βασίλη Λογοθετίδη, το 1960, τέθηκε επικεφαλής του θιάσου του εκλιπόντος δημοφιλούς κωμικού. Δύο χρόνια αργότερα παρασημοφορήθηκε από τον Βασιλιά Παύλο για την προσφορά του στο ελληνικό θέατρο.

Αξιόλογη ήταν η παρουσία του στον ελληνικό κινηματογράφο. Τυποποιήθηκε σε ρόλους αφελούς και μπούφου, πράγμα που τον έκανε δημοφιλή στο λαϊκό κοινό. Οι ρόλοι του στις ταινίες Ο γυναικάς (1957) και Ένας βλάκας και μισός (1959) έμειναν αξέχαστοι. Επίσης, χαρακτηριστική υπήρξε η επί μακρόν συμμετοχή του σε καθημερινές απογευματινές ραδιοφωνικές πεντάλεπτες παρλάτες με την ατάκα «Αχ τι τραβάω!».

Ο Χρήστος Ευθυμίου πέθανε στην Αθήνα στις 4 Μαΐου 1971.

Φιλμογραφία
Δεσποινίς δικηγόρος του Πέλου Κατσέλη (1933)
Το δρομάκι του Παραδείσου του Αλμπέρτο Πιεραλίζι (1943)
Η άγνωστος του Ορέστη Λάσκου (1954)
Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας του Ντίμη Δαδήρα (1955)
Ο γυναικάς του Νίκου Τσιφόρου (1957)
Ένας βλάκας και μισός του Γιάννη Δαλιανίδη (1959)
Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα του Ιάκωβου Καμπανέλλη (1960)

Το αργυρό της Μπακογιάννη στην Ατλάντα
Η Νίκη Μπακογιάννη, παρά τις προβλέψεις, κερδίζει το αργυρό μετάλλιο στο άλμα εις ύψος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα και γράφει ιστορία...
 

    
 
Οι ελπίδες της Ελλάδας για ένα μετάλλιο στο στίβο, την τελευταία ημέρα των Ολυμπιακών Αγώνων της Ατλάντα (3 Αυγούστου 1996), προέρχονταν από τον Κώστα Γκατσιούδη, λόγω της μεγάλης του βολής στον προκριματικό του ακοντισμού (87,12 μ.). Στον τελικό, όμως, λύγισε από την απειρία και περιορίστηκε στη δέκατη θέση.

Φαινόταν πλέον ξεκάθαρα ότι ο στίβος δεν θα χάριζε μετάλλιο στην Ελλάδα. Όλα αυτά, όμως, ίσχυσαν μέχρι να ξεκινήσει το ύψος γυναικών. Η 28χρονη Νίκη Μπακογιάννη, δεύτερη στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα κλειστού στίβου την ίδια χρονιά με 1,96 μ. δεν είχε ελπίδες για μετάλλιο, αλλά για ένα καλό πλασάρισμα, έχοντας πετύχει πρόσφατα πανελλήνιο ρεκόρ με 1,97 μ.


Μεγάλο φαβορί ήταν η κυρίαρχη του αγωνίσματος Στέφκα Κονσταντίνοβα, που επιζητούσε το πρώτο της χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο. Η βουλγάρα αθλήτρια ήξερε ότι στα 31 της χρόνια δεν θα είχε άλλη ευκαιρία να ανέβει στο ψηλότερο σκαλί του βά­θρου και σίγουρα δεν περίμενε ότι μία Ελληνίδα θα ήταν αυτή που θα της έκανε τη ζωή δύσκολη.

 

 
Ο τελικός ξεκίνησε με την Μπακογιάννη να περνά άνετα το 1,97, ακόμα και το 1,99, βελτιώνοντας το ρεκόρ της! Η Λαμιώτισσα πρωταθλήτριά μας πέρασε με τη δεύτερη προσπάθεια και το 2,01 και σιγούρεψε το μετάλλιο, μετά την αποτυχία της Ιταλίδας Αντονέλα Μπεβιλάκουα, που περιορίστηκε στην τέταρτη θέση και αργότερα ακυρώθηκε, λόγω ντόπινγκ. 

