Τα πρώτα βήματα της Google
Ο κολοσσός της Google είναι ηγέτιδα εταιρεία παγκοσμίως στις υπηρεσίες διαδικτύου. Ιδρύθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 1998, από δυο νεαρούς, τον Αμερικανό Λάρι Πέιτζ και τον Ρώσο Σεργκέι Μπριν...
Η Google, ηγέτιδα εταιρεία στον τομέα των υπηρεσιών διαδικτύου, ιδρύθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου 1998 από τον Αμερικανό Λάρι Πέιτζ και τον Ρώσο Σεργκέι Μπριν. Ξεκίνησε ως μηχανή αναζήτησης και εξελίχθηκε σε έναν τεχνολογικό γίγαντα, προσφέροντας μια πληθώρα υπηρεσιών όπως το Gmail, Google Drive, YouTube και Android. Το όνομα "Google" προέρχεται από το μαθηματικό όρο "googol," που αντιπροσωπεύει τον αριθμό 10 εις την 100η δύναμη, υποδηλώνοντας την αποστολή της εταιρείας να οργανώσει και να ταξινομήσει τις τεράστιες πληροφορίες του διαδικτύου.
Η πορεία της Google ξεκίνησε το 1995 όταν οι δύο ιδρυτές, ως μεταπτυχιακοί φοιτητές στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, δημιούργησαν το PageRank, ένα σύστημα που ανέλυε τις σχέσεις μεταξύ ιστοσελίδων. Αυτό οδήγησε στην ανάπτυξη της πρώτης μηχανής αναζήτησης τους, με την αρχική ονομασία "BackRub". Η Google έγινε επίσημη εταιρεία το 1998, και με την πάροδο του χρόνου, καθιερώθηκε ως ο κυρίαρχος πάροχος διαδικτυακών υπηρεσιών.
Η επιτυχία της Google βασίστηκε σε ένα σύνολο αρχών, γνωστό ως ο "Δεκάλογος της Google," που επικεντρώνονται στην εξυπηρέτηση του χρήστη, την ταχύτητα και την καινοτομία, διατηρώντας παράλληλα ένα εργασιακό περιβάλλον που συνδυάζει σοβαρότητα και χαλαρότητα.
Πηγή: SanSimera.gr
Μπιγιονσέ
Αμερικανίδα τραγουδίστρια, στιχουργός και ηθοποιός. Με 32 Γκράμι στη συλλογή της και 70 υποψηφιότητες είναι η απόλυτη κυρίαρχη των πιο σημαντικών μουσικών βραβείων.
Η Μπιγιονσέ (Beyoncé) είναι μία από τις κορυφαίες τραγουδίστριες και δημιουργούς της σύγχρονης μουσικής σκηνής, με μια εντυπωσιακή καριέρα που περιλαμβάνει 32 βραβεία Γκράμι και 88 υποψηφιότητες. Γεννημένη στις 4 Σεπτεμβρίου 1981 στο Χιούστον του Τέξας, η Μπιγιονσέ έγινε αρχικά γνωστή ως ηγέτιδα του συγκροτήματος Destiny's Child, πριν ξεκινήσει την εξίσου επιτυχημένη σόλο καριέρα της.
Με την κυκλοφορία του πρώτου της άλμπουμ το 2003, "Dangerously in Love", η Μπιγιονσέ καθιερώθηκε ως παγκόσμια σούπερσταρ. Τα άλμπουμ που ακολούθησαν, όπως το "B’ Day" και το "I Am... Sasha Fierce", τη βοήθησαν να κερδίσει πολυάριθμα βραβεία και να σπάσει ρεκόρ, όπως με τα έξι Γκράμι που κέρδισε το 2010.
Η καριέρα της επεκτάθηκε και στον κινηματογράφο, με ρόλους σε ταινίες όπως "Austin Powers: Το Χρυσό Εργαλείο" και "Dreamgirls", όπου η ερμηνεία της ήταν υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα και Όσκαρ. Η Μπιγιονσέ συνέχισε να εξελίσσεται καλλιτεχνικά με έργα όπως το "Lemonade" και το οπτικό άλμπουμ "Black Is King", ενώ το 2021 έγινε η καλλιτέχνιδα με τις περισσότερες βραβεύσεις στην ιστορία των Γκράμι.
Πηγή: SanSimera.gr
Οι Πόλεμοι του Οπίου
Με την ονομασία αυτή έμειναν στην ιστορία οι δύο πόλεμοι που εξαπέλυσε η Αγγλία κατά της Κίνας (1839-1842 και 1856-1860), τον δεύτερο με τη συνδρομή της Γαλλίας...
Οι Πόλεμοι του Οπίου (1839-1842 και 1856-1860) αποτελούν σημαντικά ιστορικά γεγονότα που σηματοδοτούν την επιθετική πολιτική των ευρωπαϊκών δυνάμεων, κυρίως της Βρετανίας, έναντι της Κίνας κατά τον 19ο αιώνα. Οι συγκρούσεις αυτές ήταν αποτέλεσμα της προσπάθειας των Βρετανών να εξισορροπήσουν το εμπορικό τους έλλειμμα με την Κίνα μέσω της διάδοσης του οπίου.
Στον πρώτο πόλεμο, η Βρετανία επιτέθηκε στην Κίνα μετά την κατάσχεση οπίου από τις κινεζικές αρχές και την απαγόρευση του εμπορίου αυτού από τον αυτοκράτορα. Ο πόλεμος κατέληξε στη Συνθήκη του Νανκίνγκ, η οποία υποχρέωσε την Κίνα να παραχωρήσει το Χονγκ Κονγκ στη Βρετανία και να ανοίξει πέντε λιμάνια για το διεθνές εμπόριο.
Ο δεύτερος πόλεμος ξέσπασε όταν οι Κινέζοι συνέλαβαν το πλήρωμα ενός βρετανικού πλοίου, οδηγώντας σε σύγκρουση με τη συμμετοχή και της Γαλλίας. Ο πόλεμος αυτός έληξε με τη Συνθήκη του Τιεντσίν και τη Σύμβαση του Πεκίνου, που επέβαλαν επιπλέον παραχωρήσεις στην Κίνα, όπως την εγκατάσταση διπλωματικών αποστολών και τη νομιμοποίηση του εμπορίου οπίου.
Αυτές οι ταπεινωτικές ήττες για την Κίνα οδήγησαν σε πολιτική αστάθεια και τελικά στην πτώση της δυναστείας των Τσινγκ το 1911. Οι πόλεμοι αυτοί συνέβαλαν στη διαμόρφωση μιας διαρκούς καχυποψίας της Κίνας προς τις δυτικές δυνάμεις.
Μωυσής
Νομοθέτης των Ιουδαίων, ικανότατος και ανδρείος αρχηγός, που έσωσε τον λαό του από τους Αιγυπτίους τον 13ο αιώνα π.Χ. και τον οδήγησε στη γη των πατέρων του, στη γη Χαναάν.
Ο Μωυσής ήταν ένας από τους σημαντικότερους νομοθέτες και θρησκευτικούς ηγέτες των Ιουδαίων. Έζησε τον 13ο αιώνα π.Χ. και θεωρείται ο σωτήρας του εβραϊκού λαού από την αιγυπτιακή καταπίεση. Γεννημένος στην Αίγυπτο από τη φυλή του Λεβί, διασώθηκε από τη θανάτωση των νεογέννητων αγοριών όταν η μητέρα του τον έβαλε σε ένα κοφίνι και τον άφησε στον Νείλο, όπου βρέθηκε από μία κόρη του Φαραώ.