 

 


Έμειναν πλέον στο παιχνίδι για το χρυσό μετάλλιο η Μπακογιάννη, η Ουκρανή Ίνχα Μπαμπάκοβα και η μεγάλη Κοσταντίνοβα. Στο 2,03 απέτυχε η Μπαμπάκοβα και το πέρασαν οι δύο Βαλκά­νιες, η Νίκη με ένα εκπληκτικό άλμα στην τρίτη της προσπάθεια! Η Ίνγκα Μπαμπάκοβα έμεινε στο 2,01, επίδοση που θα της έδινε το ασημένιο μετάλλιο σε οποιουσδήποτε Ολυ­μπιακούς Αγώνες, όχι όμως στην Ατλάντα.


Το 2,05 φαινόταν ότι θα ήταν το καθοριστικό ύψος. Η Νίκη δεν είχε άλλες δυνάμεις, άλλωστε είχε ξεπεράσει ήδη τον εαυτό της κατά πολύ. Η Κοσταντίνοβα διψούσε για τον μοναδικό τίτλο που της έλειπε, πέρασε και το 2,05 με τη δεύτερη προσπάθεια και νίκησε στον μεγάλο αυ­τό αγώνα.

«Ένιωθα από μέρες ότι θα γινόταν κάτι σ’ αυτόν τον α­γώνα. Μετά το ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό κλειστού άλ­λαξε η ψυχολογία μου. Το 2,03 έπρεπε να το είχα περάσει τουλάχιστον δύο - τρία χρόνια πριν. Βρέθηκα σε καλή μέρα, πάλεψα με το σώμα και την ψυχή μου, με βοήθησαν και οι φίλαθλοι και ήρθε το μετάλλιο. Χαίρομαι που το χρυσό κατέληξε στη Στέφκα» είπε μετά τον αγώνα η Νίκη Μπακογιάννη και η Στέφκα Κοσταντί­νοβα επιβράβευσε και αυτήν την προσπάθεια της μεγά­λης της αντιπάλου: «Περίμενα ότι ο αγώνας θα ήταν σκληρός και ότι η νίκη θα κρινόταν στο 2,05. Χάρηκα πολύ που πήρε η Μπακογιάννη το μετάλλιο, με μία τόσο σπουδαία επίδοση».

Η Νίκη Μπακογιάννη έγινε η πρώτη Ελληνίδα που υπερέβη τα 2 μ. στο άλμα εις ύψος, ενώ πέρασε και στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες ως η αθλήτρια με τη μεγαλύτερη διαφορά (33 πόντοι) σωματικού ύψους (1,70 μ.) και ύψους που υπερέβη (2,02 μ.).

Αντώνης Καλογιάννης

Αντώνης Καλογιάννης (1940 – 2021)
Ο Αντώνης Καλογιάννης ήταν σπουδαίος έλληνας τραγουδιστής. με βαθιά, ζεστή και εκφραστική φωνή. Με μακρόχρονη καριέρα, διακρίθηκε τόσο στο έντεχνο και πολιτικό, όσο και στο ελαφρολαϊκό ερωτικό τραγούδι.

Ο Αντώνης Καλογιάννης γεννήθηκε στις 3 Αυγούστου 1940 στην Καισαριανή. Υπήρξε ανακάλυψη του Μίκη Θεοδωράκη στα μέσα της δεκαετίας του ‘60, ενώ εργαζόταν ως τσαγκάρης. Το 1966 συμμετείχε στις συναυλίες του κορυφαίου έλληνα συνθέτη εντός κι εκτός ελληνικών συνόρων (Σοβιετική Ένωση).


1967: Στο εξωτερικό με την Μαρία Φαραντούρη
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών του 1967 έφυγε στο εξωτερικό με τη Μαρία Φαραντούρη και δημιούργησε λαϊκή ορχήστρα, με την οποία έδωσαν συναυλίες που είχαν καθαρά πολιτικό χαρακτήρα, συμβάλλοντας έτσι στον αγώνα κατά της Χούντας. Μετά την αποφυλάκιση του Μίκη Θεοδωράκη θα δώσουν μαζί περισσότερες από 500 συναυλίες σε Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία, κάνοντας γνωστή την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε τότε στην Ελλάδα.