Μεγαλώνοντας στην αυλή του Φαραώ, ο Μωυσής εκπαιδεύτηκε από τους Αιγύπτιους ιερείς και απέκτησε μεγάλες θρησκευτικές και ηγετικές ικανότητες. Επέστρεψε στην Αίγυπτο από τη γη Μαδιάμ και, με τη βοήθεια των δέκα πληγών που έστειλε ο Θεός στους Αιγυπτίους, ανάγκασε τον Φαραώ να επιτρέψει την έξοδο των Εβραίων.
Ο Μωυσής οδήγησε τους Ισραηλίτες μέσα από την Ερυθρά Θάλασσα, η οποία χωρίστηκε θαυματουργικά για να τους περάσει, και ξεκίνησε η 40ετής περιπλάνηση στην έρημο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, τους έδωσε τον Δεκάλογο και θέσπισε τους νόμους που αποτέλεσαν τη βάση της εβραϊκής θρησκείας, γνωστούς ως Μωσαϊκός Νόμος.
Ο Μωυσής πέθανε στο όρος Ναβαύ, βλέποντας μόνο από μακριά τη γη Χαναάν, τη Γη της Επαγγελίας. Τον διαδέχθηκε ο Ιησούς του Ναυή, ο οποίος οδήγησε τους Εβραίους στη γη αυτή. Η μνήμη του Μωυσή τιμάται στις 4 Σεπτεμβρίου από τη χριστιανική εκκλησία, και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες θρησκευτικές φυσιογνωμίες όλων των εποχών.
Ααρών
Ο πρώτος αρχιερέας των Εβραίων και «δεξί χέρι» του αδελφού του Μωυσή. Η χριστιανική εκκλησία τιμά τη μνήμη του κάθε χρόνο στις 4 Σεπτεμβρίου και την Κυριακή των Προπατόρων..
Ααρών, πρώτος αρχιερέας των Εβραίων, ήταν αδελφός του Μωυσή και αποτέλεσε το «δεξί χέρι» του κατά την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Γνωστός για τον ρόλο του ως αρχιερέας, ο Ααρών είχε καθοριστική συμμετοχή στη θρησκευτική ζωή των Ισραηλιτών και θεωρείται πρότυπο του αληθινού αρχιερέα Ιησού Χριστού στην χριστιανική παράδοση. Η μνήμη του τιμάται από τη χριστιανική εκκλησία κάθε χρόνο στις 4 Σεπτεμβρίου και την Κυριακή των Προπατόρων, με την ημέρα αυτή να είναι γιορτή για όσους φέρουν το όνομα Ααρών.
Ο Κομήτης του Χάλεϊ
Ο διασημότερος από τους κομήτες, που κάνει την εμφάνισή του κάθε 75 με 76 χρόνια στη «γειτονιά» μας. Πήρε το όνομά του από τον βρετανό αστρονόμο Έντμοντ Χάλεϊ...
Ο διασημότερος κομήτης, γνωστός ως Κομήτης Χάλεϊ, κάνει την εμφάνισή του στη γειτονιά μας κάθε 75 με 76 χρόνια. Οι κομήτες, όπως ο Χάλεϊ, είναι μεγάλα ουράνια σώματα που κινούνται σε ελλειπτικές τροχιές γύρω από τον Ήλιο. Η χαρακτηριστική ουρά τους σχηματίζεται όταν ο πάγος που περιέχουν εξαχνώνεται καθώς πλησιάζουν τον Ήλιο, με το αέριο να απομακρύνεται από τον Ήλιο.
Ο Κομήτης Χάλεϊ πήρε το όνομά του από τον Βρετανό αστρονόμο Έντμοντ Χάλεϊ, ο οποίος τον παρατήρησε και περιέγραψε το 1682. Έχουν καταγραφεί παρατηρήσεις του κομήτη ήδη από το 240 π.Χ., ενώ η εμφάνισή του το 12 π.Χ. θεωρήθηκε από ορισμένους ως το Άστρο της Βηθλεέμ.