Το 1972 ο Αντώνης Καλογιάννης επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε να τραγουδά σε αρκετές μπουάτ στην Πλάκα. Ξεχωριστές στιγμές στην καριέρα του είναι η συμμετοχή του στους δίσκους του Μίκη Θεοδωράκη «Πνευματικό Εμβατήριο» σε ποίηση Άγγελου Σικελιανού, «Κατάσταση Πολιορκίας» (1970) και «Ήλιος και Χρόνος / Επιφάνεια Αβέρωφ» (1975).

Μίκης Θεοδωράκης, Μαρία Φαραντούρη, Πέτρος Πανδής, Μανώλης Μητσιάς, Αντώνης Καλογιάννης, Γιώργος Θεοδωράκης στη συναυλία που δόθηκε στο Στάδιο Καραϊσκάκη μετά την πτώση της χούντας
Μίκης Θεοδωράκης, Μαρία Φαραντούρη, Πέτρος Πανδής, Μανώλης Μητσιάς, Αντώνης Καλογιάννης, Γιώργος Θεοδωράκης στη συναυλία που δόθηκε στο Στάδιο Καραϊσκάκη μετά την πτώση της χούντας
Στροφή στο ελαφρολαϊκό με τον δίσκο «Τα Σημερινά»
Η δεκαετία του ‘80, ξεκίνησε με τον δίσκο των Μίμη Πλέσσα και Δημήτρη Χριστοδούλου «Τραγούδια της γειτονιάς», που μάλλον έκλεισε την προηγούμενη δεκαετία. Με τον επόμενο δίσκο του «Τα Σημερινά» (1981), ο Αντώνης Καλογιάννης έκανε τη στροφή του στο ελαφρολαϊκό τραγούδι, στο οποίο και καθιερώθηκε ως ένας, ερωτικός πλέον, τραγουδιστής. Ο δίσκος των Σπύρου Παπαβασιλείου και Λάκη Τεάζη έγινε «χρυσός» (50.000 πωλήσεις) και σηματοδότησε την πιο εμπορική δεκαετία της καριέρας του Αντώνη Καλογιάννη με τη μεγάλη επιτυχία «Όμορφή μου Κατερίνα».

Η πιο μεγάλη επιτυχία του και οι σπουδαίες συνεργασίες της 40χρονης καριέρας του
Ακολούθησε άλλη μία μεγάλη επιτυχία, «Η Αννούλα του χιονιά» (1984), σε μουσική Μάριου Τόκα και στίχους Σαράντη Αλιβιζάτου. Μετά τις μεγάλες αυτές επιτυχίες, η δισκογραφία του Αντώνη Καλογιάννη συνεχίστηκε έως και το 1997, οπότε κυκλοφόρησε ο τελευταίος προσωπικός του δίσκος «Ιστορίες Αγγέλων».

Το μακρύ ταξίδι του Αντώνη Καλογιάννη στο ελληνικό τραγούδι ξεπερνά τα 40 χρόνια. Εκτός από τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Μίμη Πλέσσα και τον Μάριο Τόκα, συνεργάστηκε και με άλλους σημαντικούς έλληνες συνθέτες, όπως ο Σταύρος Ξαρχάκος («Μάτια βουρκωμένα»), ο Δήμος Μούτσης («Στο παράθυρό σου αγνατεύοντας», «Τράβα την κουρτίνα σου»), ο Σταύρος Κουγιουμτζής («Μικραίνει ο κόσμος»), ο Αργύρης Κουνάδης («Do you like the Greece», «Όρτσα τα πανιά») και ο Ηλίας Ανδριόπουλος («Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες»), ενώ τραγούδησε στίχους κορυφαίων ελλήνων ποιητών και στιχουργών, όπως των Γιάννη Ρίτσου, Γιώργου Σεφέρη, Μανώλη Αναγνωστάκη, Τάσου Λειβαδίτη, Δημήτρη Χριστοδούλου και Λευτέρη Παπαδόπουλου.