Οι κομήτες συχνά συνδέονταν με κακούς οιωνούς και επικείμενες καταστροφές. Το 1910, η εμφάνιση του Χάλεϊ προκάλεσε μαζικό πανικό, καθώς πολλοί πίστευαν ότι θα συγκρουστεί με τη Γη. Ωστόσο, ο Αλβέρτος Αϊνστάιν διαβεβαίωσε το κοινό ότι δεν υπήρχε τέτοιος κίνδυνος. Ο κομήτης πέρασε με ασφάλεια στις 18 Μαΐου 1910, σε απόσταση 25 χιλιομέτρων από τη Γη. Η τελευταία του εμφάνιση ήταν το 1986, ενώ αναμένεται να τον ξαναδούμε το 2061.
Ζορζ Σιμενόν: Ο δημιουργός του επιθεωρητή Ζιλ Μεγκρέ
Ο Βέλγος συγγραφέας Ζορζ Σιμενόν θεωρείται από τους κορυφαίους του αστυνομικού μυθιστορήματος. Από την πέννα του γεννήθηκε ο επιθεωρητής Ζιλ Μεγκρέ.
Ο Ζορζ Σιμενόν, γαλλόφωνος Βέλγος συγγραφέας, γεννημένος στη Λιέγη στις 12 Φεβρουαρίου 1903, είναι από τους κορυφαίους δημιουργούς αστυνομικών μυθιστορημάτων. Είναι διάσημος για τον επιθεωρητή Ζιλ Μεγκρέ, έναν από τους πιο γνωστούς ντετέκτιβ στην ιστορία της αστυνομικής λογοτεχνίας. Ο Σιμενόν ξεκίνησε τη συγγραφική του καριέρα σε νεαρή ηλικία, ενώ ήδη στα 16 του χρόνια εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Το πρώτο του μυθιστόρημα εκδόθηκε το 1921.
Ο επιθεωρητής Μεγκρέ, που εμφανίζεται σε 84 από τα συνολικά 200 μυθιστορήματα του Σιμενόν, χαρακτηρίζεται από την ισχυρή του διαίσθηση, η οποία τον καθοδηγεί στην επίλυση εγκλημάτων, περισσότερο από τις κλασικές αστυνομικές μεθόδους.
Σιμενόν υπήρξε πολυγραφότατος και κοσμοπολίτης, ζώντας μια ζωή γεμάτη περιπέτειες μέχρι τον θάνατό του στις 4 Σεπτεμβρίου 1989. Αν και ορισμένοι κριτικοί τον θεωρούν συγγραφέα φτηνής λογοτεχνίας, τα έργα του έχουν πουλήσει 500 εκατομμύρια αντίτυπα και έχουν μεταφραστεί σε 50 γλώσσες. Πολλά από αυτά έχουν μεταφερθεί σε κινηματογράφο και τηλεόραση.
Ο Μεγκρέ έγινε γνωστός στο ελληνικό κοινό κυρίως μετά τον πόλεμο, μέσω φτηνών βιβλίων τσέπης, και πιο πρόσφατα μέσω προσεγμένων εκδόσεων. Εκτός από τα αστυνομικά μυθιστορήματα, ο Σιμενόν έγραψε και άλλα είδη λογοτεχνίας, όπως ψυχολογικά και ερωτικά μυθιστορήματα, τα οποία επίσης έχουν αναγνωριστεί ευρέως.
Ζωή Φυτούση
Διέπρεψε ως ηθοποιός και τραγουδίστρια τη δεκαετία του ‘60. Μεγάλη επιτυχία της το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι «Φέρτε μου ένα μαντολίνο».
Η Ζωή Φυτούση, μια από τις διακεκριμένες Ελληνίδες ηθοποιούς και τραγουδίστριες της δεκαετίας του '60, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 4 Σεπτεμβρίου 1933 και είχε ρίζες από τη Χίο. Σπούδασε θέατρο στις δραματικές σχολές του Ελληνικού Ωδείου και Μιχάλη Κουνελάκη και ξεκίνησε την καριέρα της το 1953 με το έργο «Η μαρκησία της φτωχογειτονιάς».