Ο Αντώνης Καλογιάννης πέθανε στις 11 Φεβρουαρίου 2021 στην Αθήνα, σε ηλικία 80 ετών. Από τον γάμο του με την Ελένη είχε αποκτήσει δύο παιδιά (ένα αγόρι κι ένα κορίτσι).

Δισκογραφία
Κάτι φταίει
Τα πρώτα μου τραγούδια
Ερωτικά
Συνοικισμός Α [1972]
Για μια σταγόνα αλάτι [1973]
Τα λιοτρόπια [1974]
Τι ώρα νά ‘ναι
Τραγούδια Μ. Θεοδωράκη
Γράμματα στο Μακρυγιάννη [1979]
Τα σημερινά [1981]
Μικραίνει ο κόσμος [1983]
Μικρά Ερωτικά [1984]
Και που λες Ευτυχία [1985]
Επικίνδυνα παιχνίδια [1990]
Σε ανύποπτο χρόνο [1991]
Αντίθετη Πορεία [1993]
Ιστορίες αγγέλων [1997]

 

Ανδρέας Εμπειρίκος: Ο «πατέρας» του ελληνικού υπερρεαλισμού
 
 
Έλληνας λογοτέχνης, ο εισηγητής και κύριος εκπρόσωπος της υπερρεαλιστικής (σουρεαλιστικής) ποίησης στην Ελλάδα και από τους πρωτοπόρους της ψυχανάλυσης στη χώρα μας.
 
Διαβάστε περισσότερα...
 
 
Άγγελος Τερζάκης
 
 
Σημαντικός έλληνας πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δοκιμιογράφος. Εντάσσεται στη λεγόμενη «γενιά του ‘30», που έφερε τον αέρα της ανανέωσης στα ελληνικά γράμματα.
 
Διαβάστε περισσότερα...
 
 
Ηλίας Βενέζης
 
 
Έλληνας λογοτέχνης, από τους σημαντικότερους της γενιάς του ‘30. H ζωή του ακολούθησε τις περιπέτειες του μικρασιατικού ελληνισμού και τις αποτύπωσε στο έργο του.
 
Διαβάστε περισσότερα...
 
 
Αγία Σαλώμη
 
 
Μία από τις Μυροφόρες, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Μάρκο, αδελφή ή εξαδέλφη της Θεοτόκου, σύζυγος του Ζεβεδαίου και μητέρα των αποστόλων Ιωάννη και Ιακώβου.
 
Διαβάστε περισσότερα...
 
 
Πανουργιάς
 
 
Κλεφταρματολός των Σαλώνων και αγωνιστής του 1821. Συμμετείχε στα πρώτα στάδια της Επανάστασης στην Ανατολική Στερεά και ως πολιτικός στις Εθνοσυνελεύσεις.
 
Διαβάστε περισσότερα...
 
 
Γιάννης Παπαϊωάννου
 
 
Ένας από τους θεμελιωτές και κύριους εκφραστές του λαϊκού μας τραγουδιού. Γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 1913 στην Κίο της Προποντίδας.
 
Διαβάστε περισσότερα...
 
 
Χρήστος Ευθυμίου
 
 
Κωμικός ηθοποιός του θεάτρου, που διακρίθηκε σε κλασικούς και νεώτερους ρόλους. Έπαιξε στον κινηματογράφο και συνεργάστηκε με το ραδιόφωνο...
 
Διαβάστε περισσότερα...
 
 
Το αργυρό της Μπακογιάννη στην Ατλάντα
 
 
Η Νίκη Μπακογιάννη, παρά τις προβλέψεις, κερδίζει το αργυρό μετάλλιο στο άλμα εις ύψος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ατλάντα και γράφει ιστορία...
 
Διαβάστε περισσότερα...
 
 
Αντώνης Καλογιάννης
 
 
Έλληνας τραγουδιστής, με μακρόχρονη καριέρα. Διακρίθηκε τόσο στο έντεχνο και πολιτικό, όσο και στο ελαφρολαϊκό ερωτικό τραγούδι.

 
 

 
 
Ρούπερτ Μπρουκ
 
 
Άγγλος ποιητής, από τους πιο αξιόλογους των αρχών του 20ου αιώνα. Πέθανε στη Σκύρο το 1915.
...