Διέπρεψε τόσο στο θέατρο, συνεργαζόμενη με κορυφαίους σκηνοθέτες και ηθοποιούς, όσο και στον κινηματογράφο, όπου πρωτοεμφανίστηκε το 1952 με την ταινία «Ζαΐρα». Έγινε γνωστή για τη χαρακτηριστική της βραχνή φωνή, με την οποία ερμήνευσε τραγούδια μεγάλων συνθετών όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Σταύρος Ξαρχάκος και ο Γιώργος Κατσαρός. Το τραγούδι «Φέρτε μου ένα μαντολίνο» του Μάνου Χατζιδάκι ήταν η μεγαλύτερη της επιτυχία.
Εκτός από την καλλιτεχνική της καριέρα, η Ζωή Φυτούση ανέπτυξε και συγγραφική δραστηριότητα, γράφοντας βιβλία και δημοσιεύοντας κείμενα σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες. Μεταξύ των βιβλίων της περιλαμβάνονται το «Το μαγικό βιβλίο», «Μια σφαίρα» και «Μένανδρος: Γνώμαι Μονόστιχοι».
Η Ζωή Φυτούση απεβίωσε στις 23 Ιουλίου 2017, σε ηλικία 83 ετών, αφήνοντας πίσω της μια πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, τόσο στο θέατρο όσο και στη μουσική και τη λογοτεχνία.
Παναγιώτης Καρατζάς
Αγωνιστής του ‘21, που διακρίθηκε για την πολεμική του ανδρεία κι έπεσε θύμα της εμφύλιας σύγκρουσης μεταξύ των Αχαιών προκρίτων και των οπλαρχηγών...
Ο Παναγιώτης Καρατζάς, γεννημένος το 1776 στην Πάτρα, ήταν ένας σπουδαίος αγωνιστής του 1821, γνωστός για την ανδρεία του και την αφοσίωσή του στην απελευθέρωση των Ελλήνων από τον οθωμανικό ζυγό. Το πραγματικό του όνομα ήταν Παναγιώτης Αναστασόπουλος, αλλά έμεινε στην ιστορία με το προσωνύμιο «Καρατζάς», που σημαίνει ζαρκάδι στα τουρκικά, πιθανόν λόγω του ατίθασου χαρακτήρα του ή του μελαχρινού του χρώματος.
Από νεαρή ηλικία, ο Καρατζάς αντιδρούσε έντονα στην καταπίεση των χριστιανών από τους Τούρκους και πρωτοστατούσε σε επεισόδια κατά των κατακτητών. Το 1809, μετά από σύγκρουση με τους Τούρκους στην Πάτρα, κατέφυγε στη Ζάκυνθο, όπου έγινε μέλος της Ελληνικής Λεγεώνας και ανήλθε στο βαθμό του ανθυπολοχαγού.
Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, ο Καρατζάς συμμετείχε ενεργά στις μάχες στην Πάτρα και έγινε γνωστός για τις επιτυχημένες επιθέσεις του κατά των Τούρκων. Παρά τις πολεμικές του επιτυχίες, παραγκωνίστηκε από τους προύχοντες της Αχαΐας, γεγονός που υπονόμευσε τις προσπάθειες των επαναστατών.
Η δολοφονία του στις 4 Σεπτεμβρίου 1821 από τον Θάνο Κουμανιώτη και τους άνδρες του στο Μοναστήρι του Ομπλού είχε καταστροφικές συνέπειες για το αχαϊκό στρατόπεδο, καθώς διέλυσε την ενότητα των αγωνιστών. Η λαϊκή μούσα απαθανάτισε τον θάνατό του σε τραγούδια, διατηρώντας ζωντανή τη μνήμη του θρυλικού αυτού ήρωα.
Η ιστορία του Καρατζά επανήλθε στην επικαιρότητα το 2013, όταν το ΠΑΜΕ Εκπαιδευτικών ανέφερε σε επιστολή του ότι ο Καρατζάς ήταν αυτός που ύψωσε τη σημαία της επανάστασης στην Πάτρα, αμφισβητώντας την παραδοσιακή αφήγηση που αποδίδει την πράξη αυτή στον Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Έντβαρντ Γκριγκ
Διακεκριμένος μουσουργός, από τους ιδρυτές της νορβηγικής εθνικής σχολής. Μαζί με τον Ερρίκο Ίψεν και τον Έντβαρντ Μουνκ, αποτελούν τους τρεις διαπρεπέστερους πολιτιστικούς πρεσβευτές της χώρας των φιόρδ.
Ο Έντβαρντ Χάγκερουπ Γκριγκ (Edvard Hagerup Grieg) ήταν ένας από τους σημαντικότερους μουσουργούς της Νορβηγίας και θεμελιωτής της νορβηγικής εθνικής σχολής της μουσικής. Γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου 1843 στο Μπέργκεν της Νορβηγίας, σε μια μουσική οικογένεια με σκωτικές ρίζες. Ο πατέρας του, εισαγωγέας ουίσκι και πρόξενος της Μεγάλης Βρετανίας, και η μητέρα του, πιανίστρια, διαμόρφωσαν το μουσικό του περιβάλλον από νωρίς.
Ο Γκριγκ από μικρή ηλικία έδειξε ενδιαφέρον για τη μουσική, αλλά η πραγματική του στροφή στη μουσική επαγγελματικά προήλθε από την επιρροή του βιολονίστα Όλε Μπουλ, ο οποίος τον ενθάρρυνε να ακολουθήσει μουσικές σπουδές στη Λειψία. Εκεί, επηρεάστηκε από τους Μέντελσον και Σούμαν και αποφοίτησε τέσσερα χρόνια αργότερα. Η καριέρα του διακόπηκε από σοβαρή πνευμονία, η οποία τον ταλαιπώρησε καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Το 1867, ο Γκριγκ παντρεύτηκε την πρώτη του εξαδέλφη Νίνα Χάγκερουπ, η οποία έγινε η βασική ερμηνεύτρια των τραγουδιών του. Παρά την απώλεια της κόρης τους σε ηλικία 13 μηνών, το ζευγάρι συνέχισε να συνεργάζεται στενά.
Η μουσική του Γκριγκ είναι χαρακτηριστική για την έντονη επίδραση της νορβηγικής λαϊκής παράδοσης και εντάσσεται στη ρομαντική παράδοση με λυρικό και εκλεπτυσμένο ύφος. Δύο από τα πιο γνωστά έργα του είναι η σουίτα «Πέερ Γκυντ» και το «Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε λα ελάσσονα». Η σουίτα «Πέερ Γκυντ», που γράφτηκε για το ομότιτλο θεατρικό έργο του Ίψεν, περιλαμβάνει εξαιρετικά κομμάτια, όπως το «Πρωινή διάθεση» και «Χορός της Σκηνής».
Εκτός από το συνθετικό του έργο, ο Γκριγκ ήταν επίσης επιτυχημένος πιανίστας και περιοδεύσε σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, ερμηνεύοντας τα έργα του και διατηρώντας επαφές με σημαντικούς μουσικούς, όπως οι Λιστ και Τσαϊκόφσκι.
Ο Γκριγκ απεβίωσε στις 4 Σεπτεμβρίου 1907, και η κηδεία του στο Μπέργκεν υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά πένθη της Νορβηγίας, με παρουσία 40.000 ανθρώπων. Η τελευταία του επιθυμία ήταν η επικήδεια τελετή να περιλαμβάνει την εκτέλεση του Πένθιμου Εμβατηρίου του Σοπέν και του δικού του Πένθιμου Εμβατηρίου.
Ο Έντβαρντ Γκριγκ, μαζί με τον Χένρικ Ίψεν και τον Έντβαρντ Μουνκ, αποτελούν τους τρεις κορυφαίους πολιτιστικούς πρεσβευτές της Νορβηγίας, αφήνοντας μια ανεξίτηλη σφραγίδα στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.